Ο δείκτης θετικότητας των 7 ημερών θα συνεχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας παρά την αύξηση των εμβολιασμών και την αντίθεση εντύπωση που έχει δημιουργηθεί.
«Ο δείκτης θετικότητας δεν ήταν ποτέ η μόνη παράμετρος για την εκτίμηση της κατάστασης της πανδημίας. Αλλά είναι και θα παραμείνει μια σημαντική παράμετρος», δήλωσε σήμερα εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας. Παραμένει όμως ασαφές εάν μέτρα όπως το κλείσιμο των σχολείων πρέπει να συνεχίσουν να συνδέονται με ορισμένες τιμές του δείκτη θετικότητας ή όχι.
Ο δείκτης θετικότητας δείχνει τον αριθμό των λοιμώξεων ανά 100.000 κατοίκους εντός επτά ημερών. Έως τώρα, ο δείκτης αυτός υπήρξε η βάση για πολλούς περιορισμούς κατά τη διάρκεια της πανδημίας, για παράδειγμα στο πλαίσιο του ομοσπονδιακού φρένου έκτακτης ανάγκης που έληξε στα τέλη Ιουνίου. Στο μέλλον, θα λαμβάνονται υπόψη και πρόσθετοι δείκτες, όπως είναι ο αριθμός των εισαγωγών στα νοσοκομεία. «Αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνει αντιληπτό ως απόκλιση από τον επταήμερο δείκτη θετικότητας. Δεν υπάρχει επίσης καμία αλλαγή της πολιτικής στρατηγικής που να σχετίζεται με κάτι τέτοιο», τονιζόταν από το υπουργείο Υγείας.
Η εφημερίδα «Bild», επικαλούμενη ένα «εσωτερικό έγγραφο» του Ινστιτούτου Ρόμπερτ Κοχ (RKI), έκανε σήμερα λόγο για μια «στροφή στην πολιτική αντιμετώπισης του κορωνοϊού», αφού ο δείκτης θετικότητας δεν θα παίζει αποφασιστικό ρόλο για την λήψη μέτρων αντιμετώπισης του κορωνοϊού. Σύμφωνα με την εφημερίδα στο εν λόγω έγγραφο έγγραφο, το RKI συστήνει στους πολιτικούς «τον αριθμό των εισαγωγών στα νοσοκομείο» ως έναν επιπλέον βασικό δείκτη.
Ο ομοσπονδιακός υπουργός Υγείας Γενς Σπαν υποχρεώνει πάντως τις κλινικές από την Τρίτη να παρέχουν περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με τους ασθενείς Covid. «Δεδομένου ότι εμβολιάζονται οι ομάδες υψηλού κινδύνου, ο δείκτης θετικότητας δεν σημαίνει αυτόματα ένα εξίσου υψηλό επίπεδο επιβάρυνσης των νοσοκομείων σε κλίνες. Ο δείκτης γίνεται όλο και λιγότερο σημαντικός, τώρα χρειαζόμαστε πιο λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση στις κλινικές», έγραψε ο Σπαν στο tWITTER.
Πάντως υπήρξε μια σύγχυση σχετικά με το τι ακριβώς πρέπει να κάνουν οι κλινικές διαφορετικά από πριν. Ο διευθύνων σύμβουλος της Γερμανικής Ένωσης Νοσοκομείων (DKG) Γκέραλντ Γκας δήλωσε σήμερα στο Δίκτυο Συντακτών της Γερμανίας (Redaktionsnetzwerk Deutschland)
ότι «είναι μεν απολύτως λογικό να συμπεριληφθεί και η κάλυψη των κλινών των νοσοκομείων στους δείκτες προκειμένου να εκτιμηθούν οι κίνδυνοι της πανδημίας και να ληφθούν τα κατάλληλα πρακτικά προστατευτικά μέτρα, ωστόσο, υπάρχει ήδη υποχρέωση αναφοράς των ασθενών με κορωνοϊό. Οι κλινικές πρέπει να αναφέρουν στις υγειονομικές αρχές ύποπτα κρούσματα, ασθενείς ή θανάτους σε σχέση με την Covid-19. Επιπλέον, υφίσταται υποχρέωση περαιτέρω πληροφόρησης σχετικά με το χρόνο ή την περίοδο της μόλυνσης και επίσης για την κατάσταση των εμβολιασμών», όπως είπε.
Επίσης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ δήλωσε σήμερα ότι, «χάρη στους εμβολιασμούς, βρισκόμαστε σε πολύ καλή κατάσταση. Η οικονομία και το εμπόριο μπορούν να λειτουργήσουν, η πολιτιστική ζωή επιστρέφει. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι επιστρέψαμε ήδη στην κανονικότητα, αν με την λέξη κανονικότητα εννοούμε την κατάσταση πριν από την πανδημία. Μια ματιά στις γειτονικές χώρες καθιστά σαφές ότι οι χαμηλοί αριθμοί κρουσμάτων θα μπορούσαν σύντομα να αυξηθούν και πάλι με εκρηκτικό τρόπο. Ο εμβολιασμός άλλαξε μεν την συνολική εικόνα, αλλά δεν είμαστε ακόμη επαρκώς προετοιμασμένοι για την περίπτωση που οι αριθμοί αυξηθούν και πάλι κατά πολύ», τόνισε.
Τέλος, ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ δήλωσε επίσης ότι «είναι πρόωρο να απομακρυνθούμε από τον επταήμερο δείκτη θετικότητας για να αξιολογήσουμε την κατάσταση». Ο επικεφαλής της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) τάχθηκε επίσης σήμερα στο Μόναχο «υπέρ της διατήρησης μέτρων όπως οι μάσκες και η τήρηση των αποστάσεων μέχρι να εμβολιαστούν περισσότερα άτομα».