Το 82% των νοικοκυριών στη χώρα μας δεν θα καταφέρει να αποταμιεύσει ούτε ένα ευρώ
τους επόμενους 12 μήνες, ενώ το 62% των καταναλωτών δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα», όπως προκύπτει από την έρευνα οικονομικού κλίματος του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για τον μήνα Οκτώβριο.
Πρόκειται για στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι η έξοδος από τα Μνημόνια δεν είχε καμία ευεργετική επίδραση στην τσέπη των Ελλήνων πολιτών, οι περισσότεροι από τους οποίους εξακολουθούν να στενάζουν κάτω από τον ζυγό της υπερφορολόγησης και της πιστωτικής ασφυξίας.
Η έρευνα του ΙΟΒΕ, που πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.500 καταναλωτών, δείχνει ότι μόλις το 13% των ερωτηθέντων θεωρεί αρκετά πιθανή την αποταμίευση το προσεχές 12μηνο και 1% τη θεωρεί πολύ πιθανή.
Αντιθέτως, για το 12% δεν είναι πιθανή και για το 70% είναι… μακρινό όνειρο. Επιπλέον, από το 62% που οριακά τα βγάζει πέρα, το 11% έχει αναγκαστεί να καταφύγει στις αποταμιεύσεις του.
Όσο, όμως, ροκανίζονται οι αποταμιεύσεις, τόσο αποδυναμώνεται η χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας από τις τράπεζες.
Αρκεί να ληφθεί υπόψη ότι οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών στις ελληνικές τράπεζες μετά βίας ξεπερνούσαν τον Σεπτέμβριο τα 131,7 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ τον Νοέμβριο του 2014 έφθαναν τα 164 δισ. ευρώ.
Οι καταναλωτές που αναφέρουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αυξήθηκαν οριακά τον Οκτώβριο στο 14% του συνόλου, έναντι 12% τον Σεπτέμβριο και ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο στις -69,3 μονάδες (από -75,3 τον Σεπτέμβριο).
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, δεν προκαλεί έκπληξη ότι το 41% των καταναλωτών προβλέπει ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες το επόμενο 12μηνο, ενώ μόνο 8% αναμένει το αντίθετο.
Τα ποσοστά αυτά είναι, πάντως, βελτιωμένα σε σχέση με τον Σεπτέμβριο, όταν το 58% των καταναλωτών προέβλεπε ότι θα κάνει λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες και μόλις 4% βρισκόταν στον αντίποδα.
Απίθανη φαίνεται επίσης στη συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών (95,5%) η αγορά αυτοκινήτου το προσεχές 12μηνο, ενώ μόλις το 1,9% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ενδέχεται να αγοράσει ή να κατασκευάσει κατοικία τον επόμενο χρόνο. Σημαντικές δαπάνες για τη βελτίωση/ανανέωση της κατοικίας του προβλέπει ότι θα κάνει τους ερχόμενους 12 μήνες το 10,9% των καταναλωτών.
Το οξύμωρο είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάστασή τους και την κατάσταση της χώρας εμφανίζονται τον Οκτώβριο σημαντικά βελτιωμένες, οδηγώντας τον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 3,5 ετών (-38,3 μονάδες, από -44,9 τον Σεπτέμβριο).
Πιο αναλυτικά:
- Το 45% (από 55% τον Σεπτέμβριο) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 8% (από 5%) προβλέπει μικρή βελτίωση.
- Το 49% (από 60% τον Σεπτέμβριο) προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 27% το οποίο αναμένει εκ νέου σταθερότητα.
- Το 43% (από 45% ένα μήνα νωρίτερα) προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας, ενώ το 23% (από 18%) των ερωτηθέντων να αναμένει μικρή ή αισθητή μείωσή της.
- Το 38% (από 36% τον Σεπτέμβριο) προβλέπει εκ νέου άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 38% (από 42%) αναμένει σταθερότητα.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, «το γεγονός ότι η χώρα βρίσκεται εκτός προγράμματος προσαρμογής μετά από οκτώ έτη και η συνεχής κάμψη της ανεργίας, θεωρούνται οι κύριοι παράγοντες ενίσχυσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης.
Σε αυτές τις επιδράσεις προστέθηκε προσφάτως η θετική επενέργεια της πιθανολογούμενης χαλάρωσης ή μη εφαρμογής δημοσιονομικών μέτρων που είχαν προγραμματιστεί για το 2019».