Σε περιδίνηση συνεχίζει να βρίσκεται το εγχώριο πολιτικό σύστημα την ώρα που οι επιστημονικές προβλέψεις για το επερχόμενο τέλος της πανδημίας εντός των αμέσως προσεχών μηνών εάν όχι εβδομάδων εντείνουν την κινητικότητα σε ευρωπαϊκό και όχι μόνο επίπεδο για την επόμενη ημέρα.

Με τη συνέντευξή του στον Ν. Χατζηνικολάου ο πρωθυπουργός θέλησε να δώσει μια αίσθηση σταθερότητας και ελέγχου της κατάστασης, δίχως όμως αυτό να μπορεί να κρύψει τις ανησυχίες για την πραγματική εικόνα που επικρατεί. Κι ενώ μάλιστα ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε για πολλοστή φορά ότι δεν έχει “καμία πρόθεση” να μεταβάλει το σχεδιασμό του για εξάντληση της τετραετίας με την πεποίθηση ότι “το 2023 θα είναι καλύτερη χρονιά”, η δυναμική της εκλογολογίας αναμένεται -και υπό το βάρος των εξελίξεων σε όλα τα μέτωπα- να μεγαλώνει από εδώ και πέρα ημέρα με την ημέρα.

Πριν ακόμη συμπληρωθούν οι δύο πρώτες εβδομάδες της νέας χρονιάς, η μεν κυβέρνηση δεν έχει χάσει απλώς το βηματισμό της αλλά θυμίζει ολοένα και περισσότερο Βαβέλ χωρίς αποτελεσματικό συντονισμό και καθοδήγηση, η δε αντιπολίτευση βυθίζεται στην εσωστρέφεια και την έλλειψη πειστικής εναλλακτικής πρότασης ικανής να απειλήσει την κυριαρχία της ΝΔ. Το τέλος της πανδημίας, όπως τουλάχιστον προαναγγέλλεται, βρίσκει τα κόμματα στη χώρα μας να παραπατούν και να χάνουν διαρκώς περισσότερο τους δεσμούς και την επαφή τους με την κοινωνία κατά τρόπο ανάλογο με τα χάσματα που είχαν δημιουργηθεί την περίοδο των μνημονίων.

Την ώρα μάλιστα που το κομματικό σύστημα δείχνει αδύναμο (έως και ξεπερασμένο) για να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που έρχονται, αποδεικνύεται ότι η πανδημία ήταν -σε πολιτικό επίπεδο- μια πολύ βολική κατάσταση για να μπαίνουν άλλα προβλήματα κάτω από το χαλί και να παίρνει έτσι παράταση το σκηνικό των “έκτακτων συνθηκών”.

Ειδικά η ΝΔ, καθώς είναι το κόμμα που ασκεί την εξουσία, φαίνεται ότι έχει εγκλωβιστεί για τα καλά σε αυτή την παγίδα και διανύοντας τον τρίτο χρόνο διακυβέρνησης βρίσκεται ουσιαστικά για πρώτη φορά μπροστά στην αδήριτη ανάγκη να βγει στο ξέφωτο. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό κατά τις πληροφορίες και το γιατί το Μέγαρο Μαξίμου επιχειρεί να συντηρεί με κάθε τρόπο την πανδημία, τα μέτρα και τις απαγορεύσεις γύρω από αυτήν ως πρώτο θέμα στη δημόσια ατζέντα. Παράλληλα η υγειονομική κρίση προσφέρει το απαραίτητο άλλοθι για να συνεχιστεί η διανομή χρήματος τουλάχιστον μέχρι τις επόμενες εκλογές και υπό την ανοχή των Ευρωπαίων προστατών μας. Αν έστειλε ένα σαφές μήνυμα προς τους πολίτες ο κ. Μητσοτάκης με τη συνέντευξή του αυτό ήταν ότι θα συνεχιστούν οι “παροχές” με διάφορες μορφές, είτε αφορούν τον κατώτατο μισθό, τον ΕΝΦΙΑ και την φορολογία, είτε τις περαιτέρω ενισχύσεις προς επιχειρήσεις και επαγγελματίες και τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης που θα είναι πολλών επιπέδων, τόσο για τους “λίγους” όσο και για τους “πολλούς”.

