Ένας Έλληνας βαρύτονος από την παιδική χορωδία στο Κερατσίνι έχει κατακτήσει τους Γερμανούς.
Από το Σεπτέμβριο του 2009 ο Γιώργος Κανάρης ανήκει στο ensemble της Όπερας της Βόννης και το παρατεταμένο χειροκρότημα σε κάθε του εμφάνιση μαρτυρά τη γοητεία που ασκεί στο κοινό.
Όπως γράφει σε ρεπορτάζ της η Deutsche Welle, οκτώ χρόνια βρίσκεται ο Έλληνας βαρύτονος ήδη στη Βόννη. Αλλά πως έφτασε εδώ μετά τις ωδιακές σπουδές του στην Αθήνα; «Από την Αθήνα όπου έμενα, πήρα υποτροφία για δύο χρόνια από το ΙΚΥ για μεταπτυχιακές σπουδές στο Μόναχο, στην τάξη της Δάφνης Ευαγγελάτου.
Στην τελευταία μου συναυλία του δεύτερου χρόνου σπουδών ήρθε ένας μάνατζερ, μου έδωσε την κάρτα του και μου λέει, υπέροχα, θα χαρώ να βρούμε κάποια ακρόαση. Πράγματι, μετά από ένα μήνα βρήκε ακρόαση στη Βόννη.
Από το Σεπτέμβριο του 2009 ο Γιώργος Κανάρης ανήκει στο ensemble της Όπερας της Βόννης και το παρατεταμένο χειροκρότημα σε κάθε του εμφάνιση μαρτυρά τη γοητεία που ασκεί στο κοινό.
Όπως γράφει σε ρεπορτάζ της η Deutsche Welle, οκτώ χρόνια βρίσκεται ο Έλληνας βαρύτονος ήδη στη Βόννη. Αλλά πως έφτασε εδώ μετά τις ωδιακές σπουδές του στην Αθήνα; «Από την Αθήνα όπου έμενα, πήρα υποτροφία για δύο χρόνια από το ΙΚΥ για μεταπτυχιακές σπουδές στο Μόναχο, στην τάξη της Δάφνης Ευαγγελάτου.
Στην τελευταία μου συναυλία του δεύτερου χρόνου σπουδών ήρθε ένας μάνατζερ, μου έδωσε την κάρτα του και μου λέει, υπέροχα, θα χαρώ να βρούμε κάποια ακρόαση. Πράγματι, μετά από ένα μήνα βρήκε ακρόαση στη Βόννη.
«Πήγα χωρίς κανένα άγχος, χωρίς πολλές βλέψεις, με σκυφτό το κεφάλι. Πέτυχε η ακρόαση και από το 2009, στο τελείωμα των μεταπτυχιακών μου σπουδών στο Μόναχο, έκανα το επόμενο βήμα που ήταν η Βόννη».
Η παρουσία Κανάρη στην όπερα της Βόννης όχι μόνο δεν πέρασε απαρατήρητη από τα καλλιτεχνικά δρώμενα, αλλά αμέσως την επόμενη χρονιά, τον Οκτώβριο του 2010, όταν η Ελλάδα έχει ήδη αρχίσει να βυθίζεται στο σκοτάδι της κρίσης, του απονέμεται το Βραβείο των Φίλων Όπερας της Βόννης που έχουν πάρει στα πρώτα τους βήματα καταξιωμένοι σήμερα τραγουδιστές και τραγουδίστριες.
Εκείνο το βράδυ, στο κατάμεστο φουαγιέ της Όπερας, ο Κανάρης «φώτισε» μέσα από την εξαιρετική φωνή του μιαν άλλη Ελλάδα, την Ελλάδα των νέων ταλαντούχων ανθρώπων που δεν έχουν εναλλακτική από την επαγγελματική καταξίωση στο εξωτερικό.
