Όσο κι αν το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου πασχίζει απεγνωσμένα να αλλάξει την ατζέντα με πρωτοβουλίες και εξαγγελίες είτε για την έναρξη σεισμικών ερευνών για φυσικό αέριο νοτιοδυτικά της Κρήτης είτε για το “τέλος” των εκκρεμών συντάξεων, είναι κοινός τόπος ότι η πολιτική ζωή του τόπου θα κινείται πλέον στον αστερισμό του σκανδάλου των υποκλοπών, τουλάχιστον έως τις επόμενες εκλογές. Μάλιστα φαίνεται ότι το έργο θα εξελιχθεί σε “slow motion” καθώς οι αποκαλύψεις θα έχουν σταδιακό χαρακτήρα επιφυλάσσοντας το μαρτύριο της σταγόνας για τον Κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του.
Ο πρωθυπουργός, ο οποίος μέχρι πρότινος ήλπιζε ότι το αρχικό κύμα θα κοπάσει και η πολιτική ζημιά από το θέμα των παρακολουθήσεων θα σχετικοποιηθεί και ίσως απορροφηθεί, τώρα βρίσκεται στριμωγμένος στη γωνία βλέποντας παράλληλα να αλλάζουν εντυπωσιακά, εις βάρος του, οι ισορροπίες και οι συσχετισμοί στο επιχειρηματικό και μιντιακό στερέωμα.
Αυτή η μεταβολή, που μέχρι πριν από λίγο καιρό έμοιαζε απίθανη, επηρεάζει πια και τις κομματικές στρατηγικές και μάλιστα υπό αυτά τα νέα δεδομένα η συζήτηση για το ποιος (και πώς) θα είναι πρωθυπουργός την επομένη των εκλογών αποκτά εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο και ενδιαφέρον.
Όχι οι εικασίες ή οι μύχιοι πόθοι αλλά οι ίδιοι οι αριθμοί -που έχουν μπει στο μικροσκόπιο των αναλυτών και των εκλογολόγων- οδηγούν, σύμφωνα με πληροφορίες της “κυριακάτικης δημοκρατίας”, στο συμπέρασμα ότι το ενδεχόμενο να βγει νοκ άουτ ο κ. Μητσοτάκης από τον πρώτο κιόλας γύρο των εκλογών γίνεται κάθε ημέρα που περνάει ολοένα και πιο ρεαλιστικό. Και μάλιστα μπορεί να ζήσει και χειρότερο εφιάλτη βλέποντας να σχηματίζεται, σχετικά εύκολα, κυβέρνηση συνεργασίας από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.
Μέχρι τώρα ο πρωθυπουργός ακολουθεί τη γραμμή ότι οι κάλπες θα στηθούν στο τέλος της τετραετίας και ότι ο ίδιος, πιστεύοντας πως η ΝΔ θα είναι πρώτο κόμμα, θα επιδιώξει επαναληπτικές εκλογές στοχεύοντας, με το νέο εκλογικό σύστημα, στην αυτοδυναμία και πάλι. Υπό το νέο σκηνικό ωστόσο η τακτική αυτή φαίνεται, κατ' αρχάς, ότι του γυρίζει μπούμερανγκ. Κλεισμένος στη μικρή του περιοχή και δεχόμενος επιθέσεις από παντού, δυσκολεύεται να αποδεχτεί την πραγματικότητα. Η καθυστέρηση των εκλογών μπορεί, όπως λέγεται, να δίνει πολύτιμο χρόνο για να “διευθετηθούν” εκκρεμότητες και να εξαφανιστούν κρίσιμα στοιχεία και ίχνη, αλλά μετατρέπεται ταυτόχρονα σε παγίδα στην οποία πέφτει μέσα ο κ. Μητσοτάκης.
Οι νεότερες μετρήσεις δείχνουν ήδη ότι τα θέματα της σήψης και της διαφθοράς -όπως εκδηλώνονται στην τελευταία φάση τόσο με τις υποκλοπές όσο και με το σκάνδαλο Πάτση- απασχολούν πια σε συντριπτικά ποσοστά το εκλογικό σώμα σε αντίθεση με την πρώτη περίοδο που ήταν χαμηλού ενδιαφέροντος. Ο ζόφος αυτός χρεώνεται στην κυβέρνηση αντανακλώντας προσωπικά και “γκρεμίζοντας” το πρωθυπουργικό προφίλ του κ. Μητσοτάκη. Το αποτέλεσμα είναι να επηρεάζεται και η πρόθεση ψήφου, οδηγώντας με σταθερή τάση στο κλείσιμο της ψαλίδας μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων.
