Γράφει ο Γιάννης Κουτρουμπής
Follow @j_koutroubis
Η PwC σε πρόσφατη μελέτη της προβλέπει ότι πρόκειται να γίνει αύξηση των επενδύσεων στον τομέα των υποδομών. Ειδικότερα, μέσα στην επόμενη τετραετία προβλέπεται ετήσια αύξηση της παγκόσμιας δαπάνης για έργα υποδομών της τάξης του 5%, διπλασιάζοντας τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που σύμφωνα με τις προβλέψεις το 2016 θα κυμανθούν γύρω στο 2%.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε από την PwC, έως το 2020 η παγκόσμια ετήσια δαπάνη σε έργα υποδομών αναμένεται να ανέλθει σε 5,3 τρισ. δολάρια, αυξημένη σε σχέση με τα 4,3 τρισ. δολάρια που είχαν προβλεφθεί το 2015 (σε σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες 2014), αναδεικνύοντας μία ισχυρή μακροπρόθεσμη δυναμική.
Η ανάλυση που πραγματοποίησε η Oxford Economics για λογαριασμό της ομάδας Capital Projects & Infrastructure (CP&I) της PwC εξετάζει τις αναμενόμενες επενδύσεις σε υποδομές σε εφτά γεωγραφικές περιοχές και έξι βασικούς κλάδους υποδομών. Δεδομένης της πρόσφατης αστάθειας της αγοράς, η έκθεση εξετάζει και δύο επιπλέον σενάρια εκτός της βασικής πρόβλεψης —ένα με ταχεία ανάκαμψη και ένα με απότομη προσγείωση της κινεζικής οικονομίας, δεδομένου ότι η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά έργων υποδομών.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, πάνω στις σημερινές κρατούσες προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη η τρέχουσα δαπάνη εμφανίζει σημάδια ανάπτυξης αλλά θα παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα —γύρω στο 2%— την ερχόμενη χρονιά. Στη συνέχεια θα σημειώσει μια αργή αλλά σταθερή ανάκαμψη έως το 2020, με τις επενδύσεις να ανέρχονται στο 5% ή στα 5,3 τρισ. δολάρια ετησίως. Τα μεγαλύτερα ποσοστά αύξησης από σήμερα έως το 2020 αφορούν κοινωνικές υποδομές (π.χ. σχολεία και νοσοκομεία) συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής των γενικότερων υποδομών που σχετίζονται με αυτές.
Η επιβράδυνση στις επενδύσεις υποδομών που έχει παρατηρηθεί πρόσφατα είναι αποτέλεσμα της πτώσης των τιμών του πετρελαίου και των αγαθών, της περιορισμένης διαθεσιμότητας δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης, της χαλάρωσης του ρυθμού ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας και της νομισματικής αστάθειας. Η επιβράδυνση αυτή έγινε περισσότερο αισθητή στον κλάδο των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, ο οποίος δέχτηκε την παρατεταμένη πίεση από την περικοπή των επιχορηγήσεων στην Ευρώπη για έργα ανανεώσιμης ενέργειας σε συνδυασμό με την υποτονική παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, που μειώνει τη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια, καθώς και από τη μείωση της ιδιωτικής δραστηριότητας σε έργα έντασης κεφαλαίου λόγω του αρνητικού περιβάλλοντος.
Η πρόσφατη απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση ελήφθη μετά τη ολοκλήρωση της έκθεσης της Oxford Economics. Είναι πολύ νωρίς για να σχολιάσουμε τον αντίκτυπο που θα έχει η απόφαση τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο το 2020, ωστόσο βραχυπρόθεσμα η
επιπρόσθετη αβεβαιότητα και αστάθεια είναι πιθανό να επηρεάσει άμεσα τις επενδύσεις υποδομών στο Ηνωμένο Βασίλειο και έμμεσα την παγκόσμια αγορά, παρ” όλο που ο αντίκτυπος στη δεύτερη περίπτωση δεν αναμένεται να είναι σημαντικός.
