Προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν τα capital controls με χρηματικά διαθέσιμα που διατηρούσαν εκτός τραπεζικού συστήματος ή και με αυξημένα αποθέματα τα οποία είχαν...


 σχηματίσει στο πρώτο εξάμηνο του 2015 ήταν οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις.
Παρότι ο τζίρος στο τρίτο τρίμηνο της περυσινής χρονιάς σημείωσε σημαντική πτώση σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2014, η ύφεση τελικώς διαμορφώθηκε σε χαμηλότερα των αρχικώς αναμενόμενων επίπεδα λόγω αυτής της «άμυνας».
Το πλήγμα που δέχθηκαν οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες ήταν ισχυρότερο έναντι των μεγαλύτερων εταιρειών, οι οποίες κέρδισαν μερίδια αγοράς λόγω της αποτελεσματικότερης διαχείρισης των επιπτώσεων των κεφαλαιακών ελέγχων, ως αποτέλεσμα και της καλύτερης προετοιμασίας τους.
Πρόκειται για τα βασικά συμπεράσματα μελέτης της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας η οποία εστιάζεται στην επίδραση των μέτρων που έχουν επιβληθεί από το περασμένο καλοκαίρι στον τραπεζικό κλάδο. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας, που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 1.200 επιχειρήσεων, η ετήσια μείωση των πωλήσεων το διάστημα Ιουλίου - Σεπτεμβρίου 2015 άγγιξε το 15% έναντι αντίστοιχης πτώσης 4% το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο.
Η πτώση ήταν μεγαλύτερη για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, η οποία έφτασε σε ετήσια βάση το 23% και το 10% κατά τα αντίστοιχα τρίμηνα. Πιέσεις δέχθηκαν και οι εξαγωγές, με αποτέλεσμα να περιοριστούν σε ετήσια βάση κατά 9% το τρίτο τρίμηνο του 2015, με τη μείωση για τους μικρούς εξαγωγείς να φτάνει το 28%.
Σύμφωνα με την Εθνική Τράπεζα, σε επίπεδο κλάδων θετικά ξεχωρίζουν η βιομηχανία χημικών, η πληροφορική και ο τουρισμός, ενώ πιο αδύναμοι παρουσιάζονται οι τομείς των κατασκευών και του λιανικού εμπορίου.

Τα προβλήματα
Οσον αφορά το επιχειρηματικό κλίμα, η επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων αποτυπώθηκε στον δείκτη εμπιστοσύνης της ΕΤΕ για τις ΜμΕ, ο οποίος μειώθηκε κατά 21 μονάδες το δεύτερο εξάμηνο του 2015 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2014, επιστρέφοντας στα επίπεδα του δεύτερου εξαμήνου του 2013. Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας, η επιδείνωση αυτή αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργική επιβάρυνση των ΜμΕ, το 87% των οποίων δήλωσε ότι αντιμετώπισε σημαντικά προβλήματα λόγω των capital controls.

Οι σημαντικότερες δυσλειτουργίες αφορούν τα εξής:
- Την προμήθεια πρώτων υλών (39% του τομέα σε μεγάλο βαθμό και 39% σε κάποιον βαθμό).
- Τη χρήση υπηρεσιών από το εξωτερικό (35% του τομέα σε μεγάλο βαθμό και 27% σε κάποιον βαθμό).
- Την είσπραξη απαιτήσεων (31% του τομέα σε μεγάλο βαθμό και 51% σε κάποιον βαθμό).

Προσδοκίες
«Η άρση των κεφαλαιακών περιορισμών είναι σημαντικό να γίνει σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, όσο ακόμη θα λειτουργεί η βραχυπρόθεσμη θωράκιση των ΜμΕ μέσω χρηματικών διαθεσίμων και αποθεμάτων» υπογραμμίζει η Διεύθυνση Οικονομικής Ανά- λυσης της Εθνικής Τράπεζας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, το ποσοστό των επιχειρήσεων που είχε προνοήσει σχετικά ξεπερνά το 80%. «Το γεγονός αυτό προσφέρει μια προστασία – πεπερασμένου ωστόσο χρόνου.
Υπό την προϋπόθεση ότι η άρση των περιορισμών θα γίνει σχετικά σύντομα, τα 2/3 του τομέα των ΜμΕ εκτιμούν ότι θα επανέλθουν σε ομαλή κατάσταση λειτουργίας σε λιγότερο από τρεις μήνες μετά την άρση τους (με το 1/3 να δηλώνει άμεσα)» υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι της τράπεζας.
Και προσθέτουν πως «με αυτά τα δεδομένα η ταχεία άρση των capital controls είναι κρίσιμης σημασίας για να παραμείνει η επίδρασή τους στα τρέχοντα – σχετικά διαχειρίσιμα – επίπεδα». Μάλιστα η γρήγορη χαλάρωση φαίνεται να αποτελεί και προσδοκία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων καθώς λιγότερο από το ½ του τομέα δηλώνει ότι έχει προχωρήσει σε κάποια αλλαγή της μεσοπρόθεσμης στρατηγικής του, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από το 87% που δήλωσε βραχυπρόθεσμες αναγκαστικές αλλαγές.

Συγκεκριμένα:
- Περίπου το 1/4 του τομέα ακύρωσε επενδυτικά σχέδια.
- Το 22% περιόρισε την απασχόληση.
- Το 7% προχώρησε σε προσωρινή διακοπή λειτουργίας.
- Μόνο το 1% μετέφερε την έδρα του στο εξωτερικό. Τα θετικά Εξάλλου η Εθνική Τράπεζα σημειώνει ότι η επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων είχε και δύο θετικές επιδράσεις στη λειτουργική αποτελεσματικότητα της οικονομίας, καθώς αύξησε τη χρήση e-banking και τερματικών για κάρτες (POS). Η επίδραση αυτή ήταν πιο έντονη στις μικρότερες επιχειρήσεις (με πωλήσεις ως 2,5 εκατ. ευρώ).
Συγκεκριμένα, το 12% του δείγματος της Εθνικής έβαλε POS αυξάνοντας το συνολικό ποσοστό τους στο 40%, επίπεδο αντίστοιχο με αυτό των μεγαλύτερων επιχειρήσεων. Επιπλέον, το 14% ξεκίνησε τη χρήση υπηρεσιών e-banking ανεβάζοντας το συνολικό ποσοστό κοντά στο 90%. Εξάλλου, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών, αυτή τη στιγμή κυκλοφορούν στην αγορά 15 εκατ. ενεργές κάρτες όλων των τύπων, αριθμός που αντιστοιχεί σε 1,4 «πλαστικά» ανά κάτοικο έναντι 1,5 του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

 
Top