Το στοίχημα στις… λεπίδες
Η Berkshire Hathaway του Μπάφετ αγόρασε έναντι 600 εκατ. δολ. προνομιούχες μετοχές της Gillette το 1989. Οι μετοχές του απέφεραν ένα μέρισμα 8,75% και έπρεπε να εξαργυρωθούν μετά από 10 χρόνια και να μετατραπούν σε κοινές μετοχές με 50$ ανά μετοχή. Παράλληλα, ο Μπάφετ μπήκε στο ΔΣ της εταιρείας. Ηταν ακριβώς αυτό που έψαχνε: ισχυρό μπραντ, μερίδα του λέοντος στην αγορά ξυριστικών, επικέντρωση σε καθημερινά προϊόντα και απλό επιχειρηματικό μοντέλο.
Η Gillette το 1990 αντάλλαξε τις προνομιούχες μετοχές του Μπάφετ με 12 εκατ. κοινές μετοχές, που αντιστοιχούσαν σε 11% μερίδιο της εταιρείας. Η επένδυση απέδωσε καρπούς γρήγορα. Μαζί με την Coca Cola αντιστοιχούσε σχεδόν σε 1,5 δισ. δολ. από την αύξηση κατά 2,1 δισ. των καθαρών περιουσιακών στοιχείων της Berkshire το 1991.
Ο Μπάφετ εκείνη τη χρονιά έλεγε στους επενδυτές: «Coca-Cola και Gillette είναι δυο από τις καλύτερες εταιρείες στον κόσμο και περιμένουμε αύξηση των κερδών τους σε δυσθεώρητα ύψη τα επόμενα χρόνια».
Η αγάπη του μεγαλοεπενδυτή για τα ξυραφάκια
Ο Μπάφετ θριαμβολογούσε για την κυριαρχία της Gillette σε επιστολή του το 1993, σημειώνοντας ότι είχε μερίδιο αγοράς 60% διεθνώς. Κι έναν χρόνο μετά είπε στους επενδυτές ότι το μερίδιο της Berkshire στην εταιρεία της απέδωσε το 7% των παγκόσμιων εσόδων της αγοράς ξυραφιών και λεπίδων.
Σε άλλη επιστολή του το 1995 θρηνούσε ότι ήταν «υπερβολικά έξυπνος» όταν αγόρασε την προνομιούχα μετοχή της Gillette αντί της κοινής μετοχής. Η Berkshire θα είχε 555 εκατομμύρια δολάρια περισσότερα αν είχε κρατήσει τα πράγματα απλά, καθώς το μερίδιό τηςυ θα αξίζει επιπλέον 625 εκατομμύρια, με κόστος μόνο 70 εκατομμύρια δολάρια σε μερίσματα.
Το 1996 εξήγησε γιατί προτιμά τις αξιόπιστες, καλά θεμελιωμένες εταιρείες αντί των τεχνολογικών startups ή μικρότερων εταιρειών του βιομηχανικού κλάδου. «Προτιμώ να έχω σίγουρα καλά αποτελέσματα παρά να ελπίζω σε τεράστια αποτελέσματα».
Το 1997 το μερίδιο του Μπάφετ στην Gillette ήταν στα 4,8 δισ.
«Εάν η διαφορά μεταξύ του να έχεις υπέροχα ξυρίσματα και πολλά έτσι κι έτσι ξυρίσματα με πολλές γρατσουνιές, είναι 10 ή 12 δολάρια το χρόνο παραπάνω, αυτό δεν θα κάνει πολλούς ανθρώπους να αλλάξουν τις συνήθειές τους», είχε αναφέρει.
Στη συνέχεια με το ξυράφι Sensor η Gillette επεκτάθηκε στο γυναικείο καταναλωτικό κοινό.
Η Berkshire Hathaway του Μπάφετ αγόρασε έναντι 600 εκατ. δολ. προνομιούχες μετοχές της Gillette το 1989. Οι μετοχές του απέφεραν ένα μέρισμα 8,75% και έπρεπε να εξαργυρωθούν μετά από 10 χρόνια και να μετατραπούν σε κοινές μετοχές με 50$ ανά μετοχή. Παράλληλα, ο Μπάφετ μπήκε στο ΔΣ της εταιρείας. Ηταν ακριβώς αυτό που έψαχνε: ισχυρό μπραντ, μερίδα του λέοντος στην αγορά ξυριστικών, επικέντρωση σε καθημερινά προϊόντα και απλό επιχειρηματικό μοντέλο.