Η καλλιτεχνική διαδρομή του Γιώργου Κανάρη μέχρι σήμερα ήταν και μια καθημερινή διάψευση της Ελλάδας της κρίσης. «Εχω ζήσει πολλές περιπτώσεις συναδέλφων μουσικών, μαέστρων, ακόμη και διοικητικών στελεχών σε αυτό το θέατρο, που μένουν με το στόμα ανοιχτό, πως γίνεται να συμβαδίζει η πορεία της χώρας με τέτοιους καλλιτέχνες.
Λυπάμαι πολύ όταν το ακούω αυτό, γιατί νοιώθω άσχημα για τη δική μου χώρα. Όμως δυστυχώς σε αυτές τις μέρες και σε αυτήν την χώρα εδώ, είναι μεγάλο το στοίχημα να δείξουμε ότι αξίζουμε, ότι δεν είμαστε του πετάματος».
Το να είναι μάλιστα κανείς μουσικός από την «τρισκατάρατη» νότια Ευρώπη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων έχει ένα τεράστιο φυσικό πλεονέκτημα, όπως υποστηρίζει ο Κανάρης από την εμπειρία του.
«Τεχνικά και φωνητικά υπάρχει ένα ταμπεραμέντο που δεν το βρίσκεις εύκολα σε χώρες, όπως η Γερμανία ή άλλες βόρειες. Έχουμε ένα μεσογειακό ταμπεραμέντο που το αγαπούν οι χώρες που ζούμε εδώ, είναι κάτι το ιδιαίτερο στη φωνή, πιο δυναμικό, με πυρήνα, με ψυχή, με ζωντάνια.
Το καταλαβαίνουν αυτό οι Γερμανοί, είναι έξυπνοι άνθρωποι, το καταλαβαίνουν και το στηρίζουν, όσο μπορεί κανείς να τους το δίνει με ευχέρεια».
Το ρεπερτόριό του περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ρόλους όπως Don Giovanni, Conte d’Almaviva (Οι Γάμοι του Φίγκαρο), Guglielmo (Έτσι κάνουν όλες), Papageno (Ο μαγικός Αυλός) του Mozart, Malatesta (Don Pasquale) του Donizetti, Figaro (Κουρέας της Σεβίλλης) και Dandini (Σταχτοπούτα) του Rossini, καθώς και Marcello (Μποέμ) και Sharpless (Madama Butterfly) του Puccini.
Με τη Λυρική Σκηνή Αθηνών συνεργάστηκε το 2003 στην παραγωγή Μυστικός Γάμος του Cimarosa, ερμηνεύοντας το ρόλο του Conte Robinson στην Κύπρο.
Εκτός από το χώρο της όπερας ο Γιώργος Κανάρης δραστηριοποιείται και στο χώρο του Lied, έχοντας στο ρεπερτόριό του έργα όπως Η Αγάπη του Ποιητή (Dichterliebe) και Κύκλος Τραγουδιών (Liederkreis) του Schumann, Κύκνειο Άσμα (Schwanengesang), Χειμωνιάτικο Ταξίδι (Winterreise) και Ωραία Μυλωνού (Die schöne Müllerin) του Schubert, όπως επίσης Lieder των Strauss και Pfitzner.
Το 2010 βραβεύτηκε από τους Φίλους της Όπερας της Βόννης και το 2011 υπήρξε υπότροφος του Γερμανικού Συνδέσμου Richard Wagner.
Από το Σεπτέμβριο του 2009 ανήκει στο ensemble της Όπερας της Βόννης.
πηγές/φωτογραφίες: dw, giorgoskanaris.com
Η παρουσία Κανάρη στην όπερα της Βόννης όχι μόνο δεν πέρασε απαρατήρητη από τα καλλιτεχνικά δρώμενα, αλλά αμέσως την επόμενη χρονιά, τον Οκτώβριο του 2010, όταν η Ελλάδα έχει ήδη αρχίσει να βυθίζεται στο σκοτάδι της κρίσης, του απονέμεται το Βραβείο των Φίλων Όπερας της Βόννης που έχουν πάρει στα πρώτα τους βήματα καταξιωμένοι σήμερα τραγουδιστές και τραγουδίστριες.
