Ο πληθωρισμός διετίας στην κατηγορία «τρόφιμα, μη αλκοολούχα ποτά» αγγίζει σωρευτικά το 26%, σύμφωνα με τη χρονοσειρά του δείκτη τιμών καταναλωτή της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ βασικά τρόφιμα, όπως το κρέας, το ψωμί, το τυρί, τα λαχανικά, το ελαιόλαδο και η ζάχαρη, έχουν αυξηθεί από 30% ώς και πάνω από 60%.
Σαν να μην έφταναν τα άσχημα μαντάτα από τους επίσημους δείκτες του πληθωρισμού στα τρόφιμα, ο... οποίος σημείωσε ετήσια αύξηση 12,3% τον Ιούλιο σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, αναμένονται νέες αυξήσεις στα ράφια των σουπερμάρκετ που κινούνται μεσοσταθμικά στο 8-10%.
Σύμφωνα με ενδεικτικούς τιμοκαταλόγους που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, τα προϊόντα με τις μεγαλύτερες νέες αυξήσεις είναι το παρθένο και εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο (έως 45%), τα ντολμαδάκια σε κονσέρβα (έως 19%), το συσκευασμένο κρέας (11%), τα γαλακτοκομικά (10,5%), οι σοκολάτες (έως 10%), τα πατατάκια (10%), τα τυριά (έως 8%), τα αλλαντικά (έως 5,5%), οι κάψουλες καφέ (5%), τα κατεψυγμένα λαχανικά (4%) κ.λπ.
Στελέχη της αγοράς πάντως συνιστούν να κρατάμε «μικρό καλάθι» όταν δημοσιοποιούνται αναμενόμενες αυξήσεις από την πλευρά της βιομηχανίας, υποστηρίζοντας ότι είναι μια μέθοδος των προμηθευτών να δοκιμάζουν τις αντιδράσεις των λιανεμπόρων, πιέζοντας εμμέσως για μεγαλύτερες παραγγελίες πριν από την αύξηση των τιμοκαταλόγων. Εξάλλου, οι ανατιμήσεις εφαρμόζονται «κλιμακωτά», ανάλογα με το πότε εξαντλούνται τα αποθέματα που διαθέτει στις αποθήκες της κάθε αλυσίδα, ενώ συχνά συνδυάζονται με προωθητικές ενέργειες ώστε να μετριαστεί το σοκ στην τσέπη του καταναλωτή.
Αυτή τη φορά όμως τα διάφορα εκπτωτικά «τρικ» δεν επαρκούν για να απορροφήσουν τους κραδασμούς από το νέο κύμα ακρίβειας, που αθροίζεται σωρευτικά σε μια διετία διαδοχικών ανατιμήσεων. Γι’ αυτόν τον λόγο οι αλυσίδες πιέζουν τους βιομηχάνους να προχωρήσουν σε μόνιμες μειώσεις τιμοκαταλόγων, αίτημα που έχουν καταθέσει και στο υπουργείο Ανάπτυξης μέσω της Ενωσης Σουπερμάρκετ Ελλάδας. Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται η υπόσχεση του υπουργείου ότι θα αναρτήσει στην ιστοσελίδα e-katanalotis τα προϊόντα στα οποία οι βιομηχανίες θα προχωρήσουν σε μόνιμες μειώσεις άνω του 5% ώς το τέλος της χρονιάς.
Ομως ούτε η πρωτοβουλία αυτή, που είναι άλλωστε διαφημιστική και προαιρετική, ούτε η παράταση στην «τριπλέτα» των μέτρων στήριξης (market pass, καλάθι νοικοκυριού και πλαφόν στο περιθώριο κέρδους) ώς το τέλος του χρόνου είναι ικανές να αναχαιτίσουν τις εντεινόμενες πληθωριστικές πιέσεις.
Οι επιπτώσεις του πληθωρισμού των τροφίμων στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος γίνονται πιο αισθητές όταν εξετάσουμε τις ανατιμήσεις σε βάθος διετίας, κάτι που ήδη κάνουν καταναλωτικές οργανώσεις στο εξωτερικό, όπως η βρετανική «Which?».
Στην Ελλάδα, ο πληθωρισμός διετίας στην κατηγορία «τρόφιμα, μη αλκοολούχα ποτά», αγγίζει σωρευτικά το 26%, σύμφωνα με τη χρονοσειρά του δείκτη τιμών καταναλωτή της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ βασικά τρόφιμα, όπως το κρέας, το ψωμί, το τυρί, τα λαχανικά, το ελαιόλαδο και η ζάχαρη, έχουν αυξηθεί από 30% ώς και πάνω από 60%.
Σύμφωνα με την Ενωση Εργαζόμενων Καταναλωτών, οργάνωση που δρα υπό την αιγίδα της ΓΣΕΕ, ο λογαριασμός για ένα καλάθι με τα 60 βασικότερα είδη νοικοκυριού (τρόφιμα και καταναλωτικά αγαθά) έχει εκτοξευτεί, από τα 250 ευρώ τον περασμένο Νοέμβριο, στα 450 ευρώ σήμερα, καταγράφοντας αυξήσεις που σε ορισμένα προϊόντα ξεπερνάνε το 100%.
Ο τρόπος που επηρεάζει η ακρίβεια στα τρόφιμα τους καταναλωτές διαφέρει ανάλογα με το εισόδημα, αφού αλλιώς βιώνουν τις ανατιμήσεις τα φτωχά νοικοκυριά, που ξοδεύουν πάνω από το 35% του μέσου οικογενειακού προϋπολογισμού σε έξοδα διατροφής, και διαφορετικά τα πλουσιότερα νοικοκυριά που ξοδεύουν το 17%.
Μάλιστα σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας για τη διατροφική επισφάλεια, η Ελλάδα ανήκει στην πρώτη δεκάδα των χωρών με τα ακριβότερα τρόφιμα στον κόσμο. Με βάση τον δείκτη του «πραγματικού πληθωρισμού τροφίμων», ο οποίος υπολογίζεται αφαιρώντας τον γενικό πληθωρισμό από τον ονομαστικό πληθωρισμό τροφίμων, η Ελλάδα είχε «καθαρές» ετήσιες ανατιμήσεις στα τρόφιμα 11% το πρώτο εξάμηνο του 2023 και είναι η μοναδική χώρα του λεγόμενου «αναπτυγμένου κόσμου» που περιλαμβάνεται στο «τοπ 10» της διατροφικής ακρίβειας.
Αναλυτικά οι 10 χώρες με τον υψηλότερο «πραγματικό» πληθωρισμό στα τρόφιμα είναι οι Ζιμπάμπουε (80%), Αίγυπτος (30%), Λίβανος (26%), Τουρκία (16%), Ρουάντα (15%), Μπουρούντι (14%), Λάος (14%), Σιέρα Λεόνε (13%), Γκάνα (12%) και Ελλάδα (11%).