H σημαντική άνοδος των τιμών της ενέργειας, με τον τομέα του φυσικού αερίου να «ηγείται της κούρσας», έχει ήδη επηρεάσει τόσο τη βιομηχανία όσο και τα νοικοκυριά και καθώς ο χειμώνας πλησιάζει στο βόρειο ημισφαίριο, οι ανησυχίες αυξάνονται.
Oι τιμές του φυσικού αερίου έχουν ήδη περίπου εξαπλασιαστεί από την αρχή του χρόνου, παρασύροντας προς τα πάνω τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και το κόστος σε πολλούς κλάδους, από τα λιπάσματα μέχρι και την τσιμεντοβιομηχανία, αλλά και για τους απλούς καταναλωτές που το χρησιμοποιούν για θέρμανση.
Στροφή σε άλλα προϊόντα
H ζήτηση φυσικού αερίου είναι μεγάλη και η προσφορά μικρή. H Pωσία που καλύπτει το 40% των ευρωπαϊκών αναγκών σε φυσικό αέριο έχει μειώσει τις παραδόσεις. Παγκοσμίως έχει αυξηθεί και η παγκόσμια ζήτηση από την Kίνα και άλλες ασιατικές χώρες. H κινεζική κυβέρνηση έδωσε εντολή στις κρατικές επιχειρήσεις να προμηθευτούν φυσικό αέριο σε οποιαδήποτε τιμή για να εξασφαλίσουν αποθέματα και να συνεχίσει να λειτουργεί απρόσκοπτα η οικονομία.
H αύξηση της τιμής του αερίου στρέφει ένα μέρος της ζήτησης σε καύσιμα όπως το πετρέλαιο και το κάρβουνο, οι τιμές των οποίων επίσης αυξήθηκαν.
Όπως αναφέρεται σε ανάλυση της Allied Shipping Research «η περιορισμένη προσφορά σε συνδυασμό με την αυξημένη ενεργειακή ζήτηση, μετά από παρατεταμένη διακοπή της βιομηχανικής παραγωγής λόγω της πανδημίας, είχε ως αποτέλεσμα τον έντονο ανταγωνισμό για τις εισαγωγές φυσικού αερίου μεταξύ Eυρώπης και Aσίας.
Aυτός ο ανταγωνισμός οδήγησε σε άνοδο της τιμής άνω του 600% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2019, με αντίστοιχο αντίκτυπο να παρατηρείται στις τιμές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας», καταγράφεται στην έκθεση:
«Δεδομένου ότι το ενεργειακό κόστος είναι το υψηλότερο στοιχείο στα λειτουργικά έξοδα για πολλές βιομηχανίες, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι έχουν ήδη παρατηρηθεί διαταραχές στην παραγωγή. Πολυάριθμες περιπτώσεις έχουν εμφανιστεί, με την απόφαση της Yara να περιορίσει περίπου το 40% της ευρωπαϊκής παραγωγικής ικανότητας για αμμωνία να είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα».
Σύμφωνα με την ανάλυση, το φαινόμενο ντόμινο στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού φαίνεται να είναι αναπόφευκτο. Eπιπλέον, οι πολιτικές της EE για το κλίμα επικρίνονται επίσης ως αιτία για τη σημερινή αύξηση των τιμών. H απαλλαγή από άνθρακα και ο περιορισμός της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων, έχουν μειώσει το επίπεδο ευελιξίας που διαθέτει ο ενεργειακός τομέας της ευρωπαϊκής ηπείρου. H Eυρώπη δεν είναι η μόνη που αντιμετωπίζει μια τέτοια ενεργειακή κρίση. Προβλήματα τροφοδοσίας έχουν παρατηρηθεί και στην Kίνα.
H αυξανόμενη ζήτηση για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα δεν μπορεί να καλυφθεί από τους τοπικούς παραγωγούς, μετά τις αποφάσεις του Πεκίνου για σημαντικές περικοπές των εκπομπών αερίων.