Η Gillette το 1990 αντάλλαξε τις προνομιούχες μετοχές του Μπάφετ με 12 εκατ. κοινές μετοχές, που αντιστοιχούσαν σε 11% μερίδιο της εταιρείας. Η επένδυση απέδωσε καρπούς γρήγορα. Μαζί με την Coca Cola αντιστοιχούσε σχεδόν σε 1,5 δισ. δολ. από την αύξηση κατά 2,1 δισ. των καθαρών περιουσιακών στοιχείων της Berkshire το 1991.
Ο Μπάφετ εκείνη τη χρονιά έλεγε στους επενδυτές: «Coca-Cola και Gillette είναι δυο από τις καλύτερες εταιρείες στον κόσμο και περιμένουμε αύξηση των κερδών τους σε δυσθεώρητα ύψη τα επόμενα χρόνια».
Η αγάπη του μεγαλοεπενδυτή για τα ξυραφάκια
Ο Μπάφετ θριαμβολογούσε για την κυριαρχία της Gillette σε επιστολή του το 1993, σημειώνοντας ότι είχε μερίδιο αγοράς 60% διεθνώς. Κι έναν χρόνο μετά είπε στους επενδυτές ότι το μερίδιο της Berkshire στην εταιρεία της απέδωσε το 7% των παγκόσμιων εσόδων της αγοράς ξυραφιών και λεπίδων.
Σε άλλη επιστολή του το 1995 θρηνούσε ότι ήταν «υπερβολικά έξυπνος» όταν αγόρασε την προνομιούχα μετοχή της Gillette αντί της κοινής μετοχής. Η Berkshire θα είχε 555 εκατομμύρια δολάρια περισσότερα αν είχε κρατήσει τα πράγματα απλά, καθώς το μερίδιό τηςυ θα αξίζει επιπλέον 625 εκατομμύρια, με κόστος μόνο 70 εκατομμύρια δολάρια σε μερίσματα.
Το 1996 εξήγησε γιατί προτιμά τις αξιόπιστες, καλά θεμελιωμένες εταιρείες αντί των τεχνολογικών startups ή μικρότερων εταιρειών του βιομηχανικού κλάδου. «Προτιμώ να έχω σίγουρα καλά αποτελέσματα παρά να ελπίζω σε τεράστια αποτελέσματα».
Το 1997 το μερίδιο του Μπάφετ στην Gillette ήταν στα 4,8 δισ.
«Εάν η διαφορά μεταξύ του να έχεις υπέροχα ξυρίσματα και πολλά έτσι κι έτσι ξυρίσματα με πολλές γρατσουνιές, είναι 10 ή 12 δολάρια το χρόνο παραπάνω, αυτό δεν θα κάνει πολλούς ανθρώπους να αλλάξουν τις συνήθειές τους», είχε αναφέρει.
Στη συνέχεια με το ξυράφι Sensor η Gillette επεκτάθηκε στο γυναικείο καταναλωτικό κοινό.
Η μετατροπή των λεπίδων σε… μπαταρίες
Η πρωτοφανής επιτυχία της Gillette έκανε την Procter & Gamble να εξαγοράσει την εταιρεία το 2005. Η Berkshire έλαβε 0,975 μετοχές της P&G για καθεμιά της Gillette – αξίας 4,3 δισ. δολ. στα τέλη του 2004. Επίσης, αγόρασε πρόσθετες μετοχές της P&G για να χτίσει μια θέση 100 εκατ. μετοχών ή 3% του ομίλου συσκευασμένων αγαθών. Η θέση αυτή κόστισε 940 εκατ. δολ. και στα τέλη του 2005 άξιζε 5,8 δισ. δολ.
Ωστόσο, ο Μπάφετ το μείωσε το 2008 και το 2009 αφού ήθελε περισσότερο ρευστό για να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις του σε Goldman Sachs, General Electric, και άλλες εταιρείες που διψούσαν για ρευστό κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Το 2014 ήρθε η επόμενη μεγάλη κίνηση: η εξαγορά της Duracell. Η Gillette είχε αποκτήσει τις δραστηριότητες μπαταριών στα τέλη του ’90, πράγμα που σημαίνει ότι ήταν στην ιδιοκτησία της P&G.
