Την ίδια ώρα που ο πρωθυπουργός και οι αρμόδιοι υπουργοί ανακοινώνουν νέους περιορισμούς, με ολοένα και πιο ανελεύθερο χαρακτήρα, τα σημάδια της παρακμής και της σήψης διαδέχονται το ένα το άλλο. Μάλιστα όχι μόνο δεν υπάρχει καμιά διάθεση να αντιμετωπιστούν και να θεραπευτούν όλα αυτά, αλλά τουναντίον φαίνεται ότι υποθάλπονται από την καθεστωτική λογική που, όλο και πιο σκληρά, αναπτύσσεται από την πλευρά της σημερινής κυβέρνησης.
Σχεδόν δυόμιση χρόνια μετά τις εκλογές, πληθαίνουν οι ενδείξεις και οι αποδείξεις ότι μία από τις βασικές επιδιώξεις του “επιτελικού κράτους” όπως το συγκρότησε ο Κ. Μητσοτάκης ήταν ο έλεγχος όλων των εξουσιών από τους ίδιους και τους συν αυτώ. Σε ο,τι αφορά την κυβέρνηση, ο τρόπος λειτουργίας της είναι από την αρχή κάτι παραπάνω από εμφανής για τη συγκέντρωση όλης της ισχύος στο Μέγαρο Μαξίμου με τους υπουργούς σε ρόλο απλών “εκτελεστικών οργάνων”. Υποβαθμισμένος εξακολουθεί να παραμένει ο ρόλος της Βουλής στα ίδια και χειρότερα επίπεδα με το παρελθόν και μόνο όταν σημειώνονται οι κλασσικές κοκορομαχίες μεταξύ των πολιτικών αρχηγών, για τη δημιουργία εντυπώσεων, πέφτουν πάνω της για λίγο οι προβολείς. Στο πλαίσιο αυτό είναι ευνουχισμένη και η Κοινοβουλευτική Ομάδα του κυβερνώντος κόμματος τα μέλη της οποίας μη έχοντας άλλο τρόπο να αντιδράσουν το γύρισαν στην λευκή απεργία και τώρα ανέλαβε -εντελώς εξωθεσμικά- το ρόλο “χωροφύλακα” η Ντόρα Μπακογιάννη σε συνεννόηση με τον αδελφό της πρωθυπουργό. Ο έλεγχος των εξουσιών απλώνεται και στις υπόλοιπες εξουσίες και κυρίως τη δικαστική που -λόγω και των εξαρτήσεων που τροφοδοτεί το ισχύον Σύνταγμα- η κυβέρνηση προσπαθεί να την ποδηγετήσει με όποιο τρόπο μπορεί καθώς και στην λεγόμενη “τέταρτη εξουσία”, δηλαδή τα media, που υποκύπτοντας στα θέλγητρα κάθε είδους “λίστας Πέτσα” έχει, κατά το μεγαλύτερο μέρος, παραιτηθεί από την αποστολή της. Απολύτως ενδεικτικό είναι αυτό που συνέβη και με την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής το έργο της οποίας -πριν καλά καλά συγκροτηθεί- εξελίχθηκε σε μια παρωδία με εμφανή κατάληξη την συγκάλυψη.
Η εκδήλωση της πανδημίας διευκόλυνε εκ των πραγμάτων σημαντικά αυτή την επιδίωξη η οποία στην πρώτη φάση του υγειονομικού προβλήματος ενδεχομένως είχε μια νομιμοποιητική βάση. Στην πορεία όμως η προσωρινότητα μετατράπηκε σε μονιμότητα και γι αυτό με την επίκληση των “έκτακτων συνθηκών” δρομολογήθηκαν και εφαρμόστηκαν αποφάσεις που υπό άλλες συνθήκες δεν θα μπορούσαν να σταθούν με τίποτα. Η αδιαφάνεια και οι απευθείας αναθέσεις έχουν γίνει πια καθεστώς συνεχίζοντας την αμαρτωλή πρακτική του παρελθόντος και το -χειρότερο- επιβάλλοντας τη συνήθεια και την ομερτά.
Το τοπίο που έχει διαμορφωθεί και οι τακτικές που εφαρμόζονται θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό τα μνημονιακά χρόνια, όταν και τότε -με αντίστοιχα εκφοβιστικά και διλημματικά επιχειρήματα- άρχισε η διάβρωση των δημοκρατικών θεσμών, η εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας και η επιβολή ενός νέου λανθάνοντος ολοκληρωτισμού. Από τις αρχές της πανδημίας άλλωστε υπήρχαν εκείνοι που είχαν προβλέψει ότι οι Έλληνες έχοντας “σκληραγωγηθεί” με τα μνημόνια θα δέχονταν πολύ ευκολότερα κάθε νέο μέτρο λόγω του κορονοϊού.
