Το επενδυτικό κόστος είναι πολύ συγκεκριμένο και ανέρχεται περίπου στα 8.000-10.000 ευρώ. Τόσα περίπου θα χρειαστούν για να τοποθετηθεί ένα φωτοβολταϊκό σύστημα στη στέγη.

Όμως, το πότε θα γίνει η απόσβεση αυτής της επένδυσης, εξαρτάται από τη συμφωνία που θα συνάψετε με την εταιρεία ηλεκτρικής ενέργειας στην οποία και θα παρέχετε το ρεύμα που παράγει ο ήλιος.

Δύο είναι οι βασικές εναλλακτικές μετά και τη δημοσίευση της απόφασης του υπουργείου Ενέργειας με την οποία επανέρχεται το πρόγραμμα «φωτοβολταϊκά στη στέγη». Η πρώτη εναλλακτική είναι να «πουλάτε» τις κιλοβατώρες που παράγει ο ήλιος στον ΔΕΔΔΗΕ σε συμφωνημένη τιμή, η οποία έχει προσδιοριστεί περίπου στα 9 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Αυτή η τιμή θα είναι κλειδωμένη για 20-25 χρόνια. Άρα, η επένδυση θα αποδίδει περίπου 1.200 ευρώ τον χρόνο καθαρά και αφορολόγητα και θα αποσβεστεί σε περίπου 7-8 χρόνια.

Η δεύτερη εναλλακτική είναι να συμψηφίζετε την ενέργεια που παράγει το φωτοβολταϊκό με την ενέργεια που καταναλώνετε για τις ανάγκες του ακινήτου. Ανάγκες οι οποίες μπορεί να είναι αυξημένες, ειδικά αν υπάρχει μια αντλία θερμότητας που να καλύπτει τις ανάγκες θέρμανσης και ψύξης με τον πιο φιλικό και οικονομικό τρόπο που υπάρχει αυτή τη στιγμή. Εκεί, το εισόδημα που παράγει η επένδυση δεν είναι σταθερό αλλά κυμαινόμενο και εξαρτάται στην πράξη από την τρέχουσα τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας.

Είναι προφανές ότι σε περιόδους όπως αυτή που διανύουμε, όπου η τιμή της κιλοβατώρας έχει εκτοξευτεί στα ύψη (σ.σ. μια κιλοβατώρα μπορεί να φτάνει να έχει κόστος ακόμη και 25 ή και 30 λεπτά του ευρώ ανάλογα με την πορεία της τιμής χονδρικής του ρεύματος), o συμψηφισμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με την ενέργεια που καταναλώνεται μπορεί να συμπιέσει τον χρόνο της απόσβεσης της επένδυσης ακόμη και κάτω από τα πέντε χρόνια, κάτι που βεβαίως εξαρτάται από την πορεία της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος.

Το ποια από τις δύο επιλογές θα αποδειχθεί πιο συμφέρουσα, εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό και από τη χρήση του ακινήτου στο οποίο θα τοποθετηθεί το φωτοβολταϊκό. 

Κατά κανόνα, το πρόγραμμα «φωτοβολταϊκό στη στέγη» συμφέρει περισσότερο στα εξοχικά, όπου οι καταναλώσεις ρεύματος είναι πιο περιορισμένες (άρα υπάρχει και λιγότερη έκθεση στον κίνδυνο των υψηλών τιμολογίων) ενώ ο συμψηφισμός παραγωγής κατανάλωσης (το net metering) μπορεί να αποδειχθεί καλύτερη επιλογή στις κύριες κατοικίες ειδικά αν γίνει σωστή «πρόγνωση» της κατανάλωσης ρεύματος και προσαρμογή της παραγωγής σε αυτά τα επίπεδα ώστε να μην τίθεται θέμα απώλειας παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.  
 
Top