Του Γεωργίου Παπασίμου  

Η μετατροπή της Αγίας – Σοφίας σε τέμενος από μουσείο, ενταγμένο στην UNESCO, όπως είχε ιδρυθεί το 1934 με απόφαση του Κεμάλ Ατατούρκ ως συμβολική πράξη για την εκκοσμίκευση του τουρκικού κράτους και του δυτικού προσανατολισμού του, προκάλεσε ένα κύμα διεθνών αντιδράσεων, κυρίως σε επίπεδο θεσμών και κοινωνίας. Οι επίσημες αντιδράσεις, ιδιαίτερα των δυτικών ηγεσιών, χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα υποτονικές, εξαιτίας των κοντόφθαλμων γεωπολιτικών συμφερόντων τους. Αν και πρόκειται πρωτίστως για ένα διεθνές ζήτημα, κατέχει ιδιαίτερη σημασία για τον Ελληνισμό, λόγω της συμβολικής αξίας που έχει συσσωρεύσει η Αγία – Σοφία στην ιστορική διαδρομή μας. Μεταξύ άλλων, ο ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας υπήρξε το σημαντικότερο μνημείο το εξελληνισμού της ανατολικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αποτελώντας μια εκ των πολλών αποδείξεων της ελληνικής εθνικής συνέχειας στους μέσους ιστορικούς χρόνους.

Αποτελεί, αναμφισβήτητα, σημαντικό ζήτημα η κατανόηση και η ανάδειξη των πραγματικών αιτιών αυτής της απόφασης, που συνδέεται άρρηκτα με την ευρύτερη τουρκική στρατηγική και τον νεο-οθωμανικό επεκτατισμό, ειδικά αν λάβουμε υπόψη, ότι ακριβώς πριν ένα χρόνο περίπου ο ίδιος ο Ερντογάν επέκρινε δημόσια τους συντηρητικούς ισλαμικούς κύκλους, που τον πίεζαν τότε να προβεί σε αυτήν την μετατροπή, δηλώνοντας εμφατικά, ότι αυτός δεν θα έπεφτε σε τέτοιο λάθος, αφού θα ήταν σε βάρος των συμφερόντων της Τουρκίας!

Τα βαθύτερα κίνητρα αυτής της μεταστροφής, αφορούν τόσο βραχυπρόθεσμες στοχεύσεις, όσο και μακροπρόθεσμες στρατηγικές επιλογές. Οι βραχυπρόθεσμες επιδιώξεις αναφέρονται κυρίως στην επικάλυψη των οξύτατων εσωτερικών προβλημάτων, λόγω της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, η οποία επιδεινώθηκε από την πανδημία του COVID-19, δημιουργώντας, ήδη, τρομακτικά μεγέθη ανεργίας στην τουρκική κοινωνία. Περαιτέρω, σημαντικός παράγοντας που δεν έχει αναδειχθεί ιδιαίτερα είναι και η προσπάθεια επικοινωνιακής επικάλυψης του πρόσφατου βομβαρδισμού της στρατιωτικής βάσης Αλ Ουατίγια στη Λιβύη, που από την έναρξη της τουρκικής εξαγωγής στρατιωτικής βίας σε Συρία, Ιράκ και Λιβύη, αποτέλεσε πολύ σημαντικό στρατιωτικό πλήγμα για τον τουρκικό στρατό. Τέλος, στις βραχυπρόθεσμες επιδιώξεις είναι η προσπάθεια του Ερντογάν για αποδυνάμωση του δημάρχου Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου από τον οποίον υπέστη τη μοναδική, στη τελευταία δεκαετία, ήττα στις δημοτικές εκλογές και φαίνεται ότι μπορεί να αποτελέσει τον αντίπαλο του στις επερχόμενες προεδρικές εκλογές.

Όμως, η βασικότερη αιτία για την απόφαση αυτή βρίσκεται στους υψηλούς στόχους να καταστεί ο Τούρκος Πρόεδρος ως ο σύγχρονος «πατέρας των Τούρκων» μέσω της συστηματικής διάρρηξης κάθε δεσμού με την κεμαλική κληρονομία και της ολικής μετατροπής της χώρας σε ισλαμική. Σε αυτόν το στόχο, σημαντικό ρόλο κατέχει η μετατροπή της Κωνσταντινούπολης στο κέντρο του μουσουλμανικού σουνιτικού ισλαμισμού. Έτσι, εξηγείται η σκληρή αντιπαράθεση Τουρκίας – Σαουδικής Αραβίας και η προσπάθεια Ερντογάν μέσω της δίκης για τη δολοφονία Κασόγκι στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη να απαξιώσει τη Σαουδική Αραβία στο σουνιτικό τόξο ως ηγέτιδα δύναμη του Ισλάμ. Η προσπάθεια ανέλιξης της Τουρκίας σε ηγετική δύναμη του Ισλάμ, ήδη έλαβε απτές αποδείξεις τον περασμένο Δεκέμβριο στη σύνοδο των Ισλαμικών Κρατών, που διοργανώθηκε στην Κουάλα – Λουμπούρ της Μαλαισίας, όπου ο Ερντογάν δήλωνε ότι είναι αδικία να μην εκπροσωπείται το Ισλάμ στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, παρά το γεγονός ότι αποτελεί το ¼ του πληθυσμού της γης, υπονοώντας ότι η Τουρκία υπό την ηγεσία του θα μπορούσε να παίξει αυτό το ρόλο.

Ανεξαρτήτως του γεγονός, ότι ο στόχος αυτός δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να επιτευχθεί, αφού υπάρχουν μεγάλες εσωτερικές διαιρέσεις στο χώρο του παγκόσμιου Ισλάμ (σουνίτες και σίιτες) και αντιτιθέμενα εθνικά και στρατηγικά συμφέροντα των αραβικών κρατών της Μέσης Ανατολής, της Αιγύπτου, του Ιράν, της Συρίας κλπ με την Τουρκία, η απόφαση αυτή της μετατροπής της Αγίας – Σοφίας σε τέμενος συμβολίζει την επιθετική επεκτατικότητα της σημερινής Τουρκίας ως αυθεντικής έκφρασης του αυταρχικού Ισλάμ με τη χρησιμοποίηση της βίας για την επίτευξη των στόχων της, ακόμα και αν παραβιάζεται προδήλως το Διεθνές Δίκαιο. Άλλωστε, δεν πρέπει να μας διαφεύγει, παρά τη τύφλωση της Δύσης, ότι η Τουρκία υπήρξε ο βασικός αρωγός του ISIS, που βαρύνεται με χιλιάδες φρικτές δολοφονίες. Τη θέση αυτή του χαλίφη εποφθαλμιά ο Ερντογάν.

Η καταπάτηση της Αγίας – Σοφίας από το καθεστώς Ερντογάν καταδεικνύει χωρίς αμφιβολίες ότι ο Ελληνισμός σε άμεσο κίνδυνο, από την νεο-οθωμανική επεκτατικότητα στον άξονα Θράκης Αιγαίου Κύπρου και ανατολικής Μεσογείου. 200 χρόνια από την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, το μήνυμα είναι ότι επιχειρείται η νεκρανάσταση της νεο-οθωμανικής κυριαρχίας, που απειλεί ευθέως με συρρίκνωση και «φιλανδοποίησηψ της Ελλάδος και της Κύπρου.
 
Top