Σενάρια πολλών ταχυτήτων για τη νέα κλίμακα φορολογίας εισοδήματος που θα ισχύσει από φέτος για όλους τους φορολογουμένους άρχισε να επεξεργάζεται...
το υπουργείο Οικονομικών, με τους φορολογικούς συντελεστές να ξεκινούν από χαμηλά 10% - 15% και να φθάνουν ακόμη και το 50% για τα μεγάλα εισοδήματα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στα σενάρια που εξετάζονται υπάρχει αφορολόγητο όριο το οποίο κατά πάσα πιθανότητα θα ισχύει μόνο για τους μισθωτούς και συνταξιούχους, θα κινείται κοντά στα σημερινά επίπεδα των 9.550 ευρώ και θα «χτίζεται» με δαπάνες που πραγματοποιούνται με πλαστικό χρήμα.
Τα σχέδια για τις φορολογικές ανατροπές στα εισοδήματα των φορολογουμένων που καταστρώνουν στην Καραγιώργη Σερβίας θα παρουσιαστούν στους εκπροσώπους των θεσμών τις επόμενες ημέρες στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης του νέου Μνημονίου.
Όλα τα σενάρια για τις φορολογικές κλίμακες γίνονται με τη βοήθεια ενός ειδικού λογισμικού που «μετρά» τις δημοσιονομικές επιπτώσεις για κάθε σενάριο. Στο λογισμικό αυτό, το οποίο μάλιστα έχει προσφέρει δωρεάν η τεχνική βοήθεια του ΔΝΤ στο υπουργείο Οικονομικών, «περνούν» τα δεδομένα από τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος του περασμένου έτους και γίνονται δοκιμές σε επίπεδο αριθμού κλιμακίων, ύψους συντελεστών και πιθανού αφορολογήτου ορίου δίνοντας εκ των προτέρων το τελικό επιθυμητό αποτέλεσμα στα φορολογικά έσοδα. Έτσι για κάθε ένα σενάριο φορολογικής κλίμακας το οικονομικό επιτελείο γνωρίζει και το δημοσιονομικό αποτέλεσμά της.
Αυτή τη στιγμή όλα είναι είναι ανοιχτά και πριν καν ξεκινήσει η διαπραγμάτευση με το κουαρτέτο, η ελληνική πλευρά γνωρίζει ότι ο φόρος εισοδήματος θα πρέπει να αποφέρει φέτος 150 εκατ. ευρώ επιπλέον με παρεμβάσεις στους φορολογικούς συντελεστές και τις κλίμακες, η οποία ακόμη δεν έχει γίνει.
Τόσο ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος όσο και ο αναπληρωτής υπουργός Τρύφων Αλεξιάδης έχουν μιλήσει για ανακατανομή των φορολογικών βαρών εννοώντας ότι οι έχοντες ή για την ακρίβεια όσοι εμφανίζουν στη φορολογική τους δήλωση τα υψηλότερα εισοδήματα θα πρέπει να σηκώσουν και περισσότερα βάρη. Το «εργαλείο» για την ανακατανομή των βαρών, θα επιχειρηθεί να είναι η νέα ενιαία φορολογική κλίμακα βάσει της οποίας θα φορολογούνται όχι μόνο τα εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα αλλά και τα εισοδήματα από ενοίκια ή και άλλες πηγές.
Οι όποιες αλλαγές θα αφορούν στα εισοδήματα που θα αποκτηθούν μέσα στο 2016. Ωστόσο, επειδή αναζητούνται πρόσθετα έσοδα για τη φετινή χρονιά και συγκεκριμένα επιπλέον 142,2 εκατ. ευρώ από τη φορολογία των ακινήτων και 32 εκατ. ευρώ από τους αγρότες, η διέξοδος που διαφαίνεται είναι να εξασφαλιστούν από φέτος πρόσθετοι φόροι μέσα από τη διαδικασία της παρακράτησης ή της προκαταβολής.
Εισοδήματα για τα ακίνητα
Για τα εισοδήματα από ενοίκια που εισπράχθηκαν το 2015 και θα φορολογηθούν φέτος το οικονομικό επιτελείο έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν αλλάζουν οι φορολογικοί συντελεστές. Δηλαδή το εισόδημα από ενοίκια έως 12.000 ευρώ θα φορολογηθεί με συντελεστή 11% από το πρώτο ευρώ, ενώ το τμήμα του εισοδήματος υπερβαίνει τις 12.000 ευρώ φορολογείται με συντελεστή 33%.
Επειδή όμως αναζητούνται φέτος πρόσθετα έσοδα 142,2 εκατ. ευρώ δεν αποκλείεται να επανέλθει η προκαταβολή φόρου για τα εισοδήματα αυτά.
Κερδισμένα και χαμένοι
Τα σενάρια που «τρέχουν» στο υπουργείο Οικονομικών για τη νέα φορολογική κλίμακα είναι πολλά. Ένα από αυτά προβλέπει την καθιέρωση μιας ενιαίας φορολογικής κλίμακας, η οποία όμως θα έχει αφορολόγητο μόνο για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Για τους υπόλοιπους φορολογουμένους, δηλαδή για τους ελεύθερους επαγγελματίες, εμποροβιοτέχνες, αγρότες και εισοδηματίες, ο φόρος θα επιβάλλεται από το πρώτο ευρώ, αλλά ο συντελεστής του πρώτου φορολογικού κλιμακίου θα είναι χαμηλότερος τον ισχύοντα σήμερα, κατά περίπτωση. Ειδικότερα ο συντελεστής του πρώτου φορολογικού κλιμακίου της νέας ενιαίας κλίμακας εξετάζεται να είναι 10% - 15%.