Εκείνο το βράδυ, στο κατάμεστο φουαγιέ της Όπερας, ο Κανάρης «φώτισε» μέσα από την εξαιρετική φωνή του μιαν άλλη Ελλάδα, την Ελλάδα των νέων ταλαντούχων ανθρώπων που δεν έχουν εναλλακτική από την επαγγελματική καταξίωση στο εξωτερικό.
Η καλλιτεχνική διαδρομή του Γιώργου Κανάρη μέχρι σήμερα ήταν και μια καθημερινή διάψευση της Ελλάδας της κρίσης. «Εχω ζήσει πολλές περιπτώσεις συναδέλφων μουσικών, μαέστρων, ακόμη και διοικητικών στελεχών σε αυτό το θέατρο, που μένουν με το στόμα ανοιχτό, πως γίνεται να συμβαδίζει η πορεία της χώρας με τέτοιους καλλιτέχνες.
Λυπάμαι πολύ όταν το ακούω αυτό, γιατί νοιώθω άσχημα για τη δική μου χώρα. Όμως δυστυχώς σε αυτές τις μέρες και σε αυτήν την χώρα εδώ, είναι μεγάλο το στοίχημα να δείξουμε ότι αξίζουμε, ότι δεν είμαστε του πετάματος».
Το να είναι μάλιστα κανείς μουσικός από την «τρισκατάρατη» νότια Ευρώπη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων έχει ένα τεράστιο φυσικό πλεονέκτημα, όπως υποστηρίζει ο Κανάρης από την εμπειρία του.
«Τεχνικά και φωνητικά υπάρχει ένα ταμπεραμέντο που δεν το βρίσκεις εύκολα σε χώρες, όπως η Γερμανία ή άλλες βόρειες. Έχουμε ένα μεσογειακό ταμπεραμέντο που το αγαπούν οι χώρες που ζούμε εδώ, είναι κάτι το ιδιαίτερο στη φωνή, πιο δυναμικό, με πυρήνα, με ψυχή, με ζωντάνια.
Το καταλαβαίνουν αυτό οι Γερμανοί, είναι έξυπνοι άνθρωποι, το καταλαβαίνουν και το στηρίζουν, όσο μπορεί κανείς να τους το δίνει με ευχέρεια».
Το ρεπερτόριό του περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ρόλους όπως Don Giovanni, Conte d’Almaviva (Οι Γάμοι του Φίγκαρο), Guglielmo (Έτσι κάνουν όλες), Papageno (Ο μαγικός Αυλός) του Mozart, Malatesta (Don Pasquale) του Donizetti, Figaro (Κουρέας της Σεβίλλης) και Dandini (Σταχτοπούτα) του Rossini, καθώς και Marcello (Μποέμ) και Sharpless (Madama Butterfly) του Puccini.
Με τη Λυρική Σκηνή Αθηνών συνεργάστηκε το 2003 στην παραγωγή Μυστικός Γάμος του Cimarosa, ερμηνεύοντας το ρόλο του Conte Robinson στην Κύπρο.
Εκτός από το χώρο της όπερας ο Γιώργος Κανάρης δραστηριοποιείται και στο χώρο του Lied, έχοντας στο ρεπερτόριό του έργα όπως Η Αγάπη του Ποιητή (Dichterliebe) και Κύκλος Τραγουδιών (Liederkreis) του Schumann, Κύκνειο Άσμα (Schwanengesang), Χειμωνιάτικο Ταξίδι (Winterreise) και Ωραία Μυλωνού (Die schöne Müllerin) του Schubert, όπως επίσης Lieder των Strauss και Pfitzner.
Το 2010 βραβεύτηκε από τους Φίλους της Όπερας της Βόννης και το 2011 υπήρξε υπότροφος του Γερμανικού Συνδέσμου Richard Wagner.
Από το Σεπτέμβριο του 2009 ανήκει στο ensemble της Όπερας της Βόννης.
πηγές/φωτογραφίες: dw, giorgoskanaris.com