Σημαντικές αυξήσεις στην τιμή πώλησης του καφέ τόσο από τα καταστήματα εστίασης όσο και από τα καταστήματα λιανικής φέρνει από το νέο έτος ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης που θα επιβληθεί στον καφέ την 1η Ιανουαρίου 2017. 

Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, ο νέος φόρος έρχεται να προστεθεί στην υπερφορολόγηση των τελευταίων ετών, μετατρέπονταςσε είδος πολυτελείας μία ακόμη καθημερινή συνήθεια των Ελλήνων, μετά την μπίρα και το κρασί, που επίσης επιβαρύνονται πλέον με Ε.Φ.Κ..

Το ύψος του νέου φόρου, ο οποίος αφορά τόσο τον εισαγόμενο όσο και τον εγχώρια παραγόμενο καφέ, ανέρχεται στα:

• €4/ κιλό για τον στιγμιαίο καφέ και τα παρασκευάσματα από εκχυλίσματα, αποστάγματα ή συμπυκνώματα του προϊόντος

• €3/ κιλό για τον καβουρδισμένο καφέ

• €2/ κιλό για τον ωμό, μη καβουρδισμένο καφέ

Με βάση τα παραπάνω, ο επερχόμενος Ε.Φ.Κ. θα εκτοξεύσει την τιμή του καφέ ως πρώτης ύλης, καθώς σε κάποιες περιπτώσεις, όπως εκείνη του ωμού καφέ, η επιπλέον φορολόγηση ισοδυναμεί με διπλασιασμό του κόστους.

Έχοντας ήδη κληθεί να διαχειριστούν αλλεπάλληλες και στις περισσότερες αιφνίδιες αυξήσεις Φ.Π.Α., τόσο ο κλάδος της εστίασης όσο και εκείνος του λιανικού εμπορίου αδυνατούν να απορροφήσουν μια ακόμη άνοδο της φορολογίας σε ένα από τα βασικότερα προϊόντα τους, και μάλιστα σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα έπειτα από την μόλις προ έξι μηνών αύξηση του Φ.Π.Α. από το 23% στο 24%. Κατά συνέπεια, ο νέος Ε.Φ.Κ. στον καφέ αναμένεται να επιφέρει τεράστιες αυξήσεις της τιμής του καφέ σε κάθεσημείο πώλησής του:

• Η επιβάρυνση ανά κιλό για αγορά από το ράφι(σούπερ μάρκετ, καφεκοπτείο κ.λπ.) αναμένεται να κυμανθεί κατά μέσο όρο σε ποσοστό περί το 25%

• Η επιβάρυνση στον κάθε καφέ που αγοράζουμε στα καταστήματα εστίασηςυπολογίζεται πωςθα ανέλθει στα επίπεδα των €0,10

Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι ο νέος φόρος θα αποτελέσει πλήγμα κυρίως για τις οικονομικά ασθενέστερες ομάδες καταναλωτών, οι οποίες θα δουν να συρρικνώνεται περαιτέρω η ήδη μειωμένη αγοραστική τους δύναμη και για τις οποίες η κατανάλωση καφέ είτε στα καταστήματα εστίασης είτε στο σπίτι αποτελεί μία από τις λίγες εναπομείνασες απολαύσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο καφές αποτελεί μια παραδοσιακά αγαπημένη συνήθεια των Ελλήνων κάθε ηλικίας και οικονομικοκοινωνικής τάξης, που καταναλώνουν περισσότερους από 42.000 τόνους καφέ ετησίως.

Την ίδια στιγμή, το εν λόγω μέτρο αποτελεί μια νέα δοκιμασία για δύο νευραλγικούς κλάδους της εγχώριας οικονομίας, αυτόν του λιανικού εμπορίου και εκείνον της εστίασης, που επιπλέον συνεισφέρουν σημαντικά στην απασχόληση: Ο νέος Ε.Φ.Κ. συνιστά ένα «οριζόντιο» μέτρο που θα επιβαρύνει ολόκληρη την «αλυσίδα», από την παραγωγή έως την πώληση του προϊόντος, στην οποία απασχολούνται συνολικά πάνω από 200.000 εργαζόμενοι.