Η τρομοκρατία που ασκείται με εργαλείο τον εμβολιασμό φαίνεται να οδηγεί τώρα στο ανώτερο στάδιο του καθεστωτισμού. Με την κοινωνική οργή μεν στα ύψη αλλά τις αντιστάσεις, λόγω και της συνεχούς κόπωσης, πεσμένες, παρατηρείται μια αποθράσυνση που δεν έχει προηγούμενο, που σπάει κάθε αρνητικό ρεκόρ. Ο μιθριδατισμός από τη μία και ο φόβος που καλλιεργείται καθημερινά από την άλλη έχουν νεκρώσει κάθε ανακλαστικό, εν μέσω μιας γενικότερης πολιτικής και κομματικής ανυποληψίας.
Πώς αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός ότι οι αστυνομικές αρχές διεξάγουν έρευνα για εμπλοκή του εν ενεργεία αντιπροέδρου του ΣτΕ κ. Παν. Ευστρατίου σε υπόθεση ναρκωτικών και όχι μόνο δεν ευαισθητοποιείται και δεν παραιτείται ουδείς, αλλά δεν ανοίγει καν ρουθούνι. Το θέμα προσλαμβάνει και μια άλλη, πιο λεπτή αλλά και ουσιώδη διάσταση, λόγω των στενών σχέσεων που διατηρούσε με την πρώην πρόεδρο του ΣτΕ κ. Μαίρη Σαρπ την οποία η σημερινή κυβέρνηση τοποθέτησε, αμέσως μόλις έληξε θητείας της, στη θέση της προέδρου της νέας ενοποιημένης Αρχής που ελέγχει ζητήματα που αφορούν τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. Και μόνο αυτά, θα ήταν αρκετά για να εγείρουν σοβαρό ζήτημα σχετικά με τα κριτήρια και τις ισορροπίες, ακόμη και τις εξαρτήσεις, με τις οποίες συνδέονται και αλληλοεξυπηρετούνται η εκτελεστική εξουσία με θύλακες της δικαστικής, αλλά έχουν μετατραπεί πια σε “ψιλά γράμματα”. Κι ας είναι, κατά τον τύπο του ισχύοντος Συντάγματος, ανεξάρτητες μεταξύ τους εξουσίες. Πώς αλλιώς επίσης να εξηγηθεί η ανεκτικότητα σε φαινόμενα ασύλληπτα και αδιανόητα για άλλες εποχές όπως η “εισβολή” μιας δημοσιογράφου και τηλεπερσόνας, της κ. Σάσας Σταμάτη, σε σατιρική θεατρική παράσταση για να την σταματήσει επειδή ο ηθοποιός “τόλμησε” να πει μια ατάκα για τον Β. Μαρινάκη;
Εν τη αφελεία του ίσως, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Παναγιώτης Πικραμμένος εκστόμισε τον βαθύτερο και ανομολόγητο στόχο όλων αυτών, κάνοντας την ανατριχιαστική δήλωση ότι “εγώ θα προτιμούσα να σώσω μια ανθρώπινη ζωή παρά να πω ότι υπήρξα δημοκράτης. Θα έπαιρνα όποιο μέτρο είναι απαραίτητο”. Η δήλωση αυτή -που έγινε στο κρατικό ραδιόφωνο- “εξαφανίστηκε” από τα μέσα ενημέρωσης πλην της “δημοκρατίας” διότι οι επικοινωνιολόγοι του Μεγάρου Μαξίμου αντελήφθησαν την τεράστια ζημιά μιας τέτοιας ομολογίας. Ο κ. Πικραμμένος δεν έκανε ωστόσο τίποτε άλλο από το να περιγράψει -καθαγιάζοντάς το βέβαια- αυτό που συμβαίνει εδώ και περίπου δύο χρόνια: Στο όνομα του “γενικού καλού” -και πολύ περισσότερο όταν πλανάται ο φόβος μιας πανδημίας όπως αποδεικνύεται και τώρα με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό που τείνει να γίνει καθολικός- η δημοκρατία και οι λειτουργίες της μπαίνουν όλο και πιο πολύ στο σύγχρονο “γύψο”. Άλλο όμως να γίνεται σταδιακά με τη μέθοδο της σαλαμοποίησης κι άλλο να διαλαλείται κιόλας. Αυτό δεν πρόσεξε ο κ. αντιπρόεδρος...
Ανδρέας Καψαμπέλης