Το χαλί για τη δρομολόγηση εκτεταμένων ιδιωτικοποιήσεων στρώνει η κυβέρνηση, παρά τις αντιδράσεις ή ενστάσεις βουλευτών και υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ. Το πωλητήριο αφορά τόσο κρατικές συμμετοχές όσο και κομβικές δημόσιες επιχειρήσεις και έρχεται σε συνέχεια των περικοπών στις συντάξεις και της αύξησης των φόρων.
Σύμφωνα με τα ΝΕΑ, από την πώληση του 17% της ΔΕΗ, κατά της οποίας ανέμιζε κάποτε παντιέρα ο πρώην υπουργός Ενέργειας Πάνος Σκουρλέτης, μέχρι την πώληση των ΕΥΔΑΠ (11%), ΕΥΑΘ (23%), ΟΤΕ (5%), ΔΕΠΑ (65%), ΕΛΠΕ (35%) και αερολιμένα Ελευθέριος Βενιζέλος (30%), όλα πρόκειται να πάρουν τον δρόμο τους όπως προκύπτει από το κείμενο του νέου επικαιροποιημένου Μνημονίου.
«Και τώρα τρέχουμε» για τις ιδιωτικοποιήσεις φαίνεται να προστάζει το επικαιροποιημένο Μνημόνιο, φράση που χρησιμοποίησε άλλωστε ο Πρωθυπουργός χθες από το υπουργείο Παιδείας, υπονοώντας την ανάγκη για ανεβάσει ρυθμούς η κυβέρνηση για την υλοποίηση της πολιτικής, βασικός άξονας της οποίας είναι και οι ιδιωτικοποιήσεις.
Το «τυράκι» για τον «δημόσιο χαρακτήρα»
Τα μέτωπα που πολιτικά καίνε λέγονται ΔΕΗ (17%), ΕΥΔΑΠ (11%) και ΕΥΑΘ (23%) και το πρόταγμα που θα προβληθεί, όταν εκκινήσουν οι διαδικασίες για αυτές τις ΔΕΚΟ, είναι ότι ακόμη και να πουληθούν μειοψηφικά ποσοστά τους, αυτές δεν χάνουν τον δημόσιο χαρακτήρα τους.
Ετσι, σύμφωνα με τα ΝΕΑ, το νέο κυβερνητικό αφήγημα για τις ιδιωτικοποιήσεις θα είναι ότι ακόμη και αν πουληθεί το 11% της ΕΥΔΑΠ, το Δημόσιο θα συνεχίσει να ελέγχει το 50,3%, το οποίο και θα μεταφερθεί στο Υπερταμείο. Αν εκποιηθεί το 23% της ΕΥΑΘ, το Δημόσιο θα παραμείνει με 51% που επίσης θα εισαχθεί στο Ταμείο, ενώ το ίδιο ισχύει και με το 17% της ΔΕΗ. Το Δημόσιο θα παραμείνει με το 34%, διατηρώντας την καταστατική μειοψηφία.
Σίγουρα θα πυροδοτηθούν αντιδράσεις το επόμενο διάστημα όταν αρχίσει σιγά σιγά να ξεδιπλώνεται το νέο Μνημόνιο για τις ΔΕΚΟ που θα ενταχθούν στο Ταμείο όπως και για τους πάνω από 40.000 εργαζομένους τους. Το Μνημόνιο φιλοδοξεί να ξηλώσει τον πελατειακό τρόπο με τον οποίο ανέκαθεν αντιμετωπίζονταν και προβλέπει σύγκρουση με συμφέροντα και νοοτροπίες από τις παλιές «καλές» ημέρες της ευμάρειας.
Ενδειξη της δυσκολίας να κοπεί ο ομφάλιος λώρος με το κράτος είναι ότι η τρίτη και τελευταία φουρνιά δημόσιων επιχειρήσεων που προορίζεται να μεταφερθεί στο Υπερταμείο ακόμη διχάζει. Πρόκειται για τις υποψήφιες ΓΑΙΑΟΣΕ, Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα, ΛΑΡΚΟ, Οργανισμός Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (ΟΚΑΑ), αερολιμένας Ελευθέριος Βενιζέλος (25%) και Helexpo-ΔΕΘ και ΔΕΣΦΑ (34%).
Νέο μέτωπο με την Cosco
Σε νέο χτύπημα κατά των επενδύσεων στην Ελλάδα προχώρησε το υπουργείο Πολιτισμού την ώρα που ο Αλέξης Τσίπρας ετοιμάζει βαλίτσες για το ταξίδι του στο Πεκίνο και λίγες ημέρες μετά την «τρικλοποδιά» στην επένδυση του Ελληνικού.
Οπως αναφέρει η Καθημερινή, με επιστολή της προς τον υπουργό Ναυτιλίας, η ΓΓ του ΥΠΠΟ Μαρία Ανδρεαδάκη Βαλζάκη, ζητεί να ανακληθεί η παραχώρηση των παλαιών σιταποθηκών του λιμανιού (Silo) στον ΟΛΠ και να αποδοθούν στο υπουργείο Πολιτισμού προκειμένου εκεί να στεγαστεί μουσείο ενάλιων αρχαιοτήτων.
Το υπουργείο Πολιτισμού είχε επιχειρήσει και το 2015 να εξαιρέσει το Silo από την παραχώρηση, αλλά τότε η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να εξαιρεθεί μόνο η παράκτια περιοχή της Δραπετσώνας.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα η επιστολή εστάλη την ίδια ημέρα που η υπουργός Λυδία Κονιόρδου άνοιγε εκ νέου θέμα διατηρητέων κτιρίων στο Ελληνικό. Για το θέμα του Ελληνικού, η υπουργός παραδεχόμενη ότι δεν είχε στοιχεία για την απόφασή της ζήτησε τελικά την ανάκληση απόφασης.
Η αξίωση για το Silo του υπουργείου Πολιτισμού αν και εκτιμάται ότι προσκρούει σε πλήθος νομικών και ουσιαστικών εμποδίων, αποτελεί άλλο ένα επεισόδιο στα εμπόδια που κατά καιρούς έχουν μπει σε επενδύσεις στην Ελλάδα όπως συνέβη - εκτός από το Ελληνικό - και με αυτή στην Αφάντου της Ρόδου.