Συχνά το έπος του ’40 ανάγεται σε όρους ανδρείας, υπέρβασης και ελληνικού μεγαλείου ψυχής, για τις ανάγκες τόνωσης του εθνικού μας φρονήματος και ενίσχυσης του αφηγήματος για τους «ήρωες που πολεμούν σαν Έλληνες».

Η αλήθεια είναι όμως ότι κανένας πόλεμος δεν κερδήθηκε με την ιαχή «αέρα». Το ηθικό είναι καθοριστικός παράγοντας στη μάχη, αλλά προαπαιτούμενα για αυτό είναι η πειθαρχία, η οργάνωση και η πολεμική ετοιμότητα. Η Ελλάδα δεν διέθετε τίποτε από αυτά το 1922 ή νωρίτερα το 1897, εξ ου και συνετρίβη. Τα διέθετε όμως τον Οκτώβριο του ‘40 και αυτός είναι ο λόγος που το τελεσίγραφο του Εμμανουέλε Γκράτσι δεν έγινε αποδεκτό.

Η αντίληψη ότι η Ελλάδα νίκησε με σφεντόνες τις υπέρτερες στρατιές του Μουσολίνι είναι φυσικά ένας μύθος. Όχι μόνο διέθετε εξοπλιστική επάρκεια για τον πόλεμο που επέλεξε να κάνει, στη δύσβατη Πίνδο, αλλά είχε φροντίσει να έχει και κάποιους άσους στο μανίκι της. Και ένας από αυτούς ήταν και μια κρυμμένη αεροπορική βάση σε απόσταση αναπνοής από το Μέτωπο της Αλβανίας. Στην οποία γράφτηκαν μερικές από τις πιο λαμπρές σελίδες της Αεροπορικής Ιστορίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ακριβώς γιατί ο εχθρός δεν έμαθε ποτέ ότι υπήρχε.

Το μυστικό, πρόχειρο αεροδρόμιο είχε στηθεί δίπλα στον Αχέροντα, στον κάμπο της Παραμυθιάς. Μια περιοχή που ονομάζεται έως και σήμερα «αεροδρόμιο», αλλά για τον αδαή επισκέπτη είναι δύσκολο να αντιληφθεί το λόγο της ονομασίας. Να φανταστεί δηλαδή ότι πριν από περίπου 70 χρόνια, σε αυτή την ήσυχη σήμερα κοιλάδα, έβγαζαν «πολεμικά» μουγκρητά οι κινητήρες αεροσκαφών που απογειώνονταν για να βομβαρδίσουν ιταλικές θέσεις.

Ο χωμάτινος (!) διάδρομος απογείωσης είχε κατασκευαστεί ανάμεσα σε δύο βουνά, δίπλα σε παραπόταμο του Αχέροντα. Εξαιτίας της θέσης του, διατήρησε για πολύ καιρό τη μυστικότητα του, δίνοντας τη δυνατότητα τόσο στη Ελληνική Βασιλική Αεροπορία, όσο και στη RAF να επιχειρούν με καταδιωκτικά και βομβαρδιστικά υποστηρίζοντας την προσπάθεια του ελληνικού στρατού στο αλβανικό μέτωπο.




Η πεδιάδα της Παραμυθιάς, διαμορφώθηκε σε πεδίο προσγείωσης αεροπλάνων κατά τα τέλη του 1939, στο πλαίσιο της αμυντικής ετοιμότητας της χώρας. Με το ξέσπασμα του πολέμου το αεροδρόμιο δεν είχε τεθεί σε λειτουργία, καθώς οι επιχειρήσεις διεκπεραιώνονταν από τα δύο αεροδρόμια των Ιωαννίνων, το βόρειο εκεί που είναι έως σήμερα και το αεροδρόμιο Κατσικά.

Επιχειρησιακοί λόγοι όμως, κατέστησαν αναγκαία τη χρήση του αεροδρομίου Παραμυθιάς, η οποία ξεκίνησε στις αρχές Φεβρουαρίου 1941, με επιχειρήσεις καταδιωκτικών αεροπλάνων της Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας.

Λίγες ημέρες αργότερα και καθώς οι αποστολές έβαιναν από εκεί με επιτυχία, η ηγεσία της Βρετανικής Βασιλικής Αεροπορίας της RAF, η οποία αναδείχτηκε σημαντική αρωγός στις επιχειρήσεις των Ελλήνων, πείστηκε να ξεκινήσει από την Παραμυθιά αποστολές βομβαρδισμού ιταλικών θέσεων στην Αλβανία.

Η δραστηριότητα τους επόμενους δύο μήνες, με αποστολές βομβαρδισμού και υποστήριξης των ελληνικών στρατευμάτων ήταν αποτελεσματικές. Καθώς το αεροδρόμιο συνέχιζε να διατηρεί τη μυστικότητά του, συνεχίστηκε με ανάλογες επιχειρήσεις έως περίπου τις αρχές του Απρίλη 1941, οπότε η κλεψύδρα άρχισε να μετρά αντίστροφα για την Ελλάδα, ενόψει της γερμανικής εισβολής. Η αυλαία της αξιοποίησης του έπεσε με τραγικό τρόπο την 13η Απριλίου 1941. Τότε η 211η Μοίρα Βομβαρδισμού της RAF αποδεκατίστηκε πάνω από τις Πρέσπες, χάνοντας μέσα σε μία αποστολή, 16 αεροπόρους και 6 αεροπλάνα.

Σήμερα, η περιοχή αποτελείται από καλλιεργήσιμες εκτάσεις, ελαιώνες και βοσκοτόπια, που δεν θυμίζουν σε τίποτα το ένδοξο παρελθόν του τόπου.

Το 2006 ένας φοιτητής του Φυσικού Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, ο Ευθύμιος Σέρμπης, ξεκίνησε μια έρευνα μέσω αναζήτησης πρωτογενούς υλικού για το «αεροδρόμιο» της Παραμυθιάς, έχοντας παρακινηθεί από τις ιστορίες που το συνοδεύουν. Η μελέτη του οδήγησε στην εκπόνηση του δικού του σύγγραμματος, με τίτλο «Μνήμες στην Κοιλάδα των Παραμυθιών», το οποίο φιλοξενεί μαρτυρίες εν ζωή πρωταγωνιστών και στοιχεία από τα ιστορικά αρχεία της Ελλάδας, της Ιταλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Για τις ανάγκες του αφιερώματος, ο κ. Σέρμπης, ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας σήμερα, μίλησε μεταξύ άλλων με τον James Dunnet, έναν από τους τελευταίους ιπτάμενους της 211 Squadron της RAF, όπως είχε δηλώσει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Είχε ξεχωρίσει ως μία από τις κορυφαίες στιγμές της έρευνάς του τη συνομιλία με τον Άγγλο, αποβιώσαντα πια, αεροπόρο, κάνοντας λόγο για τη «συγκινησιακή φόρτιση» που προκάλεσε η διαυγής μνήμη του και εξιστόρηση των γεγονότων.
Αν και αποτελούσε μια πρόχειρη, προκεχωρημένη αεροπορική βάση, που θα ήταν εύκολος στόχος για τον εχθρό, το αεροδρόμιο της Παραμυθιάς είχε το δικό του μερίδιο συνεισφοράς στην αίσια για την Ελλάδα έκβαση του πολέμου, επιβεβαιώνοντας με αυτήν ότι πάνω απ’ όλες τις αρετές σε μια εμπόλεμη κατάσταση στέκει η προετοιμασία και η στρατηγική.

Πηγή Φωτογραφιών: Tanea.gr, paramythia-online.gr
 
Top