Αν “με νύχια και με δόντια” μέχρι τώρα η ΝΔ καταφέρνει να εμφανίζεται -με διαρκώς μικρότερη διαφορά- πρώτη, ο ρυθμός της πτώσης είναι τέτοιος που, αν δεν βρει κάποιο “μαγικό” τρόπο ο πρωθυπουργός για να ανακάμψει, στους επόμενους μήνες -εάν όχι εβδομάδες- κινδυνεύει να βρεθεί δεύτερο κόμμα. Προς το παρόν όλα δείχνουν πάντως ότι τα πράγματα θα χειροτερεύουν από εδώ και πέρα για τον κ. Μητσοτάκη ο οποίος αντιμετωπίζει τώρα με αγωνία και την επανεμφάνιση των δύο πρώην πρωθυπουργών της παράταξης. Ο Κ. Καραμανλής την ερχόμενη Κυριακή 20 Νοεμβρίου θα είναι παρών στην παρουσίαση του βιβλίου του Μανώλη Κοττάκη «Οι απόρρητοι φάκελοι Καραμανλή» στη Λάρισα και ήδη γίνεται κινητοποίηση για την προσέλευση πολλών καραμανλικών στελεχών. Επίσης ο Αντ. Σαμαράς θα “μιλήσει”, δυο εβδομάδες αργότερα, με αφορμή την έναρξη λειτουργίας του «Ιδρύματος Αντώνης Σαμαράς» στις 7 Δεκεμβρίου. Ενδεικτικό του πολύ άσχημου κλίματος είναι ότι κατά πληροφορίες ετοιμάζεται να βγει τις επόμενες ημέρες στην “αντεπίθεση” και ο διαγραμμένος βουλευτής Ανδ. Πάτσης, αντιδρώντας με σχετική χρονοκαθυστέρηση, στο άδειασμά του από το Μέγαρο Μαξίμου.
Η απώλεια της πρώτης θέσης, ακόμη και στις συνθήκες της απλής αναλογικής, θα αποτελέσει τη χαριστική βολή για τον σημερινό πρωθυπουργό. Θα του στερήσει κατ' αρχάς πλήρως την πρωτοβουλία των κινήσεων, κατά τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών, για να προκηρυχθούν αμέσως οι δεύτερες εκλογές στις οποίες εκτιμάτο έως τώρα ότι θα είχε και το πλεονέκτημα.
Με βάση το νέο τοπίο όμως, που διαμορφώνεται, για να επέλθει η μεγάλη ανατροπή -ακόμη κι αν ο κ. Μητσοτάκης καταφέρει να διατηρήσει τουλάχιστον τον εσωκομματικό έλεγχο μέχρι τις εκλογές- δεν χρειάζονται πολλά πράγματα. “Αρκεί να συνεχίσει να πέφτει το ποσοστό της ΝΔ, χωρίς οι άλλες μεταβλητές να αλλάζουν και πολύ”, όπως σημειώνει έμπειρος και αντικειμενικός ερευνητής των εκλογών τάσεων. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι από τις πρώτες κιόλας εκλογές θα μπορέσει να σχηματιστεί μια “άλλη” κυβέρνηση, ακόμη και με τη δεδηλωμένη στη νέα Βουλή, εφόσον συντρέξουν τρεις προϋποθέσεις: Να υποχωρήσει η ΝΔ στην δεύτερη θέση, ο ΣΥΡΙΖΑ τουλάχιστον να επαναλάβει το ποσοστό του 2019 και το ΠΑΣΟΚ να κινηθεί στα σχετικώς αυξημένα δημοσκοπικά ποσοστά του προηγούμενου διαστήματος. Και οι τρεις αυτές προϋποθέσεις δεν θεωρούνται πλέον, κατά τους αναλυτές, ανέφικτες.
Σε ένα ενδεικτικό σενάριο εργασίας, με το 31,53% των προηγούμενων εκλογών ο ΣΥΡΙΖΑ, αν όχι παραπάνω, μπορεί να κυμανθεί -ανάλογα και με το άθροισμα των εκτός Βουλής κομμάτων- από 104 έως 107 έδρες. Αν το ΠΑΣΟΚ συγκεντρώσει, βοηθούμενο και από την απλή αναλογική, ένα ποσοστό που θα αγγίζει ή και θα ξεπερνά το 13,8%, μπορεί να συμπληρώσει τον αριθμό των βουλευτών που απαιτούνται για να σχηματιστεί η πλειοψηφία των 151. Κι αυτό χωρίς να υπολογίζεται ότι υπάρχει συνταγματικά και η δυνατότητα σχηματισμού “κυβέρνηση ανοχής” ή ότι, εφόσον η ΝΔ ηττηθεί και έρθει δεύτερο κόμμα, από τη βραδιά κιόλας των εκλογών είναι λίαν πιθανό να πυροδοτηθούν εξελίξεις που θα συνθέσουν νέο -εσωκομματικό αλλά και ευρύτερο- σκηνικό.