O Richard Abadie, μέλος της ομάδας της PwC για τον κλάδο Capital Projects & Infrastructure, σχολιάζει:
«Ακόμη και σε αυτούς τους αβέβαιους καιρούς, υπάρχουν ευκαιρίες. Όμως, οι χρηματοδότες και οι επενδυτές είναι πολύ επιλεκτικοί στο ποια έργα θα υλοποιήσουν, διασφαλίζοντας για παράδειγμα ότι τα έργα εξόρυξης και τα έργα που σχετίζονται με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο θα είναι κερδοφόρα δεδομένων των χαμηλών τιμών που επικρατούν στην τελική αγορά. Οι εταιρείες θα συνεχίσουν να επενδύουν γιατί η μακροπρόθεσμη ζήτηση για έργα υποδομών συνεχίζει να είναι ισχυρή δεδομένης της θεμελιώδους σύνδεσής της με τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης».
O Peter Raymond, επίσης στέλεχος της ομάδας Capital Projects & Infrastructure σχολιάζει:
«Αυτό σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί κακό νέο για τον κλάδο. Υπάρχουν κεφάλαια στην αγορά —με χαμηλότερο κόστος— τα οποία αναζητούν κερδοφόρα και βιώσιμα έργα. Παρατηρούμε ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για τον ρόλο των υποδομών στην οικονομική ανάπτυξη και η Επενδυτική Τραπεζική παίζει σημαντικό ρόλο στην μείωση των κινδύνων αυτών των έργων.
Εάν η αστάθεια αυτής της περιόδου έχει διδάξει κάτι στον κλάδο, αυτό είναι ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις μελλοντικές οικονομικές καταιγίδες όπως το έκανε έως σήμερα, εκτός εάν δημιουργηθούν νέες δομές χρηματοδότησης και διαμορφωθούν αυστηρότεροι έλεγχοι και σχεδιασμός όσον αφορά τον κύκλο ζωής της παράδοσης και χρηματοδότησης των έργων».
Η έρευνα επισημαίνει τον εκτεταμένο αντίκτυπο που έχουν οι τιμές του πετρελαίου και των άλλων commodities καθώς και οι οικονομικές συνθήκες της κινεζικής οικονομίας στις προοπτικές των επενδύσεων υποδομών συνολικά. Το μέλλον του κλάδου εξόρυξης διαγράφεται μελανό τόσο με θετικές όσο και με αρνητικές προβλέψεις. Ακόμη και σύμφωνα με το θετικό παγκόσμιο σενάριο, ο χαμηλός ρυθμός αύξησης των τιμών του πετρελαίου αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για επενδύσεις υποδομών.
Αρνητικό σενάριο – Απότομη προσγείωση της κινεζικής οικονομίας
- Αντίκτυπος στις επενδύσεις: Σε σύγκριση με το βασικό σενάριο, η δαπάνη της βιομηχανίας σε έργα υποδομών θα μειωθεί κατά 4%, με τον κλάδο εξόρυξης να δέχεται το μεγαλύτερο πλήγμα, καθώς η αδύναμη ανάπτυξη της κινεζικής αγοράς κατασκευών και έργων υποδομής θα συνεπαγόταν τη μείωση της ζήτησης για πετρέλαιο, φυσικό αέριο, χάλυβα και άλλα ορυκτά. Ο κλάδος μεταφορών και υπηρεσιών κοινής ωφέλειας ευθύνεται για τις μισές περίπου επενδύσεις σε υποδομές στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, συνεπώς και αυτοί οι κλάδοι θα πλήττονταν εάν οι συνθήκες στην Κίνα επιδεινώνονταν.
- Αντίκτυπος σε διαφορετικές περιοχές: Πάνω από το 60% της μείωσης στη δαπάνη για υποδομές θα αφορούσε την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Η Λατινική Αμερική, η Μέση Ανατολή και χώρες όπως η Ρωσία που εξαρτώνται από την παραγωγή πετρελαίου και από άλλους κλάδους εξόρυξης για τις εξαγωγές τους θα επηρεασθούν από την μείωση των επενδύσεων σε υποδομές. Η Δυτική Ευρώπη θα υφίστατο τις λιγότερες αρνητικές συνέπειες καθώς το εμπόριο αγαθών αποτελεί σχετικά μικρό κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας της περιοχής σε παγκόσμιο επίπεδο
Θετικό σενάριο – Οι παγκόσμιες επενδύσεις σε έργα υποδομών μεταξύ 2015 και 2020 θα αγγίξουν τα 28,8 τρισ. δολάρια, 600 δισ. δολάρια πάνω από το βασικό σενάριο.
