Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου 

Πώς η απόφαση της Χάγης, το ενδεχόμενο σύγκρουσης με την Τουρκία και η πιθανότητα διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας διαμορφώνουν τρεις σοβαρές απειλές για την Ελλάδα.

Το δικαίωμα και η εξ αυτού απειλή (ακόμα και αν δεν είναι ρητή) της επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 μίλια στο Αιγαίο είναι, τηρουμένων των αναλογιών, το διπλωματικό ισοδύναμο μιας «ατομικής βόμβας», δηλαδή ένα πολύ ισχυρό αποτρεπτικό εργαλείο έναντι της τουρκικής επιθετικότητας, πριν η χώρα αναγκαστεί να προσφύγει στην απειλή πολέμου και στον ίδιο τον πόλεμο.

Ισχύει για την επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο ότι ισχύει και με τις κανονικές ατομικές βόμβες. Όποιος τις έχει είναι καλύτερο να μην τις χρησιμοποιεί, εκτός αν βρεθεί κυριολεκτικά με την πλάτη στον τοίχο και μόνο αφού έχει εξαντλήσει όλα τα άλλα αποτρεπτικά μέσα, και, ακόμα και τότε, πρέπει πρώτα να απειλεί τη χρήση τους και μόνο εν υστάτη ανάγκη να τις χρησιμοποιεί. Πρέπει όμως ταυτόχρονα να φροντίζει να διατηρεί απολύτως αξιόπιστη την απειλή χρήσης τους. Πρέπει να ελέγχει πολύ σταθερά τα όπλα που κρατάει στα χέρια του και, φυσικά, να μην αφήνει να του το πάρουν, να τον αφοπλίσουν δηλαδή, για παράδειγμα στις επικείμενες «διερευνητικές» και τα διάφορα περίεργα, υπό σύνταξη τώρα, «συνυποσχετικά» για τη Χάγη. Αλλά ούτε και πρέπει να βαδίζει χωρίς σχέδιο και να διακινδυνεύσει εύκολα πόλεμο με την Τουρκία για να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια.

Στην εξωτερική μας πολιτική και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας υφίστανται σήμερα τρεις σοβαρές απειλές που θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν είσοδο της Ελλάδας σε καταστροφική τροχιά:
Το ενδεχόμενο να αποποιηθούμε του δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο κατά τις διερευνητικές επαφές και να αναγνωρίσουμε με συνυποσχετικό στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης δικαίωμα να αποφασίσει για την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου.
Το ενδεχόμενο να οδηγηθούμε σε σύγκρουση με την Τουρκία, παίζοντας τον ρόλο «χρήσιμου ηλίθιου» και με πιθανό αποτέλεσμα την καταστροφή των δύο κρατών και της Κύπρου.
Το ενδεχόμενο αυτοδιάλυσης ή υποβάθμισης από κράτος σε κρατίδιο της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η απειλή στο Αιγαίο

Ο πρώτος κίνδυνος, όπως είπαμε, είναι να πάει η Αθήνα σε παραχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο, αποδεχόμενη, δια του συνυποσχετικού, αμφισβήτηση της κυριαρχίας σε νησιά που η Ελλάδα την ασκεί εδώ και έναν αιώνα ή μετά το 1947, ή αμφισβήτηση του δικαιώματος να τα έχει εξοπλισμένα.

Κάτι τέτοιο κινδυνεύει να φέρει νομίμως την Τουρκία στο Αιγαίο, καταστρέφοντας την γενική ισορροπία στην Ανατολική Μεσόγειο που επέτρεψε, επί έναν αιώνα, να αποφευχθεί μείζων ελληνοτουρκικός πόλεμος. Κινδυνεύει επίσης να αποσταθεροποιήσει πλήρως το ελληνικό κράτος και την ελληνική κοινωνία, που αντιμετωπίζουν και εξαιρετικά σοβαρές άλλες, σχεδόν υπαρξιακές απειλές, προκαλώντας ακόμα και καθεστωτική κρίση (όπως η κρίση του 1974 στην Κύπρο προκάλεσε πολιτειακή, όχι μόνο πολιτική μεταβολή στην Αθήνα).

