Το ξεκίνημα
1891:
Η Εθνική Ασφαλιστική ξεκινάει τη πορεία της στο χρόνο από το κτήριο της Εθνικής Τράπεζας, επί της Αιολικής Οδού. Το ιδρυτικό καταστατικό της Εθνικής Ασφαλιστικής υπογράφουν ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Παύλος Καλλιγάς και προσωπικότητες της τραπεζικής και οικονομικής ζωής της χώρας, όπως ο Γεώργιος Αθηνογένης και ο Στέφανος Στρέιτ. Σκοπός, «η αναδοχή παντός είδους ασφαλειών και αντασφαλειών». Διάρκεια «Απεριόριστος»…
1894
Η εταιρία βρίσκεται ήδη στην πρώτη ιδιόκτητη έδρα της, την πρώην οικία Rossels στην οδό Κοραή 4. Με τον Ελευθέριο Βενιζέλο πελάτη της από το 1895, η Εθνική Ασφαλιστική πρωτοπορεί από την γέννησή της, διαφημίζοντας τις ασφαλίσεις ζωής στις εφημερίδες της εποχής.
1910 - 1922
Το 1910 το ελληνικό κράτος για πρώτη φορά, όπως αναφέρεται στο ιστορικό στην ιστοσελίδα της Εθνικής Ασφαλιστικής, ρυθμίζει νομοθετικά την ιδιωτική ασφάλιση με δύο νόμους που συντάσσονται από επιφανή μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Ασφαλιστικής. Από την έναρξη των Βαλκανικών Πολέμων, τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μέχρι και το 1922, το κρίσιμο έτος της Μικρασιατικής Καταστροφής, παρά τις δυσμενείς συνθήκες τα ασφάλιστρα της Εταιρίας παρουσιάζουν αύξηση κατά 50%. Στην μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης το 1917, η Εθνική θα καλύψει άμεσα ζημίες δύο εκατομμυρίων οκτακοσίων χιλιάδων δραχμών, ενώ το ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες που της αναλογεί είναι σχεδόν το ισόποσο του μετοχικού της κεφαλαίου. Το 1922 το υποκατάστημα της εταιρίας στην Σμύρνη θα καταβάλει πάνω από οκτώ εκατομμύρια δραχμές στους ασφαλισμένους πρωταγωνιστές της τραγωδίας της Μικρασιατικής Καταστροφής.
1923-1940
Η Εθνική Ασφαλιστική στη διάρκεια του Μεσοπολέμου διαθέτει μεγάλη οικονομική ευρωστία και καθοδηγεί τις εξελίξεις. Προχωρεί στην ανέγερση του Μεγάρου της οδού Κοραή, «την ζώσαν διαφήμισιν αυτής», και προετοιμάζεται για τον εορτασμό της πεντηκονταετίας της το 1941. Το 1940 η έκθεση του Διοικητικού Συμβουλίου προοιωνίζεται την απαρχή μιας θλιβερής για την Ελλάδα πενταετίας: «Η εταιρία ημών, συνεπής προς τας παραδόσεις αυτής, ουδόλως υστέρησε εις την εκπλήρωσιν τού προς την πατρίδα καθήκοντος, συμβάλλουσα δια γενναίας εισφοράς εις ενίσχυσιν του εθνικού αγώνος».
1941-1945
Ο εορτασμός των 50 χρόνων, όχι μόνο δεν στάθηκε δυνατός λόγω Κατοχής, αλλά στις 6 Μαΐου του 1941, οι Γερμανοί θα επιτάξουν το νεόκτιστο κτήριο της οδού Κοραή και η Kommandatur θα μετατρέψει τα υπόγειά του σε φυλακές. Στην κορυφή του Μεγάρου ανεμίζει πλέον ο αγκυλωτός σταυρός. Το καλοκαίρι του 1942, ο Λυκούργος Κανάρης οργανώνει συσσίτιο για τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Εξασφαλίζει έτσι μία μερίδα όσπρια την ημέρα για 120 στόματα και παράλληλα η Εθνική Ασφαλιστική βοηθάει, με όσα μέσα διαθέτει, στην επιβίωση των εξαθλιωμένων από την πείνα κατοίκων της πρωτεύουσας. Η επίταξη του κτηρίου συνεχίζεται και μετά την απελευθέρωση, αυτήν την φορά από το αρχηγείο του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου - ΕΑΜ, στη συνέχεια από τις αγγλικές στρατιωτικές δυνάμεις και κατόπιν από τις Ηλεκτρικές Εταιρίες. Η εταιρία, που από το 1941 είχε μεταφερθεί στο επί της Σοφοκλέους 6 Μέγαρο της Εθνικής Τράπεζας, δεν επέστρεψε ποτέ στην Κοραή.
