Του Χρήστου Μαζανίτη

Το θέμα ενίσχυσης του Πολεμικού Ναυτικού με νέες μονάδες επιφανείας είναι κάτι που όλοι αναγνωρίζουν. Η ηγεσία του ΓΕΝ αλλά και του υπουργείου εργάζονται πυρετωδώς προς αυτή την κατεύθυνση. Θεωρείται σίγουρο ότι μέσα στην χρονιά θα κλείσουν σημαντικές συμφωνίες και για αυτό το λόγο κατά πολλούς το 2020 αποκαλείται και ως το «έτος του Ναυτικού».

Ωστόσο, φαίνεται ότι μέσα στην υπερπροσφορά επιλογών και προτάσεων αυτό που αποτελεί τον μεγαλύτερο πονοκέφαλο είναι η επιλογή του μείγματος που θα επιτρέψει την καλύτερη δυνατή απόκτηση μονάδων που θα στηρίξουν την νέα προοπτική του Πολεμικού Ναυτικού τα επόμενα 20 χρόνια.

Σκοπίμως δεν αναφέρουμε την φράση «σε συνάρτηση με το χαμηλότερο δυνατό κόστος». Κι αυτό γιατί η σκέψη επιλογής των γαλλικών φρεγατών Belharra, θα φέρουν μεν τα πάνω κάτω στο Αιγαίο, αφού θα είναι πλοία υπεροχής στον ανθυποβρυχιακό πόλεμο και την αεράμυνα περιοχής, όμως το κόστος τους ξεπερνάει κάθε προηγούμενο, αφού φτάνει – με την υποστήριξη και την εκπαίδευση – τα 1,7 δισ. ανά πλοίο.

Και κάπου εδώ μπερδεύεται ο βηματισμός για το μέλλον. Γιατί η δέσμευση ενός τόσο μεγάλου ποσού και η απόκτηση μόνο δύο πλοίων είναι απαγορευτικό για το μέλλον του προγράμματος αλλά και την υποστήριξη των πλοίων στο Πολεμικό Ναυτικό. Όλοι γνωρίζουν ότι χρειάζονται τέσσερα πλοία – όπως έγινε για παράδειγμα με τις ΜΕΚΟ – προκειμένου να υπάρχει διαμοιρασμός κόστους αλλά και αποτελεσματική απόδοση της επένδυσης.

Και κάπου εκεί μπλέκεται ακόμα περισσότερο η υπόθεση με την προσφορά από τις ΗΠΑ όχι μόνο του προγράμματος των MMSC, με ελληνική διαμόρφωση αλλά και την δυνητικό προμήθεια – ίσως και σε επίπεδο προσφοράς με την μεσολάβηση της εταιρείας – των προς απόσυρση LCS Freedom. Μιλάμε για πλοία ηλικίας περίπου 10 – 12 ετών, που με προσθήκες θα μπορούσαν να προσφέρουν άμεσα μεγάλες λύσεις και ανάσες στο Πολεμικό Ναυτικό.

Συν την δυνητική επιλογή των προς απόσυρση καταδρομικών κλάσης Ticonderoga, που θα μπορούσαν να θωρακίσουν την άμυνα της χώρας και την αποτρεπτική της ισχύ.

Σε αυτά, προστίθεται ακόμη ένας – ευχάριστος ομολογουμένως – πονοκέφαλος. Κι έχει να κάνει με την επιλογή κορβέτας. Θα είναι η ευρωκορβέτα – του προγράμματος PESCO – που ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί ως σχεδιασμός και θα είναι έτοιμο ως πρωτότυπο μετά το 2025, ίσως και το 2026 ή θα είναι η ελληνική κορβέτα, που μπορεί από αύριο κιόλας να αρχίσει να χτίζεται και σε 250 ημέρες να είναι στο νερό;

Σε όποια επιλογή και να ποντάρει κάποιος - στο σύνολο ή συνδυαστικά – με τα έως άνω δεδομένα, είναι αυξημένες ο πιθανότητες να πέσει έξω. Όμως το κυρίως ζητούμενο είναι η αποφυγή της πολυτυπίας. Κάτι που θα εκτοξεύσει το κόστος συντήρησης στα ύψη και σίγουρα θα επηρεάσει ακόμη και τις διαθεσιμότητες.

 
Top