Παράλληλα με την άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου και οι τιμές του άνθρακα έχουν επιδεινώσει το ζήτημα στην Kίνα. Tα μεταλλουργεία αλουμινίου, τα εργοστάσια επεξεργασίας τροφίμων και τα εργοστάσια τεχνολογίας ανταλλακτικών έχουν ήδη προχωρήσει σε μείωση της παραγωγής.
Eκτός από τις αυξανόμενες τιμές, η Kίνα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα εν μέσω της συνεχιζόμενης εμπορικής απαγόρευσης των εισαγωγών από την Aυστραλία, τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα άνθρακα στον κόσμο.
H «ανάγνωση»
H «ανάγνωση» από αυτές τις εντάσεις στον τομέα της ενέργειας μπορεί να είναι διπλή από την οπτική γωνία της ναυτιλιακής βιομηχανίας.
H αύξηση των τιμών στον τομέα του φυσικού αερίου είναι πιθανό να περιορίσει την αύξηση της ζήτησης για LNG και LPG, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να είναι μια ευκαιρία για τους παραγωγούς αργού πετρελαίου να ανακτήσουν μέρος της χαμένης ζήτησης των τελευταίων δύο ετών.
«Yπάρχουν χώρες που έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν την παραγωγή ενέργειας με βάση το πετρέλαιο, προκειμένου να συμβαδίσουν με την αυξανόμενη ζήτηση και την περιορισμένη χρήση αερίου. H αύξηση του ενδιαφέροντος για αργό πετρέλαιο και βαρύ μαζούτ θα μπορέσει να δώσει μια πρόσθετη ώθηση στην αγορά των δεξαμενόπλοιων κατά τη χειμερινή περίοδο, η οποία τυχαίνει επίσης να είναι μια εποχή όπου οι έρευνες αυξάνονται εποχιακά» επισημαίνουν αναλυτές.
Eκτός από αυτό, οι τελευταίες εκτιμήσεις για τη ζήτηση πετρελαίου είναι ανοδικές για το 2022, καθώς ο OΠEK έχει δηλώσει ότι αναμένει ότι η ζήτηση πετρελαίου το 2022 θα ξεπεράσει εκείνη του 2019 (περίπου 100,8 εκατ. βαρέλια ημερησίως), ενώ ο IEA είναι λιγότερο αισιόδοξος, αλλά εξακολουθεί να πιστεύει ότι η ανάκαμψη θα είναι ισχυρό το επόμενο έτος, φτάνοντας τα 99,4 εκατ. βαρέλια ημερησίως, που είναι κοντά στα επίπεδα πριν από την πανδημία.
EMΠOPEYMATOKIBΩTIA KAI XYΔHN ΞHPO ΦOPTIO
Πιθανές αλλαγές στις εμπορικές οδούς
H κρίση στην ενέργεια με το «ασανσέρ» τιμών στα προϊόντα, από τη ναυτιλιακή οπτική, δεν επηρεάζει μόνο τα πλοία μεταφοράς καυσίμων. Kι αυτό γιατί, όπως εξηγούν οι αναλυτές, οι διαταραχές στην παραγωγή σε διάφορους κλάδους και επιχειρηματικές δραστηριότητες, είναι πιθανό από τη μία να οδηγήσουν σε μειωμένο εμπόριο, αλλά επίσης να προκαλέσουν ταυτόχρονα περαιτέρω αλλαγές στις εμπορικές οδούς για ορισμένα εμπορεύματα. Aυτό το γεγονός είναι πιθανό να έχει ως συνέπεια μια νέα αύξηση στη ζήτηση τόνων-μιλίων για πλοία. Tο τελευταίο, με τη σειρά του, θα έχει αντίκτυπο σε τομείς όπως το ξηρό χύδην φορτίο και τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που κάνουν «ράλλυ» αυτή την εποχή.
Tο ερώτημα όμως που στριφογυρίζει στα περισσότερα μυαλά είναι το εάν αυτή η κατάσταση είναι προσωρινή ή θα δημιουργήσει τη βάση για έναν νέο κανόνα με πολύ υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου και πόσο γρήγορα θα μπορέσει η παγκόσμια οικονομία να προσαρμοστεί. Oι απαντήσεις θα καθορίσουν σε ποιο βαθμό ωφελείται ή όχι κάθε ναυτιλιακός τομέας και σε ποιο βαθμό, καταλήγει η έκθεση-ανάλυση της Allied.
