Πληγή που δεν κλείνει άνοιξε στη ΝΔ το νομοσχέδιο για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών. Όσο κι αν το Μέγαρο Μαξίμου προσπαθεί να αμβλύνει τις εντυπώσεις πανηγυρίζοντας μάλιστα για την ψήφισή του τη νύχτα της Πέμπτης, η διαφοροποίηση σχεδόν του ενός τρίτου των γαλάζιων βουλευτών -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- φέρνει τον Κ. Μητσοτάκη ενώπιον μιας ιδιότυπης και πρωτόγνωρης για τα δεδομένα αμφισβήτησης εντός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του. Την ίδια ώρα ο διχασμός που εξαιτίας αυτής της νομοθετικής πρωτοβουλίας πυροδοτήθηκε στην ελληνική κοινωνία αποτυπώνεται και στους κραδασμούς που ξέσπασαν στα άλλα δύο κόμματα, τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.

Ο απολογισμός της “επόμενης ημέρας” είναι βαρύς και για τα τρία κόμματα οι ηγεσίες των οποίων, λιγότερο ή περισσότερο η κάθε μια, απέτυχαν -υπό το βάρος των έντονων αντιδράσεων από τον κόσμο- να επιβάλουν αδιαμαρτύρητα και ανέξοδα τη συγκεκριμένη ατζέντα. Ήδη το κόστος έχει αρχίσει να αποτυπώνεται αλλά το σημαντικότερο είναι ότι με δεδομένη και την αντίθεση της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης ειδικά με την τεκνοθεσία διαφαίνεται ακόμη μεγαλύτερη δυναμική προς αυτή την κατεύθυνση κατά την πορεία προς τις ευρωεκλογές. Με βάση τα μέχρι στιγμής στοιχεία μάλιστα θεωρείται λίαν πιθανό το τσουνάμι της αποδοκιμασίας να πλήξει στις κάλπες του Ιουνίου οριζόντια και τους τρεις στυλοβάτες αυτού του νομοθετήματος.

Πίσω από τις θριαμβολογίες και τα ξεφαντώματα των προηγούμενων εικοσιτετραώρων, στο Μέγαρο Μαξίμου όπως και στην Κουμουνδούρου και τη Χαριλάου Τρικούπη επικρατεί προβληματισμός για το τι μπορεί να “γεννήσει” αυτή η κατάσταση και ποιες ανατροπές να φέρει στο πολιτικό σκηνικό.

Η εικόνα που παρουσιάζεται, από χθες, για απορρόφηση της εσωτερικής αναταραχής στα τρία κόμματα είναι ψευδής και αναντίστοιχη με την πραγματικότητα. Τα παρασκήνια αντιθέτως έχουν πάρει φωτιά καθώς το θέμα του γάμου των ομοφύλων ζευγαριών λειτουργεί ως αφορμή για να έρθουν στην επιφάνεια όλα τα προβλήματα και ως καταλύτης για να γίνει πιο ορατό το “διαζύγιο” των κ. Μητσοτάκη, Κασσελάκη και Ανδρουλάκη με τη βάση των ίδιων των κομμάτων τους.

Από την πολιτική αριθμητική της ψηφοφορίας επιβεβαιώθηκε μάλιστα ότι η αντιπολίτευση κλότσησε κυριολεκτικά τη ευκαιρία αν όχι να “ρίξει” τουλάχιστον να στριμώξει στα σχοινιά την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη την οποία δεν παύει κατά τα λοιπά να κατηγορεί, στα λόγια, ως την χειρότερη και πιο επικίνδυνη. Οι κ. Κασσελάκης και Ανδρουλάκης, έχοντας μετατραπεί σε κοινοβουλευτικά δεκανίκια της ΝΔ, προτίμησαν να μαλώνουν για το “χάρη σε ποιον” πέρασε το συγκεκριμένο νομοσχέδιο από το να αξιοποιήσουν τη μοναδική έως τώρα δυνατότητα να ανοίξει ο δρόμος για την πολιτική ανατροπή.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ως προς αυτό έχει και το γεγονός ότι τα “όχι” από τη ΝΔ -υπολογιζομένου και του λάθους με τον Γ. Καρασμάνη- ανήλθαν τελικώς στα 21, ακυρώνοντας την αγωνιώδη επιδίωξη του Μεγάρου Μαξίμου να περιοριστούν σε μονοψήφιο αριθμό. Με μόνο 106 τα γαλάζια “ναι” και με έναν τέτοιο συσχετισμό, ήταν στο χέρι της αντιπολίτευσης να τα φέρει όλα τούμπα. Ανεξάρτητα και από την στάση άλλων μικρών κομμάτων, όπως η Νέα Αριστερά και η Πλεύση Ελευθερίας, αν δεν συνέπρατταν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ ο κ. Μητσοτάκης θα υποχρεωνόταν είτε να πάρει πίσω αυτό το εμβληματικό για τον ίδιο νομοθέτημα είτε να βρεθεί με εν δυνάμει απώλεια της “δεδηλωμένης” και να οδηγηθεί σε άλλες πολιτικά κοστοβόρες διαδικασίες.

Τα 21 “όχι” σε συνδυασμό με τις 31 αποχές είναι ένα από τα χειρότερα σενάρια που προέκυψαν σε σχέση με τα αρχικά σχέδια επί χάρτου της ηγεσίας της ΝΔ. Και δεν ήταν μόνο αυξημένα τα “όχι” αλλά δεν επιτεύχθηκε ούτε ο στόχος να πιάσουν τα 120 τα “ναι”. Η αποτυχία γίνεται μεγαλύτερη εάν υπολογιστούν τα “φροντιστήρια” που προηγήθηκαν, το συστηματικό μασάζ αλλά και οι εκβιασμοί για τις υπουργικές καρέκλες. Λέγεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις επέδειξε προσωπικό ενδιαφέρον και ο κ. Μητσοτάκης.

