Πολύ μικρό είναι το ποσοστό των προσφύγων που επιθυμούν να παραμείνουν στην Ελλάδα, για την ακρίβεια λιγότερος από 1 στους 10 πρόσφυγες θέλουν να παραμείνουν στη χώρα μας.
Όπως αποκαλύπτει έρευνα της Public Issue για το Παρατηρητήριο Προσφυγικών Ροών του Δήμου Αθηναίων, μόλις το 8% των προσφύγων στον Ελαιώνα και 2% στα διαμερίσματα, θέλουν να παραμείνουν στην Ελλάδα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία, η πλειονότητα των ερωτηθέντων δηλώνει πως δεν θέλει να δουλέψει στην Ελλάδα (59% στον Ελαιώνα και 76% στα διαμερίσματα), ενώ περίπου 1 στους 3 από όσους δηλώνουν πρόθεση εύρεσης εργασίας στην Ελλάδα, θα έκαναν οποιαδήποτε δουλειά. Σύμφωνα με τα στοιχεία των ερευνών τόσο στον Ελαιώνα όσο και στα διαμερίσματα, ο μέσος όρος ηλικίας είναι μόλις 20 ετών.
Η πλειονότητα των προσφύγων τόσο στον Ελαιώνα όσο και τα διαμερίσματα, κατάγεται από τη Συρία (47% και 60% αντίστοιχα). Δεύτερη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα είναι οι Αφγανοί, στη συνέχεια οι Ιρανοί και οι Κούρδοι. Σε μικρότερα ποσοστά βρίσκουμε Ιρακινούς, Παλαιστίνιους και άτομα από την Αφρική. Επίσης, προέρχονται κυρίως από αστικά κέντρα (πόλεις άνω των 100.000κατοίκων) στις χώρες καταγωγής τους. Για τη συντριπτική πλειονότητα, ο βασικός λόγος φυγής από τη χώρα τους ήταν για να γλυτώσουν από τα δεινά του πολέμου ή οι πολιτικές τους πεποιθήσεις, ενώ σχεδόν στο σύνολό τους, έφθασαν μέσω Τουρκίας. Ακόμη, ένας στους δύο επικεφαλής νοικοκυριών έχει ολοκληρώσει δευτεροβάθμια εκπαίδευση και είχαν κάποια μορφή εργασίας στη χώρα προέλευσης (66% στον Ελαιώνα και 80% στα διαμερίσματα). Στην πλειονότητά τους, οι ερωτηθέντες επικεφαλής νοικοκυριών που διαμένουν στον Ελαιώνα και στα διαμερίσματα εκφράζουν την ικανοποίησή τους από τις δομές φιλοξενίας και τις συνθήκες διαβίωσης σε αυτές (55% στον Ελαιώνα και 87% στα διαμερίσματα εκφράζουν ικανοποίηση).
Η συντριπτική πλειονότητα των προσφύγων αισθάνονται ασφαλείς στην Αθήνα (93% στον Ελαιώνα και 97% στα διαμερίσματα), ενώ παράλληλα σε μεγάλη πλειοψηφία αναφέρουν ότι δεν έχουν υπάρξει θύμα κάποιου περιστατικού ξενοφοβίας (88% στον Ελαιώνα και 97% στα διαμερίσματα). Στον Ελαιώνα, η συντριπτική πλειονότητα δηλώνει ικανοποιημένη με την παροχή βασικών υπηρεσιών, όπως το νερό, το ρεύμα και η καθαριότητα. Δυσαρέσκεια εκφράζεται για την ποιότητα του φαγητού (53%). Το 95% των προσφύγων που διαμένουν σε διαμερίσματα στην Αθήνα δηλώνουν ότι έχουν καλές σχέσεις με τους γείτονές τους. Παράλληλα, οι πρόσφυγες που διαμένουν σε διαμερίσματα στην Αθήνα αναγνωρίζουν ότι η βοήθεια που έχουν λάβει κατά τη διάρκεια της παραμονής τους στην Αθήνα ήρθε κατά κύριο λόγο από τις ΜΚΟ (47%), Έλληνες πολίτες (16%), την Εκκλησία (10%) και τους συμπατριώτες τους στην Ελλάδα (6%).