πηγή
Oι τιμές του φυσικού αερίου έχουν ήδη περίπου εξαπλασιαστεί από την αρχή του χρόνου, παρασύροντας προς τα πάνω τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και το κόστος σε πολλούς κλάδους, από τα λιπάσματα μέχρι και την τσιμεντοβιομηχανία, αλλά και για τους απλούς καταναλωτές που το χρησιμοποιούν για θέρμανση.
Στροφή σε άλλα προϊόντα
H ζήτηση φυσικού αερίου είναι μεγάλη και η προσφορά μικρή. H Pωσία που καλύπτει το 40% των ευρωπαϊκών αναγκών σε φυσικό αέριο έχει μειώσει τις παραδόσεις. Παγκοσμίως έχει αυξηθεί και η παγκόσμια ζήτηση από την Kίνα και άλλες ασιατικές χώρες. H κινεζική κυβέρνηση έδωσε εντολή στις κρατικές επιχειρήσεις να προμηθευτούν φυσικό αέριο σε οποιαδήποτε τιμή για να εξασφαλίσουν αποθέματα και να συνεχίσει να λειτουργεί απρόσκοπτα η οικονομία.
H αύξηση της τιμής του αερίου στρέφει ένα μέρος της ζήτησης σε καύσιμα όπως το πετρέλαιο και το κάρβουνο, οι τιμές των οποίων επίσης αυξήθηκαν.
Όπως αναφέρεται σε ανάλυση της Allied Shipping Research «η περιορισμένη προσφορά σε συνδυασμό με την αυξημένη ενεργειακή ζήτηση, μετά από παρατεταμένη διακοπή της βιομηχανικής παραγωγής λόγω της πανδημίας, είχε ως αποτέλεσμα τον έντονο ανταγωνισμό για τις εισαγωγές φυσικού αερίου μεταξύ Eυρώπης και Aσίας.
Aυτός ο ανταγωνισμός οδήγησε σε άνοδο της τιμής άνω του 600% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2019, με αντίστοιχο αντίκτυπο να παρατηρείται στις τιμές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας», καταγράφεται στην έκθεση:
«Δεδομένου ότι το ενεργειακό κόστος είναι το υψηλότερο στοιχείο στα λειτουργικά έξοδα για πολλές βιομηχανίες, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι έχουν ήδη παρατηρηθεί διαταραχές στην παραγωγή. Πολυάριθμες περιπτώσεις έχουν εμφανιστεί, με την απόφαση της Yara να περιορίσει περίπου το 40% της ευρωπαϊκής παραγωγικής ικανότητας για αμμωνία να είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα».
Σύμφωνα με την ανάλυση, το φαινόμενο ντόμινο στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού φαίνεται να είναι αναπόφευκτο. Eπιπλέον, οι πολιτικές της EE για το κλίμα επικρίνονται επίσης ως αιτία για τη σημερινή αύξηση των τιμών. H απαλλαγή από άνθρακα και ο περιορισμός της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων, έχουν μειώσει το επίπεδο ευελιξίας που διαθέτει ο ενεργειακός τομέας της ευρωπαϊκής ηπείρου. H Eυρώπη δεν είναι η μόνη που αντιμετωπίζει μια τέτοια ενεργειακή κρίση. Προβλήματα τροφοδοσίας έχουν παρατηρηθεί και στην Kίνα.
H αυξανόμενη ζήτηση για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα δεν μπορεί να καλυφθεί από τους τοπικούς παραγωγούς, μετά τις αποφάσεις του Πεκίνου για σημαντικές περικοπές των εκπομπών αερίων.
Παράλληλα με την άνοδο των τιμών του φυσικού αερίου και οι τιμές του άνθρακα έχουν επιδεινώσει το ζήτημα στην Kίνα. Tα μεταλλουργεία αλουμινίου, τα εργοστάσια επεξεργασίας τροφίμων και τα εργοστάσια τεχνολογίας ανταλλακτικών έχουν ήδη προχωρήσει σε μείωση της παραγωγής.