Τέτοιες έμμεσες, μέσω Χάγης, παραχωρήσεις κυριαρχίας προς την Τουρκία, ακόμα και αν δεν το λένε, τις υποστηρίζουν ισχυρές δυνάμεις σε όλο το πολιτικό φάσμα (και το γνωρίζουν αυτό και οι Δυτικοί και η Άγκυρα). Η κυβέρνηση, έστω και καθυστερημένα, αντελήφθη ότι δεν μπορεί να προβεί σε τέτοιες παραχωρήσεις και ότι, αν το πράξει, πριν ή μετά τις εκλογές που θέλει πιθανώς να κάνει φέτος, θα κινδυνεύσει να πέσει. Αποκλείει τώρα τέτοιες παραχωρήσεις προς την Τουρκία, αλλά το θέμα δεν είναι τι δηλώνει τώρα ή και η ειλικρινής πρόθεσή της, είναι τι πραγματικά θα πράξει, όταν και αν βρεθεί αντιμέτωπη με ισχυρές ευρωπαϊκές και αμερικανικές πιέσεις.

Αστοχία στη διπλωματική μας άμυνα

Ήδη η Αθήνα προσέρχεται υπό ευρωπαϊκή πίεση στις διερευνητικές. Είναι και εδώ βαριά η ευθύνη της Γερμανίας και της Ε.Ε. και επιλήψιμη η συμπεριφορά τους, αλλά δεν είναι και η Αθήνα άμοιρη ευθυνών για την εξέλιξη αυτή. Έχει η ίδια εμφανίσει το όλο θέμα της, διπλωματικά και στην παγκόσμια κοινή γνώμη, κυρίως ως θέμα διαμοιρασμού θαλασσίων ζωνών, όχι κυρίως ως πρόβλημα εθνικής ασφάλειας λόγω de facto και ρητών τουρκικών απειλών (διεκδικήσεις της Τουρκίας επί ελληνικών εδαφών, εισβολή και συνεχιζόμενη παραμονή τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων στην Κύπρο, μη αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, συγκρότηση του μεγαλύτερου στον κόσμο αποβατικού στόλου απέναντι από τα ελληνικά νησιά, επίσημη απειλή πολέμου κατά της Ελλάδας σε περίπτωση επέκτασης στα 12 μίλια).

Αντιμέτωποι οι Ευρωπαίοι με κάτι που και εμείς εμφανίζουμε βασικά ως διαμάχη για θαλάσσιες ζώνες, δεχόμενοι τη διαρκή προπαγάνδα της Τουρκίας, χωρίς να δέχονται αντίστοιχα ελληνικά επιχειρήματα, καταλήγουν πολύ ευκολότερα στο «άντε πηγαίνετε να τα βρείτε στο Διεθνές Δικαστήριο». Εδώ και δύο δεκαετίες, η παγκόσμια κοινή γνώμη και τα υπουργεία Εξωτερικών δεν ακούνε τίποτα για τις τουρκικές απειλές ή την κατοχή της μισής Κύπρου, βλέπουνε αντίθετα μια Ελλάδα που πρωταγωνιστεί στην προσπάθεια ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε.!

Εμείς είμαστε πολύ αντίθετοι στο να ρίχνουμε λάδι στη φωτιά των ελληνοτουρκικών. Για αυτό και επικρίναμε την εκχώρηση κυπριακών πετρελαίων στους Αμερικανούς, χωρίς αντίστοιχη εξασφάλιση εγγυήσεων από την Ουάσιγκτον, όταν θα εκδηλωνόταν η προβλέψιμη τουρκική επιθετικότητα. Για αυτό και είμαστε αντίθετοι στις ανοησίες των πανηγυρικών εξαγγελιών και συμφωνιών για έναν αγωγό που δεν θα γίνει (EastMed) και η μοναδική χρήση του οποίου ήταν, εκ του αποτελέσματος, να τροφοδοτήσει την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση.

Αλλά, αφού ανοίξαμε το θέμα και εφόσον φτάσαμε στο σημείο να ξυπνήσουν πέρυσι οι εν υπνώσει τελούσες επί σχεδόν δύο δεκαετίες τουρκικές εδαφικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο, οφείλουμε να απαντήσουμε στο μέτρο και των αντίστοιχων τουρκικών προκλήσεων, θέτοντας και όσα προαναφέραμε.