1950 - 1969
Στις αρχές της δεκαετίας του '50 η ανοδική πορεία των εργασιών αντανακλά τις προσπάθειες ανασυγκρότησης της εταιρίας, παρά την επιδείνωση της διεθνούς και κατά συνέπεια ελληνικής οικονομίας. Τα επόμενα χρόνια οι κλάδοι πυρός, ζωής και μεταφορών θα παρουσιάσουν εξαιρετικά αποτελέσματα, σε αντίθεση με τους κλάδους ατυχημάτων και γεωργικών ασφαλίσεων, που πλήττονται από την ίδρυση του ΙΚΑ και του ΟΓΑ. Το 1963 με πρόεδρο τον Δημήτριο Χέλμη, Αντιπρόεδρο τον Γεώργιο Πεσμαζόγλου και γενικό διευθυντή τον Εμμανουήλ Χατζηανδρέου, η Εθνική Ασφαλιστική αποκτά ξανά ιδιόκτητο καλλιμάρμαρο μέγαρο στις αρχές της Καραγεώργη Σερβίας, σχεδιασμένο από τον διεθνή Έλληνα αρχιτέκτονα Ιάσονα Ρίζο. Το 1964 θα ιδρύσει την Ανώνυμο Ελληνική Εταιρία Ασφαλίσεως Πλοίων & Αεροσκαφών με κεφάλαιο 500.000 λίρες Αγγλίας. Το 1966, λόγω της σύνδεσης της χώρας με την ΕΟΚ, το Διοικητικό της Συμβούλιο «εγκαίρως επρογραμμάτισε την κατά το δυνατόν καθολικήν μηχανοργάνωσιν των υπηρεσιών αυτής».
1978 - 1997
Το 1978 σηματοδοτείται από την είσοδο της χώρας στην ΕΟΚ. Η Εθνική Ασφαλιστική, υπέρμαχος της ευρωπαϊκής ιδέας, υπερδιπλασιάζει τα ασφάλιστρά της στους γενικούς κλάδους και επιτυγχάνει αύξηση παραγωγής 15,2% στον κλάδο ζωής. Το δίκτυο της Εταιρίας αποτελείται από 46 υποκαταστήματα και 317 πρακτορεία. Το 1991, στην εκατοστή επέτειο από την ίδρυσή της, η Εθνική Ασφαλιστική παρουσιάζει 26% αύξηση εσόδων και 91,06% αύξηση των καθαρών κερδών. Η δυναμική της εταιρίας αυξάνεται συνεχώς και κορυφώνεται το 1997 με την ολοκλήρωση της συγχώνευσής της με τις ΑΣΤΗΡ, ΕΤΕΒΑ και ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ, που την τοποθετεί στην ηγετική θέση της ασφαλιστικής αγοράς με 1.500.000 εκατομμύριο πελάτες.
2001-2010
Στην επέτειο των εκατόν δέκα χρόνων από την ίδρυση της Εθνικής Ασφαλιστικής, ξεκινούν οι εκσκαφές στο οικόπεδο της λεωφόρου Συγγρού, προκειμένου να ανεγερθεί το νέο κτηριακό συγκρότημα που θα στεγάσει το σύνολο των λειτουργιών της. Ο στόχος της διοίκησης Καρατζά για στιβαρή παρουσία, θέα στην Ακρόπολη και διαμόρφωση μικροκλίματος, υλοποιείται από τον βραβευμένο αρχιτέκτονα Mario Botta. Tα εγκαίνια πραγματοποιούνται στις 14 Ιουνίου του 2006 και η Εθνική Ασφαλιστική γιορτάζει πανηγυρικά τα 115 της χρόνια.
2021
Η Εθνική Ασφαλιστική έχει μερίδιο αγοράς 16% (για το έτος 2020), 676 εργαζόμενους, 13 διοικητικά υποκαταστήματα, 1.648 ασφαλιστικούς πράκτορες αποκλειστικής συνεργασίας σε 132 γραφεία παραγωγής εταιρικού δικτύου σε όλη τη χώρα και 1.299 ανεξάρτητους πράκτορες και μεσίτες, πάνω από 1.000.000 πελάτες.
Οι νέοι ιδιοκτήτες
Η CVC Capital Partners ("CVC") είναι μια εταιρεία επενδύσεων με γραφεία σε Ευρώπη, Ασία και ΗΠΑ. Ιδρύθηκε το 1981. Τα κεφάλαια που διαχειρίζεται είναι επενδυμένα σε πάνω από 90 επιχειρήσεις παγκοσμίως και απασχολεί πάνω από 450 χιλ. εργαζομένους. Τα CVC Funds, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Εθνικής Τράπεζας, έχουν σημαντική εμπειρία επενδύσεων σε ασφαλιστικές εταιρείες, αλλά και στην Ελλάδα, έχοντας επενδύσει πάνω από 750 εκατ. ευρώ στη χώρα από το 2017.
ΠΗΓΗ ΑΠΕ