- Αντίκτυπος σε διαφορετικές περιοχές: Η Δυτική Ευρώπη και η περιοχή Ασίας-Ειρηνικού θα είχαν το μεγαλύτερο κέρδος με τις πρόσθετες επενδύσεις μόνο στη ζώνη Ασίας-Ειρηνικού να ξεπερνά τα 350 δις δολάρια, λόγω αύξησης των εξαγωγών της περιοχής προς τις δυτικές χώρες και της μαζικής εισροής κεφαλαίων λόγω της αυξημένης όρεξης των αναδυόμενων αγορών για επενδύσεις. Οι περιοχές που βασίζονται σε αγορές αγαθών, ιδιαίτερα η Μέση Ανατολή, θα είχαν το μικρότερο όφελος.
- Αντίκτυπος στις επενδύσεις: Η αυξημένη δαπάνη τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα θα πυροδοτούσε παραπέρα αύξηση επενδύσεων σε έργα υποδομών. Οι κλάδοι υπηρεσιών κοινής ωφέλειας και μεταφορών θα προπορεύονταν, αντανακλώντας αυξημένη βιομηχανική δραστηριότητα και ανανεωμένο ενδιαφέρον για την κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, αεροδρομίων και γεφυρών.
Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της PwC, παρ” όλο που υπάρχει μια σειρά άλλων παραγόντων που επηρεάζουν την παραγωγικότητα της εργασίας, μεταξύ αυτών οι δεξιότητες και η τεχνολογία, υπάρχει σημαντική θετική συσχέτιση μεταξύ της ποιότητας των φυσικών υποδομών και της παραγωγικότητας της εργασίας στις χώρες των G7 και E7.
Τέλος, είναι όντως πολλές οι πιθανότητες να πέσουν μέσα όλες αυτές οι προβλέψεις που περιλαμβάνονται στην μελέτη, αλλά σίγουρα θα πρέπει να αλλάξει η πολιτική λιτότητας που ακολουθείται κάτι που θα φέρει σίγουρα περισσότερες επενδύσεις σε όλους τους τομείς της ιδιωτικής οικονομίας που περνάει κρίσιμες στιγμές λόγω της έλλειψης ρευστότητας.
rizopoulospost.com
Follow @j_koutroubis
Η PwC σε πρόσφατη μελέτη της προβλέπει ότι πρόκειται να γίνει αύξηση των επενδύσεων στον τομέα των υποδομών. Ειδικότερα, μέσα στην επόμενη τετραετία προβλέπεται ετήσια αύξηση της παγκόσμιας δαπάνης για έργα υποδομών της τάξης του 5%, διπλασιάζοντας τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που σύμφωνα με τις προβλέψεις το 2016 θα κυμανθούν γύρω στο 2%.
Σύμφωνα με τη νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε από την PwC, έως το 2020 η παγκόσμια ετήσια δαπάνη σε έργα υποδομών αναμένεται να ανέλθει σε 5,3 τρισ. δολάρια, αυξημένη σε σχέση με τα 4,3 τρισ. δολάρια που είχαν προβλεφθεί το 2015 (σε σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες 2014), αναδεικνύοντας μία ισχυρή μακροπρόθεσμη δυναμική.
Η ανάλυση που πραγματοποίησε η Oxford Economics για λογαριασμό της ομάδας Capital Projects & Infrastructure (CP&I) της PwC εξετάζει τις αναμενόμενες επενδύσεις σε υποδομές σε εφτά γεωγραφικές περιοχές και έξι βασικούς κλάδους υποδομών. Δεδομένης της πρόσφατης αστάθειας της αγοράς, η έκθεση εξετάζει και δύο επιπλέον σενάρια εκτός της βασικής πρόβλεψης —ένα με ταχεία ανάκαμψη και ένα με απότομη προσγείωση της κινεζικής οικονομίας, δεδομένου ότι η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά έργων υποδομών.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, πάνω στις σημερινές κρατούσες προβλέψεις για την οικονομική ανάπτυξη η τρέχουσα δαπάνη εμφανίζει σημάδια ανάπτυξης αλλά θα παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα —γύρω στο 2%— την ερχόμενη χρονιά. Στη συνέχεια θα σημειώσει μια αργή αλλά σταθερή ανάκαμψη έως το 2020, με τις επενδύσεις να ανέρχονται στο 5% ή στα 5,3 τρισ. δολάρια ετησίως. Τα μεγαλύτερα ποσοστά αύξησης από σήμερα έως το 2020 αφορούν κοινωνικές υποδομές (π.χ. σχολεία και νοσοκομεία) συμπεριλαμβανομένης της κατασκευής των γενικότερων υποδομών που σχετίζονται με αυτές.
