Η φτώχεια φαίνεται πως είναι το κοινό χαρακτηριστικό των περιοχών της Ευρώπης όπου καταγράφονται οι νέες εστίες κορονοϊού, σύμφωνα με στοιχεία που επικαλείται το Bloomberg, γεγονός που σημαίνει πως υπάρχει διαφοροποίηση σε σχέση με το πρώτο κύμα της πανδημίας που δεν έκανε διακρίσεις μεταξύ φτωχών και πλουσίων.
Όπως αναφέρει σχετικό δημοσίευμα του πρακτορείου, το Λέστερ στη Βρετανία, το Μοντραγκόνε της Ιταλίας, το Γκέτερσλοχ της Γερμανίας, η Λισαβόνα της Πορτογαλίας αλλά και ο Εχίνος της Ξάνθης, όπου εμφανίστηκαν νέες εστίες κορονοϊού έχουν κοινό χαρακτηριστικό τη φτώχεια. Δηλαδή οι περισσότερες εξάρσεις εμφανίζονται σε πιο υποβαθμισμένες γειτονιές της Ευρώπης, που επί το πλείστον κατοικούνται από μειονότητες ή μετανάστες που εργάζονται σε χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας που είναι ζωτικής σημασίας για την ενίσχυση της οικονομίας.
Ειδικά σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, το δημοσίευμα υπογραμμίζει ότι παρότι η χώρα σημείωσε επιτυχία στην αντιμετώπιση της πανδημίας, στον Εχίνο της Ξάνθης έγινε ένα τοπικό lockdown και τονίζει ότι η περιοχή φιλοξενεί πολλούς ανθρώπους από τη μουσουλμανική μειονότητα της χώρας.
Και αυτό συμβαίνει σε αντίθεση με το πρώτο ξέσπασμα της πανδημίας που έπληξε ιδιαίτερα τις πιο εύπορες πόλεις της Ευρώπης, όπως το Παρίσι, το Λονδίνο, την Μαδρίτη και το Μιλάνο.
Τα στοιχεία αυτά προκαλούν ερωτήματα, όπως το εάν οι κυβερνήσεις έχουν κάνει αρκετά ώστε να διασφαλίσουν πως όλοι οι πολίτες κατανοούν τις βασικές προφυλάξεις που πρέπει να πάρουν για να προστατευθούν και εάν έχουν τα μέσα για να το πράξουν. Υπογραμμίζει επίσης, τις αδυναμίες πολλών ευρωπαϊκών κρατών να διασφαλίσουν πως ακόμη και τα φτωχότερα μέρη της κοινωνίας έχουν πρόσβαση σε αξιοπρεπή στέγαση και επωφελούνται από την ασφάλεια της εργασίας. Το δημοσίευμα προειδοποιεί πως η κατάσταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην έξαρση κοινωνικών και φυλετικών εντάσεων, εάν οι κοινότητες μεταναστών κατηγορηθούν πως είναι φορείς του ιού.
Σύμφωνα με το πρακτορείο, οι νέες εστίες κορονοϊού έχουν αρκετές εύλογες εξηγήσεις. Ορισμένοι μετανάστες ενδέχεται να έχουν μεταφέρει τον ιό από χώρες όπου ακόμη δεν έχει περιοριστεί η εξάπλωση. Επίσης, οι φτωχότερες κοινότητες μπορεί να έχουν μικρότερη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη και μια κακή κατανόηση της σοβαρότητας της πανδημίας και του τρόπου προστασίας από αυτήν. Επιπρόσθετα, ορισμένοι άνθρωποι πιθανώς να αποφεύγουν να εξεταστούν ή να αναζητήσουν θεραπεία εξαιτίας του φόβου πως μπορεί να μπουν σε καραντίνα και να χάσουν την δουλειά τους.
Από την πλευρά τους, οι κυβερνήσεις πρέπει να πετύχουν μια δύσκολη ισορροπία. Από τη μία πλευρά πρέπει να ενημερώνουν τους πολίτες σχετικά με το πού κυκλοφορεί ο ιός, αλλά αυτό πρέπει να γίνει χωρίς να απειλούν την ιδιωτικότητα των ατόμων ή να κατηγοριοποιούν ολόκληρες ομάδες, ειδικά των πιο ευάλωτων πολιτών. Παράλληλα, πρέπει να παρέχουν γρήγορα υγειονομική περίθαλψη και υποστήριξη όπου είναι απαραίτητο για να μένουν απομονωμένες αυτές οι εστίες προτού μετατραπούν σε χιονοστιβάδα.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, αυτή η κρίση αποτελεί μια αναγκαία υπενθύμιση των πολλών αποτυχιών στην οικονομική και κοινωνική ενσωμάτωση σε ολόκληρη την Ευρώπη και καταλήγει ότι θα είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα σε μια εποχή βαθιάς και εκτεταμένης ανασφάλειας.
 
Top