Η απώλεια της πρώτης θέσης, ακόμη και στις συνθήκες της απλής αναλογικής, θα αποτελέσει τη χαριστική βολή για τον σημερινό πρωθυπουργό. Θα του στερήσει κατ' αρχάς πλήρως την πρωτοβουλία των κινήσεων, κατά τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών, για να προκηρυχθούν αμέσως οι δεύτερες εκλογές στις οποίες εκτιμάτο έως τώρα ότι θα είχε και το πλεονέκτημα.
Με βάση το νέο τοπίο όμως, που διαμορφώνεται, για να επέλθει η μεγάλη ανατροπή -ακόμη κι αν ο κ. Μητσοτάκης καταφέρει να διατηρήσει τουλάχιστον τον εσωκομματικό έλεγχο μέχρι τις εκλογές- δεν χρειάζονται πολλά πράγματα. “Αρκεί να συνεχίσει να πέφτει το ποσοστό της ΝΔ, χωρίς οι άλλες μεταβλητές να αλλάζουν και πολύ”, όπως σημειώνει έμπειρος και αντικειμενικός ερευνητής των εκλογών τάσεων. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι από τις πρώτες κιόλας εκλογές θα μπορέσει να σχηματιστεί μια “άλλη” κυβέρνηση, ακόμη και με τη δεδηλωμένη στη νέα Βουλή, εφόσον συντρέξουν τρεις προϋποθέσεις: Να υποχωρήσει η ΝΔ στην δεύτερη θέση, ο ΣΥΡΙΖΑ τουλάχιστον να επαναλάβει το ποσοστό του 2019 και το ΠΑΣΟΚ να κινηθεί στα σχετικώς αυξημένα δημοσκοπικά ποσοστά του προηγούμενου διαστήματος. Και οι τρεις αυτές προϋποθέσεις δεν θεωρούνται πλέον, κατά τους αναλυτές, ανέφικτες.
Σε ένα ενδεικτικό σενάριο εργασίας, με το 31,53% των προηγούμενων εκλογών ο ΣΥΡΙΖΑ, αν όχι παραπάνω, μπορεί να κυμανθεί -ανάλογα και με το άθροισμα των εκτός Βουλής κομμάτων- από 104 έως 107 έδρες. Αν το ΠΑΣΟΚ συγκεντρώσει, βοηθούμενο και από την απλή αναλογική, ένα ποσοστό που θα αγγίζει ή και θα ξεπερνά το 13,8%, μπορεί να συμπληρώσει τον αριθμό των βουλευτών που απαιτούνται για να σχηματιστεί η πλειοψηφία των 151. Κι αυτό χωρίς να υπολογίζεται ότι υπάρχει συνταγματικά και η δυνατότητα σχηματισμού “κυβέρνηση ανοχής” ή ότι, εφόσον η ΝΔ ηττηθεί και έρθει δεύτερο κόμμα, από τη βραδιά κιόλας των εκλογών είναι λίαν πιθανό να πυροδοτηθούν εξελίξεις που θα συνθέσουν νέο -εσωκομματικό αλλά και ευρύτερο- σκηνικό.
Ενώ μάλιστα ο κ. Μητσοτάκης έχει δεσμευτεί ότι αν λάβει πρώτος εκείνος τη διερευνητική εντολή από την πρόεδρο της Δημοκρατίας θα την “επιστρέψει” αμέσως και θα εισηγηθεί προκήρυξη νέων εκλογών, κόβοντας κάθε περιθώριο άλλων διαβουλεύσεων, ο κ. Τσίπρας που έχει ταχθεί υπέρ του “σχηματισμού προοδευτικής κυβέρνησης” εφόσον είναι εκείνος ο πρώτος εντολοδόχος πρόκειται να κινηθεί άμεσα προς αυτή την κατεύθυνση. Άλλωστε το έδαφος με τον Ν. Ανδρουλάκη λειαίνεται διαρκώς το τελευταίο διάστημα, το δε ΠΑΣΟΚ είναι το τελευταίο από τα κόμματα εξουσίας που θα ήθελε να συνθλιβεί στις μυλόπετρες μιας δεύτερης πολωτικής επαναληπτικής αναμέτρησης.
Ανδρέας Καψαμπέλης