Από τον Παντελή Οικονόμου.  

(Επίκαιρη ερώτηση στον Πρωθυπουργό)

Τελικά την επομένη (και όχι ανήμερα όπως είχε προγραμματιστεί) της εθνικής μας επετείου, η απερχόμενη Καγκελάριος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Αθήνα. Πράγματι, τα Χριστούγεννα, η κυρία Merkel αποχωρεί, με το κόμμα της να έχει ηττηθεί και να μην συμμετέχει στην επόμενη κυβέρνηση. Το γεγονός αυτό περιορίζει το «ειδικό βάρος» των αξιώσεων που ενδέχεται να εγείρει κατά την επίσκεψή της. Η οποία επίσκεψη, αντιθέτως, προσφέρεται για την αδρή παρουσίαση των ελληνικών θέσεων στα διμερή θέματα που μας απασχολούν, στις συναντήσεις της με τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.

Ερωτάται συνεπώς ο Πρωθυπουργός αν θα θέσει δυο ερωτήματα προς την συνομιλήτρια του και αν θα γίνουν από την ελληνική πλευρά δυο απαραίτητες διευκρινίσεις.

Ερώτημα 1ο: Ως γνωστόν, η κυρία Merkel δήλωσε προ ημερών ότι «η πιο δύσκολη στιγμή της θητείας της ήταν όταν ζήτησε τόσα πολλά από τους Έλληνες». Η αλήθεια βέβαια είναι ότι παρά «τα τόσα πολλά που ζήτησε από τους Έλληνες», πήρε και συνεχίζει να παίρνει, ας μην ξεχνάμε, η χώρα μας παραμένει η μόνη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την ζώνη του ΕΥΡΩ που έχει αποστερηθεί την δημοσιονομική της κυριαρχία, η δημόσια περιουσία της παραμένει δεσμευμένη, οι τράπεζές της ενισχύονται κάθε τρεις και λίγο με κεφάλαια από τους φορολογούμενους της για να μην κλείσουν και το δημόσιο χρέος της κινείται σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα. Τα όσα μας πήρε λοιπόν η κυρία Merkel μόνο σε καλό δεν μας βγήκαν. Και αν, πράγματι, αισθάνεται άσχημα γι’ αυτό, ας εξηγήσει πως βλέπει να επανορθώνεται αυτή η απαράδεκτη αστοχία εις βάρος μας;

Ερώτημα 2ο: Η κυβέρνηση Merkel υπήρξε η πρώτη ομοσπονδιακή γερμανική κυβέρνηση που δήλωσε δια του Υπουργού Οικονομικών της ότι δεν αναγνωρίζει την υποχρέωση εξόφλησης του αναγκαστικού κατοχικού δανείου που είχε επιβάλλει στην Ελλάδα, ούτε καταβολής επανορθώσεων και αποζημιώσεων. Εδώ, η Γερμανία εκδηλώνει μια, απαράδεκτη, άρνηση καταβολής οφειλών της προς εμάς. Σκοπεύουν οι χρεώστες μας να καταβάλλουν άμεσα όσα μας οφείλουν ή προτιμούν να επιλύσουμε την διαφορά μας δικαστικά;

Διευκρίνιση 1η: Προ ετών, ο τότε Πρόεδρος των Η.Π.Α. Barack Obama δήλωσε δημόσια ότι η διάσωση της Ελλάδας για να πετύχει χρειάζονταν περισσότερα ευρωπαϊκά κεφάλαια. Για να εισπράξει την ιταμή απάντηση «Να σας δώσουμε την Ελλάδα, να μας δώσετε την Αϊτή;» από τον τότε Υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης Merkel, κύριο Schäuble. Αλλά και με πρόσφατες επίσημες δηλώσεις της εκπροσώπου της, εκθειάζεται η Καγκελάριος επειδή δεν αποδέχθηκε εισηγήσεις υπουργών της και «κράτησε την Ελλάδα στο ΕΥΡΩ». Η αλήθεια βέβαια είναι ότι τα λεφτά του ευρωπαϊκού δανείου προς την Ελλάδα τα έβαλε ο ESM και όχι η Γερμανία. Και η σχέση με τον πιστωτή μας είναι σχέση κράτους μέλους της ζώνης του ΕΥΡΩ με ευρωπαϊκό θεσμό και όχι διμερής σύμβαση Ελλάδος-Γερμανίας.

Διευκρίνηση 2η : Αλλά, πριν απ’ όλα, πρέπει να γίνει σαφές στην επισκέπτριά μας ότι ουδέποτε συνομολογήσαμε άγραφο, αορίστου βάσεως και χρόνου και εντελώς ξένο προς τα ευρωπαϊκά θέσμια, μνημόνιο με την Γερμανία το οποίο να προβλέπει:
να χρησιμοποιηθούν οι ευρωπαϊκοί πόροι ως επιδοτήσεις εξαγωγών προϊόντων της προς την Ελλάδα
να εκδηλώνουν ενδιαφέρον γερμανικές εταιρίες για δουλειές στην Ελλάδα με βασικό σχήμα «το ελληνικό δημόσιο τη γη, το ΕΣΠΑ, το Ταμείο Ανάκαμψης και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα τα λεφτά, εμείς την τεχνογνωσία» να αποφασίζουν γερμανικά συμφέροντα σε ποιον θα εκχωρηθούν ελληνικές δημόσιες επιχειρήσεις.

Η αλήθεια είναι ότι η απερχόμενη Καγκελάριος άσκησε πολιτική υπέρ των γερμανικών συμφερόντων, όπως τα καταλαβαίνει η ίδια, εις βάρος των ελληνικών. Και επιμένει στην ορθότητα της πολιτικής αυτής. Η ερώτηση στον Έλληνα Πρωθυπουργό λοιπόν είναι αν, και με την ευκαιρία της εθνικής μας επετείου, απαντήσει «ΟΧΙ» ακόμα και σε υποψία αξίωσης ευθυγράμμισής μας με αυτή την επιζήμια για τα ελληνικά συμφέροντα πολιτική.
 
Top