Οι τρεις βασικοί φορείς παροχής βοήθειας που αναφέρονται από τους πρόσφυγες είναι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (68%), η Praksis (27%) και η EATA (18%). Σχετικά με την εκμάθηση της γλώσσας, ιδιαίτερα μικρά είναι τα ποσοστά των επικεφαλής νοικοκυριών που μιλούν την ελληνική γλώσσα (3% στον Ελαιώνα και 2% στα διαμερίσματα) και ένα μικρό ποσοστό δηλώνει πρόθεση να μάθει τη γλώσσα (22% στον Ελαιώνα και 17% στα διαμερίσματα). Η πλειονότητα των νοικοκυριών των προσφύγων χρησιμοποιούν προπληρωμένες ή χρεωστικές κάρτες (που παρέχουν στους αιτούντες άσυλο η Ύπατη Αρμοστεία, το International Rescue Committee και η ΕΕ). Ενδεικτικά, μια οικογένεια προσφύγων που διαμένει σε διαμερίσματα στην Αθήνα, ξοδεύει κατά μέσο όρο 132 ευρώ την εβδομάδα στις τοπικές αγορές της Αθήνας - χρήματα τα οποία διατίθεται κυρίως για την αγορά τροφίμων/ ποτών και φροντίδας βρεφών. Αντίστοιχα, μια οικογένεια που διαμένει στον Ελαιώνα ξοδεύει 78 ευρώ την εβδομάδα, τα οποία διατίθενται κυρίως σε αγορά τροφίμων/ ποτών και καρτών τηλεφωνίας.
Συμφωνεί η συντριπτική πλειοψηφία των Αθηναίων να πηγαίνουν προσφυγόπουλα σε σχολεία και παιδικούς σταθμούς
Θετική στάση έχει η συντριπτική πλειοψηφία των Αθηναίων έναντι των προσφύγων, σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας που πραγματοποίησε η εταιρία Public Issue. Σύμφωνα με την έρευνα το 66% των ερωτηθέντων θεωρεί πως η παρουσία των προσφύγων στη γειτονιά τους δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα, το 72% συμφωνεί να επιτρέπεται στα παιδιά των προσφύγων να γράφονται σε δημόσια σχολεία και το 65% να πηγαίνουν σε δημοτικούς παιδικούς σταθμούς. Ωστόσο, το 54% των πολιτών θεωρεί «δύσκολη» την ένταξη των προσφύγων στην ελληνική κοινωνία, μόνο το 50% είναι υπέρ της παροχής αδειών εργασίας στους πρόσφυγες, το 44% είναι αντίθετο στην ανέγερση τεμένους στον Ελαιώνα, υπέρ είναι το 40%, ενώ για μουσουλμανικό νεκροταφείο συμφωνεί το 52% και διαφωνεί το 28%.
Επίσης, η πλειονότητα των Αθηναίων (57%) δηλώνει πως έδειξε αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και παρείχαν κάποιου είδους στήριξη προς αυτούς (τρόφιμα, είδη ένδυσης, χρήματα κλπ). Αυτό ισχύει ακόμα και για την πλειονότητα των ατόμων που έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση, αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες (55%) ή είναι άνεργοι (58%). Τέλος, η κοινή γνώμη φαίνεται διχασμένη αναφορικά με τον τόπο διαμονής των προσφύγων: το 38% δηλώνει πως θα ήταν προτιμότερο οι πρόσφυγες να διαμένουν σε ειδικούς ξενώνες φιλοξενίας μόνο για πρόσφυγες, ενώ το 43% δηλώνει πως θα ήταν προτιμότερο να ζουν σε διαμερίσματα στην πόλη. Ο βαθμός ορατότητας των ξένων επηρεάζει αυτή την άποψη: όσο αυξάνεται το ποσοστό ορατότητας, τόσο αυξάνεται η προτίμηση των ειδικών ξενώνων ως χώρων διαμονής.
Ο δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης, αναφέρθηκε στις πρωτοβουλίες που ανέλαβε ο δήμος εξ' αρχής, επισημαίνοντας ότι «για το καλό της πόλης και των κατοίκων της στην αντιμετώπιση του προσφυγικού και μεταναστευτικού, συχνά κάναμε περισσότερα από όσα ορίζουν τα στενά όρια των αρμοδιοτήτων μας». Ο δήμαρχος Αθηναίων έκανε λόγο για τη μεγαλύτερη ανθρωπιστική κρίση μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με πολλαπλές επιπτώσεις σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, η οποία, όπως είπε, βρήκε απροετοίμαστη την κεντρική εξουσία. Ο αντιδήμαρχος Μεταναστών και Προσφύγων του δήμου Αθηναίων Λευτέρης Παπαγιαννάκης, αναφέρθηκε διεξοδικά στις δράσεις και τις πρωτοβουλίες που έχει αναπτύξει ο δήμος Αθηναίων μέσω της αντιδημαρχίας, που λειτουργεί ένα χρόνο τώρα στα γραφεία της στην οδό Μαιζώνος, όπως τα Κέντρα Ένταξης Μεταναστών και το Κέντρο Συντονισμού Μεταναστών και Προσφύγων.