Δεν είναι άλλωστε το μόνο ακατανόητο. Ζητάμε αίφνης εμπάργκο όπλων από την Ευρώπη στην Τουρκία, δεν ζητάμε όμως και από την σύμμαχό μας Αμερική, κύρια πηγή εξοπλισμού της Τουρκίας, προς την οποία κάνουμε, αντίθετα, κάθε είδους ασύλληπτες, ιστορικά πρωτοφανείς παραχωρήσεις. Σημειωτέον ότι στην Ανατολική Μεσόγειο δεν κάναμε την πολιτική της Γερμανίας, κάναμε την πολιτική που ήθελαν οι ΗΠΑ και το Ισραήλ.

Δεν ζητάμε κυρώσεις κατά της Τουρκίας από τις ΗΠΑ για τα δικά μας θέματα, δεν θέτουμε το σύνολο των τουρκικών απειλών στη διεθνή διπλωματία και κοινή γνώμη, εκδίδουμε όμως πανηγυρικές ανακοινώσεις για την επιβολή κυρώσεων επί της Άγκυρας για τους S-400. Υπάρχει άραγε κάποιος λόγος να «τσιμεντώνουμε» την τουρκική πεποίθηση ότι είμαστε εχθροί τους και τυφλό όργανο εχθρικών προς αυτούς δυνάμεων, για θέματα που δεν άπτονται των δικών μας εθνικών συμφερόντων; Ή προτιμάμε για κάποιο λόγο να μας απειλεί η Τουρκία με αμερικανικά όπλα; Κερδίζουμε κάτι από όλες αυτές τις «εξυπηρετήσεις» που κάνουμε και γιατί αυτό το κάτι παραμένει διαρκώς αόρατο και κανείς δεν μπορεί να το περιγράψει; Εμάς μας συμφέρει να απαγορευθεί στις χώρες του ΝΑΤΟ η προμήθεια όπλων από όποιον θέλουν; Εμείς και η Κύπρος δεν αναγκαστήκαμε να προσφύγουμε στη Γαλλία και στη Ρωσία για να καλύψουμε τις αμυντικές μας ανάγκες, υφιστάμενοι, για τον λόγο αυτό, ισχυρότατες αμερικανικές πιέσεις;

Οι Αμερικανοί λένε, και έχουν δίκιο, ότι πρέπει, για να είναι αποτελεσματική, μια εξωτερική πολιτική να έχει και καρότο και μπαστούνι. Δεν μπορούσαμε, πολύ περισσότερο δεν μπορούσαμε εν μέσω της κρίσης των Μνημονίων και Δανειακών, να αλλάξουμε υπέρ μας τον συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στην περιοχή (και πιστεύουμε ότι ούτε η Τουρκία μπορεί, χωρίς να διακινδυνεύσει πολεμική αναμέτρηση και άρα καταστροφή και των δύο χωρών και καλό θα είναι να της δώσουμε να το αντιληφθεί αυτό, αντί να της καλλιεργούμε την αυταπάτη ότι θα είναι εύκολο να σημειώσει κέρδη στο Αιγαίο και στο Κυπριακό, αυταπάτη που μπορεί να της δημιουργηθεί ακόμα και από την ανάγνωση των ελληνικών εφημερίδων και τις απόψεις ορισμένων «ειδικών» μας).

Η αντικειμενική κατάσταση προσέφερε λοιπόν πιθανότατα μια δυνατότητα διατήρησης του στάτους κβο, προς όφελος της ειρήνης αλλά και της σχετικής ανεξαρτησίας και των δύο παικτών, γιατί και η Τουρκία φοβάται ότι θα γίνουμε ή γίναμε όργανο εχθρικών προς αυτήν δυνάμεων. Η δυνατότητα μιας έστω άτυπης συνεννόησης σε τέτοια βάση υπήρχε, έχει τώρα μειωθεί πολύ σημαντικά με όσα έχουν γίνει και έχει γίνει πιο δύσκολη, αλλά δεν είναι ποτέ αργά για να επιδιωχθεί. Είναι η μακράν καλύτερη λύση στην σημερινή κρίση. Αλλά βέβαια προϋποθέτει πρώτον, ότι ξέρουμε τι θέλουμε, δεύτερο ότι μιλάμε με την απέναντι πλευρά σε πολιτικό επίπεδο, όχι μέσω τρίτων.