Ειδικότερα για τον κλάδο της εστίασης, το πλήγμα αναμένεται καίριο, καθώς ο κλάδος έχει φτάσει στο ύστατο σημείο αντοχής του, καλούμενος να διαχειριστεί μέσα σε διάστημα μικρότερο των έξι ετών (από τον Μάρτιο του 2010 ως σήμερα) έξι αυξήσεις Φ.Π.Α., συγκεκριμένα:

• 2010: Διπλή αύξηση από το 9% στο 10% και στη συνέχεια στο 11%

• 2011: Διπλή αύξηση από το 11% στο 13%και στη συνέχεια στο 23%

• 2015: Αύξηση από το 13% στο 23%

• 2016: Αύξηση από το 23% στο 24%

Και όλα αυτά τη στιγμή που το προσδοκώμενο δημοσιονομικό όφελος από τον νέο φόρο είναι δυσανάλογα μικρό σε σχέση με την επιβάρυνση που θα σημάνει αυτός για καταναλωτές και επιχειρήσεις. Ακόμη και ο στόχος της κυβέρνησης για είσπραξη από τον επερχόμενο Ε.Φ.Κ. στο καφέ εσόδων της τάξεως των €62 εκατ. ετησίως τελεί εν αμφιβόλω, καθώς είναι πλέον κοινώς παραδεκτό και επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι η υπερβολική φορολογία όχι μόνο δεν αποδίδει τους επιθυμητούς καρπούς, αλλά μπορεί να έχει και τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Πολυάριθμες μελέτες αλλά και η εμπειρία πολλών διαφορετικών κλάδων δείχνουν ότι, εκτός από μείωση των πωλήσεων και άρα των εσόδων από άμεσους φόρους, η υπερφορολόγηση ενισχύει τα φαινόμενα της φοροδιαφυγής και του παράνομου εμπορίου, οδηγώνταςτελικά σε συρρίκνωση των δημοσίων εσόδων.

Χαρακτηριστικά ως προς αυτό είναι τα παραδείγματα της αγοράς καπνικών προϊόντων αλλά και των αποτελεσμάτων που είχαν προηγούμενες μεταβολές του Φ.Π.Α. στον κλάδο της εστίασης:

• Στην περίπτωση των καπνικών προϊόντων, το διάστημα 2009-2015, στο οποίο οι φόροι αυξήθηκαν κατά 58%, τα έσοδα από τους φόρους του καπνού μειώθηκαν κατά 6,5%. Παράλληλα, μόνο το 2014, τα διαφυγόντα έσοδα από το λαθρεμπόριο καπνικών ανήλθαν σε €750 εκατομμύρια.

• Στην περίπτωση της εστίασης, η αύξηση το 2011 του Φ.Π.Α. από 13% σε 23% ακολουθήθηκε από σημαντική πτώση των πωλήσεων, που έφτασε κατά μέσο όρο στο 5,11%, με τη συνεπακόλουθη πτώση στα δημόσια έσοδα. Στοναντίποδα, παρά τις προβλέψεις για μείωση των σχετικών εσόδων κατά €140 εκατομμύρια, η επαναφορά το 2013 του Φ.Π.Α. στην εστίαση στο 13% σήμανε πτώση των εσόδων από Φ.Π.Α. κατά μόνο €70 εκατομμύρια αλλά και ταυτόχρονη αύξηση των εσόδων από την άμεση φορολογία των επιχειρήσεων, λόγω της ανόδου των πωλήσεών τους.

Σύμφωνα πάντα με πηγές της αγοράς, όλα τα παραπάνω καθιστούν επιβεβλημένη τουλάχιστον τη μετάθεση –αν όχι την οριστική ματαίωση– του χρόνου έναρξης εφαρμογής του νέου φόρου στον καφέ για τουλάχιστον δύο (2) έτη, προκειμένου η αγορά, χωρίς να βρεθεί αντιμέτωπη με νέες δυσκολίες που θα επιδεινώσουν δραματικά τα μεγέθη της, να έχει την ευκαιρία να λειτουργήσει επιβοηθητικά προς τη συνεπή εφαρμογή του εφαρμοζόμενου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής (συμβάλλοντας στα δημόσια έσοδα αλλά και στη διατήρηση της κατανάλωσης), για να αποδώσει αυτό τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

madata.gr
 
Top