Γνωρίζει καλά όμως ο κ. Μητσοτάκης ότι αυτή είναι μια πεπερασμένη τακτική η οποία έχει πρωτίστως εκλογική στόχευση προκειμένου η ΝΔ να μπορέσει να αναπληρώσει τη φθορά της στα άλλα μέτωπα της τελευταίας διετίας και -εκμεταλλευόμενη και τις ανεπάρκειες της αντιπολίτευσης- να παραμείνει πρώτο κόμμα. Την ίδια ώρα όμως που η ομφαλοσκόπηση χαρακτηρίζει όλο το κομματικό σύστημα, είναι θέμα χρόνου να ακουστούν οι πρώτες ισχυρές βροντές από το εξωτερικό. Η αυριανή συνεδρίαση του Eurogroup δεν είναι παρά η απαρχή μιας διαδικασίας που ξεκινά για το δημοσιονομικό συμμάζεμα στις χώρες της Ευρωζώνης εν όψει του τέλους της πανδημίας, πάλι με αναλογίες που θυμίζουν εποχές μνημονίων έστω και εάν για λόγους επικοινωνιακούς έχουν αλλάξει οι ορολογίες.

Όπως αναφέρουν μάλιστα καλά ενημερωμένες πηγές, οι διεργασίες στα κέντρα εξουσίας της Ευρ. Ένωσης έχουν αρχίσει να πυκνώνουν και ήδη η μάχη του παρασκηνίου, μετά την αποχώρηση της κ. Μέρκελ από το προσκήνιο, διεξάγεται μεταξύ του Ιταλού πρωθυπουργού Μ. Ντράγκι -που έχει τη στήριξη του Γάλλου προέδρου Εμ. Μακρόν και της επικεφαλής του ΔΝΤ Κρ. Λαγκάρντ- και της νέας γερμανικής κυβέρνησης εκ μέρους της οποίας ο (προερχόμενος από τους Φιλελέυθερους) υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, φιλοδοξεί να γίνει ο “νέος Σόιμπλε” της Ευρώπης.

Ανεξάρτητα από το ποια πλευρά θα επικρατήσει ή πώς θα διαμορφωθούν οι ισορροπίες, αυτό που σε κάθε περίπτωση έρχεται είναι το νέο “Σύμφωνο Σταθερότητας” όπως κατ΄ ευφημισμόν αποκαλούν την μνημονιακή μέγγενη που ετοιμάζεται για τις αδύναμες χώρες του ευρωπαϊκού νότου όπως η δική μας και η Πορτογαλία.

Η Ελλάδα ευελπιστεί ότι το καθεστώς ευνοϊκών εξαιρέσεων θα παραταθεί και για το 2023 αλλά αυτό και πάλι δεν συνιστά παρά μια αναβολή ή για τους κακεντρεχείς μια “αναστολή εκτελέσεως”. Ήδη η χώρα μας, εκμεταλλευόμενη τη συγκυρία και τη θετική όντως εικόνα της στις διεθνείς αγορές, έχει καταστεί και πάλι πρωταθλήτρια στον εξωτερικό δανεισμό ενώ το πρόγραμμα ανταλλαγής ομολόγων με την ΕΚΤ που δίνει τη δυνατότητα μεγάλης ρευστότητας στην ελληνική οικονομία πλησιάζει μαθηματική προς το τέλος τους. Με βάση όλα αυτά οι πιο σκεπτικιστές, που παρακολουθούν ενίοτε και την πλειοδοσία υποσχέσεων μεταξύ των κομμάτων εξουσίας, σημειώνουν ότι ασκείται για άλλη μια φορά πολιτική με “δανεικά” τα οποία θα κληθούν οι πολίτες -επίσης για άλλη μια φορά- να επιστρέψουν με οδυνηρό τρόπο και εις το πολλαπλάσιο μετά τις εκλογές.

Προς το παρόν πάντως το κομματικό σύστημα δίνει τη μάχη της δικής του επιβίωσης μέχρι την ώρα που θα στηθούν οι κάλπες. Και μπορεί ο κ. Μητσοτάκης να διαβεβαιώνει ότι θα εξαντλήσει την τετραετία αλλά πίσω από τις γραμμές όλοι γνωρίζουν ότι ο ακριβής χρόνος για το ξεσκόνισμα των εκλογικών βιβλιαρίων θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τις αντοχές αυτής της κούρσας των υποσχέσεων, πριν σκοτεινιάσει για τα καλά ο ορίζοντας και φτάσει η ώρα του λογαριασμού από το εξωτερικό. Ενός λογαριασμού που θα κληθεί να διαχειριστεί η επόμενη κυβέρνηση η οποία, με βάση όλα τα υπάρχοντα δεδομένα, δεν θα μπορέσει να είναι εύκολα μονοκομματική, είτε στις πρώτες είτε και στις δεύτερες κάλπες...
 
Ανδρέας Καψαμπέλης
www.dimokratia.gr
 
Top