Όλα αυτά δείχνουν κατά τις εκτιμήσεις ότι εκτός από αυτό καθ' αυτό το θέμα των ομοφύλων υπάρχει συσσωρευμένη πλέον δυσφορία για το πρόσωπο του πρωθυπουργού και τον στενό του περίγυρο μέσα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα. Με τη στάση τους αρκετοί εάν όχι και οι περισσότεροι από τους διαφωνούντες έστειλαν ένα γενικότερο “μήνυμα” προς τον κ. Μητσοτάκη που δεν έχει να κάνει μόνο με τους εσωτερικούς αποκλεισμούς και την παρεοκρατία ή με την ιδεολογικοπολιτική μετάλλαξη της ΝΔ προς τον “σημιτισμό” αλλά και με την πολιτική που ασκείται σε διάφορους τομείς και φέρνει, όπως διαπιστώνεται, σε σύγκρουση πλέον με κοινωνικές ομάδες όπως συμβαίνει αυτό το διάστημα με τους αγρότες. Δεν παραγνωρίζεται επίσης ότι αυτό σημειώνεται την ώρα που καταγράφουν πλέον μεγάλη φθορά της ΝΔ ενόψει των ευρωκλογών και οι δημοσκοπήσεις παρά την ανυπαρξία αντιπολίτευσης.

Η περίπτωση του Αντ. Σαμαρά είναι επιμέρους τμήμα αυτής της εικόνας. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την ανθρωπογεωγραφία των διαφοροποιήσεων καθώς τελικά ο πρώην πρωθυπουργός είδε ουκ ολίγους από τους “δικούς του” να υποκύπτουν στις σειρήνες του Μεγάρου Μαξίμου και χωρίς να τον ακολουθήσουν να μετατοπίζονται την ώρα της ψηφοφορίας. Αντιθέτως, αρκετοί από όσους δεν ψήφισαν προήλθαν από “βουβούς” βουλευτές που δεν τους έπιαναν τα ραντάρ ως τις προηγούμενες ημέρες. Κι ενώ ο κ. Σαμαράς ήταν αμετακίνητος υπέρ της σκληρής γραμμής, μετά τον Δημ. Βαρτζόπουλο έχασε και τον έτερο υφυπουργό Διον. Σταμενίτη που επίσης υπερψήφισε. Άλλοι μετακινήθηκαν στην αποχή όπως οι Κ. Βλάσης, Π. Μαντάς, Ν. Μηταράκης, Χρ. Μπουκώρος, Χρ. Στεφανάδης και άλλοι όπως ο Χρ. Κέλλας και ο Στρ. Σιμόπουλος τελικά πήγαν κατευθείαν στο “ναι” ελπίζοντας σε μια υπουργική θέση στον επόμενο ανασχηματισμό. Απώλεια για τον κ. Σαμαρά αποτελεί και η στάση του Μ. Βορίδη που προτίμησε να παραμείνει “υπό” τον Κ. Μητσοτάκη ενώ επισφραγίστηκε και η ρήξη με τον Αδ. Γεωργιάδη που κατάφερε να “συγκρατήσει” στην αποχή τον Θ. Πλεύρη εάν και εμφανιζόταν έως πρότινος λάβρος κατά του νομοσχεδίου.

Με αυξημένο ενδιαφέρον αναμένονται και οι διεργασίες στην αντιπολίτευση. Στον ΣΥΡΙΖΑ μάλιστα το πρόβλημα δεν είναι “ποσοτικό” αφού αυτός που βγήκε ανοικτά στο αντάρτικο, παρά τις προειδοποιήσεις, ήταν ο μέχρι τώρα μέντορας του κ. Κασσελάκη, Π. Πολάκης. Ανεξάρτητα από το εάν και ποια “ποινή” του επιφυλάσσει, η ουσία είναι ότι αυτό συνέβη σε μια φάση που εξακολουθεί να σοβεί και η γενικότερη κρίση στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τα εσωτερικά μέτωπα πολλαπλασιάζονται και κυοφορούνται νέες κινήσεις αμφισβήτησης του αρχηγού -ενδεχομένως και πριν από τις ευρωεκλογές- λόγω της αδυναμίας του να χαράξει σωστές προτεραιότητες και να το συγκρατήσει από τη διαρκή πτώση. Και αν στον ΣΥΡΙΖΑ η ατζέντα υπέρ των ΛΟΑΤΚΙ από μόνη της δεν θα προκαλούσε αναταράξεις, στο ΠΑΣΟΚ οι διαφωνίες που υπάρχουν σε ευρύτατα τμήματά της παραδοσιακής εκλογικής του βάσης ήρθαν με αυτή την αφορμή να συναντηθούν με την αυξανόμενη δυσφορία για τον κλειστό τρόπο που διοικεί το κόμμα ο Ν. Ανδρουλάκης με μερικούς συνεργάτες του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην αρκεί η επίφαση της δεύτερης δημοσκοπικής θέσης, στα όρια του 10-12% όμως, για να συγκαλυφθούν τα προβλήματα που εμπεριέχουν και τον σπόρο της αμφισβήτησης της ηγεσίας ανάλογα με το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.

Ανδρέας Καψαμπέλης
 
Top