Ο Μπάφετ αντάλλαξε τις μετοχές των 4,7 δισ. της P&G stock και ρευστό 1,8 δισ. για την απόκτηση της Duracell. Αυτό σημαίνει ότι απέφυγε τον φόρο κεφαλαιουχικών κερδών που θα του επιβαλλόταν αν πουλούσε τις μετοχές του.
Οταν την αγόρασε ο Μπάφετ η Duracell προσπαθούσε να επιβιώσει και είχε άμεση ανάγκη από ρευστό. Ωστόσο, ο Μπάφετ ήταν στο ΔΣ της Gillette όταν εξαγόρασε την Duracell και είχε γίνει μάρτυρας του τι θα μπορούσε να κάνει αν διοικούνταν σωστά, όπως είπε σε συνάντηση των μετόχων το 2018. «Πρέπει να βγάλει πιο πολλά χρήματα από αυτά που βγάζει τώρα και θα τα βγάλει», είχε πει για την Duracell.
Για την ιστορία, η Berkshire συνεχίζει να κατέχει περί τις 315.000 μετοχές της P&G – ένα μερίδιο αξίας 43 εκατ. δολ. Επίσης συνεχίζει να έχει και μερίδιο της Gillette και το πιο πιθανό είναι ότι ετοιμάζεται για το επόμενο deal στα πρότυπα της Duracell, μιας εταιρείας που φτιάχνει ξυράφια και που έγινε ακόμα μια επιχείρηση αξίας πολλών δισ. που προστέθηκε στη συλλογή Μπάφετ.
Η πρωτοφανής επιτυχία της Gillette έκανε την Procter & Gamble να εξαγοράσει την εταιρεία το 2005. Η Berkshire έλαβε 0,975 μετοχές της P&G για καθεμιά της Gillette – αξίας 4,3 δισ. δολ. στα τέλη του 2004. Επίσης, αγόρασε πρόσθετες μετοχές της P&G για να χτίσει μια θέση 100 εκατ. μετοχών ή 3% του ομίλου συσκευασμένων αγαθών. Η θέση αυτή κόστισε 940 εκατ. δολ. και στα τέλη του 2005 άξιζε 5,8 δισ. δολ.
Ωστόσο, ο Μπάφετ το μείωσε το 2008 και το 2009 αφού ήθελε περισσότερο ρευστό για να χρηματοδοτήσει τις επενδύσεις του σε Goldman Sachs, General Electric, και άλλες εταιρείες που διψούσαν για ρευστό κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Το 2014 ήρθε η επόμενη μεγάλη κίνηση: η εξαγορά της Duracell. Η Gillette είχε αποκτήσει τις δραστηριότητες μπαταριών στα τέλη του ’90, πράγμα που σημαίνει ότι ήταν στην ιδιοκτησία της P&G.
Ο Μπάφετ αντάλλαξε τις μετοχές των 4,7 δισ. της P&G stock και ρευστό 1,8 δισ. για την απόκτηση της Duracell. Αυτό σημαίνει ότι απέφυγε τον φόρο κεφαλαιουχικών κερδών που θα του επιβαλλόταν αν πουλούσε τις μετοχές του.
Οταν την αγόρασε ο Μπάφετ η Duracell προσπαθούσε να επιβιώσει και είχε άμεση ανάγκη από ρευστό. Ωστόσο, ο Μπάφετ ήταν στο ΔΣ της Gillette όταν εξαγόρασε την Duracell και είχε γίνει μάρτυρας του τι θα μπορούσε να κάνει αν διοικούνταν σωστά, όπως είπε σε συνάντηση των μετόχων το 2018. «Πρέπει να βγάλει πιο πολλά χρήματα από αυτά που βγάζει τώρα και θα τα βγάλει», είχε πει για την Duracell.
Για την ιστορία, η Berkshire συνεχίζει να κατέχει περί τις 315.000 μετοχές της P&G – ένα μερίδιο αξίας 43 εκατ. δολ. Επίσης συνεχίζει να έχει και μερίδιο της Gillette και το πιο πιθανό είναι ότι ετοιμάζεται για το επόμενο deal στα πρότυπα της Duracell, μιας εταιρείας που φτιάχνει ξυράφια και που έγινε ακόμα μια επιχείρηση αξίας πολλών δισ. που προστέθηκε στη συλλογή Μπάφετ.