Η ένταση και ο κίνδυνος του πολέμου

Η δεύτερη μεγάλη απειλή για την Ελλάδα (και την Τουρκία στην πραγματικότητα) είναι η διολίσθηση σε διαρκώς αυξανόμενη ένταση, μέχρι ίσως και πόλεμο για λογαριασμό και προς συμφέρον τρίτων, από τον οποίο δεν θα υπάρξει νικητής, θα υπάρξουν δύο ηττημένοι, με δεδομένα τα οπλικά συστήματα που έχουν τα δύο κράτη.

Σε μια συνομιλία με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, το πρακτικό της οποίας δημοσιεύτηκε στα Αρχεία του και το οποίο αναδημοσίευσε πρόσφατα η εφημερίδα «Εστία», ο τότε πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, εξήγησε στον Αμερικανό ομόλογό του ότι κινδυνεύει να γίνει πόλεμος με την Τουρκία για πετρέλαια που πιθανώς δεν υπάρχουν.

Η πιθανότητα μιας τέτοιας εξέλιξης αυξήθηκε λόγω της μεγάλης αστάθειας στο διεθνές περιβάλλον και της εμφάνισης στους κόλπους του δυτικού συστήματος μιας εξτρεμιστικής τάσης, κύριο όπλο της οποίας είναι η πρόκληση αστάθειας και χάους, και που ενδεχομένως θα μπορούσε να φτάσει στο σημείο να αναζητήσει «χρήσιμο ηλίθιο» για να αυξήσει τη διαπραγματευτική της θέση απέναντι στην Τουρκία ή να λύσει τα δικά της προβλήματα με τον Ερντογάν. Τώρα έχει μειωθεί αυτή η δυνατότητα, λόγω των διεθνών εξελίξεων, αλλά μπορεί να εμφανιστεί ξανά. Είναι άλλωστε πολύ νωρίς για να προβλέψουμε με ακρίβεια την πολιτική Μπάιντεν, το διεθνές σκηνικό και τις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ. Οι πιέσεις προς την Ελλάδα να κάνει παραχωρήσεις κυριαρχικών δικαιωμάτων μπορούν να αυξήσουν τελικά, αντί να μειώσουν, τον κίνδυνο πολεμικής αναμέτρησης, η πιθανότητα της οποίας, έστω και μικρή, ενυπάρχει άλλωστε και σε κάθε παρατεταμένη κρίση και αυξημένη ένταση. Ενδεχόμενη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο επίσης εμπεριέχει τον κίνδυνο μείζονος κρίσης ή και πολέμου με την Τουρκία.

Σε επόμενο άρθρο μας θα εξετάσουμε αναλυτικά το θέμα των 12 μιλίων, τα επιχειρήματα υπέρ και κατά της επέκτασης, αλλά και τους μεγάλους κινδύνους που προέρχονται από τις εξελίξεις στην Κύπρο και ιδίως από την καταστροφή των σχέσεων της Λευκωσίας με τη Μόσχα και από τις πολύ ασυνήθιστες επιθέσεις κατά του Προέδρου Αναστασιάδη. Ο γράφων έχει ασκήσει στο παρελθόν πολύ έντονη κριτική στον Κύπριο Πρόεδρο, την οποία δεν αναιρεί, θεωρούμε όμως πολύ πιθανό οι εναντίον του Αναστασιάδη επιθέσεις να εντάσσονται στην προετοιμασία νέας επίθεσης Λονδίνου και Ουάσιγκτον με σκοπό είτε την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας με μια παραλλαγή του σχεδίου Ανάν, είτε την υποβάθμισή της από κανονικό κράτος σε κρατίδιο, τμήμα μιας «συνομοσπονδίας». Αν όμως η Κύπρος χαθεί και η Ελλάδα θα χαθεί, όπως τόνισε ο Ανδρέας Παπανδρέου τον Μάρτιο του 1987, εξαγγέλλοντας στη Βουλή το casus belli σε περίπτωση τουρκικής προέλασης στο νησί πέραν της γραμμής εκεχειρίας.

ΠΗΓΗ: kosmodromio.gr
 
Top