Η επιβράδυνση στις επενδύσεις υποδομών που έχει παρατηρηθεί πρόσφατα είναι αποτέλεσμα της πτώσης των τιμών του πετρελαίου και των αγαθών, της περιορισμένης διαθεσιμότητας δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης, της χαλάρωσης του ρυθμού ανάπτυξης της κινεζικής οικονομίας και της νομισματικής αστάθειας. Η επιβράδυνση αυτή έγινε περισσότερο αισθητή στον κλάδο των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, ο οποίος δέχτηκε την παρατεταμένη πίεση από την περικοπή των επιχορηγήσεων στην Ευρώπη για έργα ανανεώσιμης ενέργειας σε συνδυασμό με την υποτονική παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, που μειώνει τη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια, καθώς και από τη μείωση της ιδιωτικής δραστηριότητας σε έργα έντασης κεφαλαίου λόγω του αρνητικού περιβάλλοντος.
Η πρόσφατη απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να αποχωρήσει από την Ευρωπαϊκή Ένωση ελήφθη μετά τη ολοκλήρωση της έκθεσης της Oxford Economics. Είναι πολύ νωρίς για να σχολιάσουμε τον αντίκτυπο που θα έχει η απόφαση τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο το 2020, ωστόσο βραχυπρόθεσμα η
επιπρόσθετη αβεβαιότητα και αστάθεια είναι πιθανό να επηρεάσει άμεσα τις επενδύσεις υποδομών στο Ηνωμένο Βασίλειο και έμμεσα την παγκόσμια αγορά, παρ” όλο που ο αντίκτυπος στη δεύτερη περίπτωση δεν αναμένεται να είναι σημαντικός.
O Richard Abadie, μέλος της ομάδας της PwC για τον κλάδο Capital Projects & Infrastructure, σχολιάζει:
«Ακόμη και σε αυτούς τους αβέβαιους καιρούς, υπάρχουν ευκαιρίες. Όμως, οι χρηματοδότες και οι επενδυτές είναι πολύ επιλεκτικοί στο ποια έργα θα υλοποιήσουν, διασφαλίζοντας για παράδειγμα ότι τα έργα εξόρυξης και τα έργα που σχετίζονται με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο θα είναι κερδοφόρα δεδομένων των χαμηλών τιμών που επικρατούν στην τελική αγορά. Οι εταιρείες θα συνεχίσουν να επενδύουν γιατί η μακροπρόθεσμη ζήτηση για έργα υποδομών συνεχίζει να είναι ισχυρή δεδομένης της θεμελιώδους σύνδεσής της με τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης».
O Peter Raymond, επίσης στέλεχος της ομάδας Capital Projects & Infrastructure σχολιάζει:
«Αυτό σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί κακό νέο για τον κλάδο. Υπάρχουν κεφάλαια στην αγορά —με χαμηλότερο κόστος— τα οποία αναζητούν κερδοφόρα και βιώσιμα έργα. Παρατηρούμε ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για τον ρόλο των υποδομών στην οικονομική ανάπτυξη και η Επενδυτική Τραπεζική παίζει σημαντικό ρόλο στην μείωση των κινδύνων αυτών των έργων.
Εάν η αστάθεια αυτής της περιόδου έχει διδάξει κάτι στον κλάδο, αυτό είναι ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις μελλοντικές οικονομικές καταιγίδες όπως το έκανε έως σήμερα, εκτός εάν δημιουργηθούν νέες δομές χρηματοδότησης και διαμορφωθούν αυστηρότεροι έλεγχοι και σχεδιασμός όσον αφορά τον κύκλο ζωής της παράδοσης και χρηματοδότησης των έργων».
Η έρευνα επισημαίνει τον εκτεταμένο αντίκτυπο που έχουν οι τιμές του πετρελαίου και των άλλων commodities καθώς και οι οικονομικές συνθήκες της κινεζικής οικονομίας στις προοπτικές των επενδύσεων υποδομών συνολικά. Το μέλλον του κλάδου εξόρυξης διαγράφεται μελανό τόσο με θετικές όσο και με αρνητικές προβλέψεις. Ακόμη και σύμφωνα με το θετικό παγκόσμιο σενάριο, ο χαμηλός ρυθμός αύξησης των τιμών του πετρελαίου αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για επενδύσεις υποδομών.
