Για τον Ανδρέα Παπανδρέου σκόρπιες σκέψεις και μια ανάμνηση…


Aπό τον Παντελή Οικονόμου

100 χρόνια μετά την γέννηση του Ανδρέα Παπανδρέου (και 22 από την αναχώρησή του) γινόμαστε μάρτυρες, όλο και πιο εναγώνιων, προσπαθειών οικειοποίησης της πολιτικής του παρακαταθήκης. Στις απόπειρες αυτές πρωταγωνιστούν πρόσωπα και σχήματα που βρίσκονταν μονίμως απέναντί του όσο ζούσε, με μέσα θεμιτά και αθέμιτα. Εκεί κατά τα τέλη της περασμένου αιώνα, αναχώρησαν, ο Ανδρέας προς τα πάνω και αυτά τα πρόσωπα προς τα κάτω. Πολλαπλάσια σήμερα η πολιτική αξία «Ανδρέας Παπανδρέου», πολλαπλάσια και η αγωνία των άλλων να αρπάξουν κάτι απ’ αυτήν, μπας και γλιτώσουν. Όψιμος συνωστισμός χρεοκοπημένων γραφειοκρατιών για την σκύλευση μεγέθους πέρα και πάνω από αυτές!

Γνώρισα τον Ανδρέα Παπανδρέου το 1975, σε συνέλευση της σπουδάζουσας νεολαίας της Αθήνας, ως μέλος της οργάνωσης. Είχα την ευκαιρία να τον αποχαιρετήσω το 1996, λίγες μέρες πριν την αναχώρησή του. Ως μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής που, λίγες μέρες αργότερα, έφερε σε πέρας το συνέδριο διαδοχής του στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Αναμνήσεις θερμές διατηρώ και από τις δυο αυτές συναντήσεις. Προτίμησα όμως, στις σημερινές συνθήκες γενικευμένης παρακμής και ακατάσχετης ιδιοτέλειας που περιέγραψα προηγουμένως, να μνημονεύσω μια άλλη στιγμή μου με τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ: αυτή των εκλογών του 1993.

Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς, αποφάσισα να δοκιμάσω να εκλεγώ βουλευτής στις επερχόμενες εκλογές που, τελικά, προκηρύχθηκαν τον Σεπτέμβριο. Η εκλογική μάχη δίνονταν με ευνοϊκές συνθήκες, με μόνο εύλογο ερώτημα του κοινού προς εμάς, το ΠΑΣΟΚ, «που θα βρείτε λεφτά για να υλοποιήσετε το πρόγραμμά σας». Στο σημείο αυτό, το πρόσφατα εγκεκριμένο από το Εθνικό Συμβούλιο πρόγραμμα μας προέβλεπε ότι, μεταξύ άλλων πηγών δημοσίων εσόδων, θα φορολογούσαμε τα κέρδη κεφαλαίου (αποδόσεις ομολόγων του Δημοσίου και REPOS). Κάτι το οποίο επανέλαβα κάποια Δευτέρα σε τηλεοπτική δήλωση μου.

Η συνέχεια είναι γνωστή. Το προπαγανδιστικό επιτελείο της Νέας Δημοκρατίας έκανε αυτή τη τηλεοπτική μου δήλωση θέμα αρνητικού τηλεοπτικού spot. Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης σε κάθε δημόσια εμφάνιση του υπενθύμιζε ότι «ο κύριος Οικονόμου θα φορολογήσει τα repos». Ο Ανδρέας Παπανδρέου διαβλέποντας τον κίνδυνο να αναπτυχθεί σε βάρος του ΠΑΣΟΚ μαύρη προπαγάνδα περί, δήθεν, φορομπηχτικών διαθέσεων του, με δύο διαδοχικές ρητές και κατηγορηματικές δηλώσεις του απέκλεισε την φορολόγηση ομολόγων και repos και αποκήρυξε «τον κύριο Οικονόμου για τις προσωπικές απόψεις που διατύπωσε».

Για να είναι ομαλή η συνέχεια, δήλωσα αμέσως δημόσια ότι θέμα φορολόγησης ομολόγων και repos δεν τίθεται, εφ’ όσον «ο κυβερνήτης της χώρας της 11ης Οκτωβρίου διευκρίνισε ότι κάτι τέτοιο δεν θα γίνει», συμπληρώνοντας φυσικά ότι η πολιτική μου θέση παραμένει σωστή. Και συνέχισα κανονικά τον εκλογικό αγώνα, αν και ήταν πια περισσότερο από βέβαιο ότι δεν υπήρχε πιθανότητα εκλογής μου.

Στις 11 Οκτωβρίου του 1993 το ΠΑΣΟΚ έγινε κυβέρνηση και ο Ανδρέας Παπανδρέου Πρωθυπουργός. Στις 19 Απριλίου του 1994 τα repos φορολογήθηκαν. Λίγο αργότερα, επικοινώνησα τηλεφωνικά με τον Ανδρέα. Στην επιφυλακτική υποδοχή του, εξήγησα ότι δεν έχω αρνητική στάση, παρά την μη εκλογή μου. Με ρώτησε πότε μπορώ να πιούμε καφέ και ανταποκρίθηκα αμέσως. Διάρκεια τηλεφωνήματος 2 λεπτά.

Αισθάνθηκα την ανάγκη να εξιστορήσω την συγκεκριμένη δύσκολη εμπειρία και όχι κάποιαν άλλη, πανηγυρική -υπήρξαν πολλές τέτοιες και πριν και μετά- για όλους τους συμπατριώτες που συναντώ καθημερινά και με ρωτάνε τι βλέπω και αν μπορούν να ελπίζουν σε κάτι. «Ναι» είναι η απάντησή μου, «αν δεν απέχουμε και κοιτάζουμε τα πράγματά μας μέσα στον κοινό μας τόπο». Και αυτό έμαθα από την προσωπική μου εμπειρία με τον Ανδρέα Παπανδρέου που μόλις εξιστόρησα.
 
Top