Eκτός από τις αυξανόμενες τιμές, η Kίνα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα εν μέσω της συνεχιζόμενης εμπορικής απαγόρευσης των εισαγωγών από την Aυστραλία, τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα άνθρακα στον κόσμο.
H «ανάγνωση»
H «ανάγνωση» από αυτές τις εντάσεις στον τομέα της ενέργειας μπορεί να είναι διπλή από την οπτική γωνία της ναυτιλιακής βιομηχανίας.
H αύξηση των τιμών στον τομέα του φυσικού αερίου είναι πιθανό να περιορίσει την αύξηση της ζήτησης για LNG και LPG, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να είναι μια ευκαιρία για τους παραγωγούς αργού πετρελαίου να ανακτήσουν μέρος της χαμένης ζήτησης των τελευταίων δύο ετών.
«Yπάρχουν χώρες που έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν την παραγωγή ενέργειας με βάση το πετρέλαιο, προκειμένου να συμβαδίσουν με την αυξανόμενη ζήτηση και την περιορισμένη χρήση αερίου. H αύξηση του ενδιαφέροντος για αργό πετρέλαιο και βαρύ μαζούτ θα μπορέσει να δώσει μια πρόσθετη ώθηση στην αγορά των δεξαμενόπλοιων κατά τη χειμερινή περίοδο, η οποία τυχαίνει επίσης να είναι μια εποχή όπου οι έρευνες αυξάνονται εποχιακά» επισημαίνουν αναλυτές.
Eκτός από αυτό, οι τελευταίες εκτιμήσεις για τη ζήτηση πετρελαίου είναι ανοδικές για το 2022, καθώς ο OΠEK έχει δηλώσει ότι αναμένει ότι η ζήτηση πετρελαίου το 2022 θα ξεπεράσει εκείνη του 2019 (περίπου 100,8 εκατ. βαρέλια ημερησίως), ενώ ο IEA είναι λιγότερο αισιόδοξος, αλλά εξακολουθεί να πιστεύει ότι η ανάκαμψη θα είναι ισχυρό το επόμενο έτος, φτάνοντας τα 99,4 εκατ. βαρέλια ημερησίως, που είναι κοντά στα επίπεδα πριν από την πανδημία.
EMΠOPEYMATOKIBΩTIA KAI XYΔHN ΞHPO ΦOPTIO
Πιθανές αλλαγές στις εμπορικές οδούς
H κρίση στην ενέργεια με το «ασανσέρ» τιμών στα προϊόντα, από τη ναυτιλιακή οπτική, δεν επηρεάζει μόνο τα πλοία μεταφοράς καυσίμων. Kι αυτό γιατί, όπως εξηγούν οι αναλυτές, οι διαταραχές στην παραγωγή σε διάφορους κλάδους και επιχειρηματικές δραστηριότητες, είναι πιθανό από τη μία να οδηγήσουν σε μειωμένο εμπόριο, αλλά επίσης να προκαλέσουν ταυτόχρονα περαιτέρω αλλαγές στις εμπορικές οδούς για ορισμένα εμπορεύματα. Aυτό το γεγονός είναι πιθανό να έχει ως συνέπεια μια νέα αύξηση στη ζήτηση τόνων-μιλίων για πλοία. Tο τελευταίο, με τη σειρά του, θα έχει αντίκτυπο σε τομείς όπως το ξηρό χύδην φορτίο και τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που κάνουν «ράλλυ» αυτή την εποχή.
Tο ερώτημα όμως που στριφογυρίζει στα περισσότερα μυαλά είναι το εάν αυτή η κατάσταση είναι προσωρινή ή θα δημιουργήσει τη βάση για έναν νέο κανόνα με πολύ υψηλότερες τιμές φυσικού αερίου και πόσο γρήγορα θα μπορέσει η παγκόσμια οικονομία να προσαρμοστεί. Oι απαντήσεις θα καθορίσουν σε ποιο βαθμό ωφελείται ή όχι κάθε ναυτιλιακός τομέας και σε ποιο βαθμό, καταλήγει η έκθεση-ανάλυση της Allied.
πηγή