Αρνητικό σενάριο – Απότομη προσγείωση της κινεζικής οικονομίας
- Αντίκτυπος στις επενδύσεις: Σε σύγκριση με το βασικό σενάριο, η δαπάνη της βιομηχανίας σε έργα υποδομών θα μειωθεί κατά 4%, με τον κλάδο εξόρυξης να δέχεται το μεγαλύτερο πλήγμα, καθώς η αδύναμη ανάπτυξη της κινεζικής αγοράς κατασκευών και έργων υποδομής θα συνεπαγόταν τη μείωση της ζήτησης για πετρέλαιο, φυσικό αέριο, χάλυβα και άλλα ορυκτά. Ο κλάδος μεταφορών και υπηρεσιών κοινής ωφέλειας ευθύνεται για τις μισές περίπου επενδύσεις σε υποδομές στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, συνεπώς και αυτοί οι κλάδοι θα πλήττονταν εάν οι συνθήκες στην Κίνα επιδεινώνονταν.
- Αντίκτυπος σε διαφορετικές περιοχές: Πάνω από το 60% της μείωσης στη δαπάνη για υποδομές θα αφορούσε την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Η Λατινική Αμερική, η Μέση Ανατολή και χώρες όπως η Ρωσία που εξαρτώνται από την παραγωγή πετρελαίου και από άλλους κλάδους εξόρυξης για τις εξαγωγές τους θα επηρεασθούν από την μείωση των επενδύσεων σε υποδομές. Η Δυτική Ευρώπη θα υφίστατο τις λιγότερες αρνητικές συνέπειες καθώς το εμπόριο αγαθών αποτελεί σχετικά μικρό κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας της περιοχής σε παγκόσμιο επίπεδο
Θετικό σενάριο – Οι παγκόσμιες επενδύσεις σε έργα υποδομών μεταξύ 2015 και 2020 θα αγγίξουν τα 28,8 τρισ. δολάρια, 600 δισ. δολάρια πάνω από το βασικό σενάριο.
- Αντίκτυπος σε διαφορετικές περιοχές: Η Δυτική Ευρώπη και η περιοχή Ασίας-Ειρηνικού θα είχαν το μεγαλύτερο κέρδος με τις πρόσθετες επενδύσεις μόνο στη ζώνη Ασίας-Ειρηνικού να ξεπερνά τα 350 δις δολάρια, λόγω αύξησης των εξαγωγών της περιοχής προς τις δυτικές χώρες και της μαζικής εισροής κεφαλαίων λόγω της αυξημένης όρεξης των αναδυόμενων αγορών για επενδύσεις. Οι περιοχές που βασίζονται σε αγορές αγαθών, ιδιαίτερα η Μέση Ανατολή, θα είχαν το μικρότερο όφελος.
- Αντίκτυπος στις επενδύσεις: Η αυξημένη δαπάνη τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα θα πυροδοτούσε παραπέρα αύξηση επενδύσεων σε έργα υποδομών. Οι κλάδοι υπηρεσιών κοινής ωφέλειας και μεταφορών θα προπορεύονταν, αντανακλώντας αυξημένη βιομηχανική δραστηριότητα και ανανεωμένο ενδιαφέρον για την κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, αεροδρομίων και γεφυρών.
Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της PwC, παρ” όλο που υπάρχει μια σειρά άλλων παραγόντων που επηρεάζουν την παραγωγικότητα της εργασίας, μεταξύ αυτών οι δεξιότητες και η τεχνολογία, υπάρχει σημαντική θετική συσχέτιση μεταξύ της ποιότητας των φυσικών υποδομών και της παραγωγικότητας της εργασίας στις χώρες των G7 και E7.
Τέλος, είναι όντως πολλές οι πιθανότητες να πέσουν μέσα όλες αυτές οι προβλέψεις που περιλαμβάνονται στην μελέτη, αλλά σίγουρα θα πρέπει να αλλάξει η πολιτική λιτότητας που ακολουθείται κάτι που θα φέρει σίγουρα περισσότερες επενδύσεις σε όλους τους τομείς της ιδιωτικής οικονομίας που περνάει κρίσιμες στιγμές λόγω της έλλειψης ρευστότητας.
rizopoulospost.com