Στην περίπτωση εφαρμογής μιας ενιαίας κλίμακας στην οποία θα φορολογείται το άθροισμα όλων των εισοδημάτων κάθε φυσικού προσώπου τότε θα προκύψει φορολογική ελάφρυνση για τους ελεύθερους επαγγελματίες και αγρότες που δηλώνουν πολύ χαμηλά εισοδήματα π.χ. έως 5.000 ευρώ καθώς ο φορολογικός συντελεστής θα μειωθεί από το 26% για τους αυτοαπασχολούμενους και από το 13% για τους αγρότες στο 10% ή 15%.
Μέσω της υιοθέτησης μιας ενιαίας φορολογικής κλίμακας η κυβέρνηση επιδιώκει να αποφύγει την εφαρμογή της μνημονιακής υποχρέωσης για αύξηση του συντελεστή φορολόγησης του αγροτικού εισοδήματος από το 13% στο 20% το 2016 και στο 26% από το 2017. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η ηγεσία του υπουργείου διαμηνύει τις τελευταίες ημέρες ότι αυτή τη στιγμή δεν καταρτίζεται κανένα καινούργιο νομοσχέδιο που να προβλέπει αύξηση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος για τους αγρότες.
Επιβαρύνσεις για μεσαία εισοδήματα
Βέβαια, από την άλλη πλευρά, η υπαγωγή όλων των εισοδημάτων σε μία ενιαία φορολογική κλίμακα θα επιβαρύνει μεγάλο αριθμό άλλων φορολογουμένων που αποκτούν μεσαία και μεγάλα εισοδήματα από περισσότερες της μιας πηγές.
Από τη στιγμή που όλα τα εισοδήματα θα αθροίζονται και θα φορολογούνται με μια ενιαία κλίμακα, τότε εκατοντάδες χιλιάδες φορολογούμενοι θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερους φόρους. Και αυτό γιατί η άθροιση όλων των εισοδημάτων θα ανεβάσει το συνολικό φορολογητέο εισόδημα σε κλιμάκια με πολύ μεγαλύτερους συντελεστές φόρου από αυτούς που προβλέπει το σημερινό σύστημα της αυτοτελούς φορολόγησης κάθε πηγής εισοδήματος.
Εισοδήματα έως 5.000 ευρώ δηλώνει 1 στους 3
Τα σενάρια που «τρέχει» το υπουργείο Οικονομικών γίνονται με βάση τα εισοδήματα που δήλωσαν το 2015 στην εφορία 8.516.953 φορολογούμενοι (ξεχωριστά ΑΦΜ). Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι ένας στους τρεις φορολογούμενους δηλώνουν ετήσιο εισόδημα έως 5.000 ευρώ, ενώ υπάρχουν έξι Έλληνες Κροίσοι που δηλώνουν ετησίως πάνω από 10 εκατομμύρια ευρώ. Από την επεξεργασία των στοιχείων των φορολογικών δηλώσεων:
• Μισθωτοί - συνταξιούχοι: Έως 5.000 ευρώ δηλώνουν ετήσια εισοδήματα 1.445.563 φορολογούμενοι. Από 5.000 ευρώ έως 10.000 ευρώ δηλώνουν ετησίως 1.608.859 φορολογούμενοι, ενώ από 10.000 ευρώ έως 15.000 ευρώ δηλώνουν 1.023.317 φορολογούμενοι. Ετήσιο εισόδημα από 15.000 ευρώ έως 20.000 ευρώ δηλώνουν 788.812.
Για εισοδήματα πάνω από 20.000 ευρώ ο αριθμός των μισθωτών και των συνταξιούχων μειώνεται σημαντικά. Εντυπωσιακό είναι ότι στην Ελλάδα υπάρχουν τέσσερις μισθωτοί που δηλώνουν ετήσιο εισόδημα από 3.000.000 ευρώ έως 4.000.000 ευρώ.
• Φορολογούμενοι με εισοδήματα από ενοίκια: 1.363.514 φορολογούμενοι δηλώνουν ετήσια έσοδα από ενοίκια έως 5.000 ευρώ, ενώ από αυτούς 615.396 δηλώνουν ετησίως εισπράξεις από ενοίκια έως 1.000 ευρώ. Εισόδημα από ενοίκια 5.000 ευρώ έως 10.000 ευρώ δηλώνουν στην εφορία 205.940 ιδιοκτήτες ακινήτων, ενώ από 10.000 ευρώ έως 15.000 ευρώ ο αριθμός πέφτει στις 63.171 ευρώ.
• Ελεύθεροι επαγγελματίες: Στους ελεύθερους επαγγελματίες και σε όσους δηλώνουν εισοδήματα από επιχειρηματική δραστηριότητα, με βάση τα στοιχεία των φορολογικών δηλώσεών τους προκύπτει ότι σε σύνολο 495.019, οι 288.782 δηλώνουν ετησίως έως 5.000 ευρώ. Ενώ από 5.000 ευρώ έως 10.000 ευρώ δηλώνουν 78.640.
Ακόμη λιγότεροι (40.151) δηλώνουν ετήσιο εισόδημα από 10.000 ευρώ έως 15.000 ευρώ ενώ υπάρχει ένας και μοναδικός που δηλώνει πάνω από 10.000.000 ευρώ.
• Αγρότες: από τους 431.790 αγρότες, έως 1.000 ευρώ ετήσιο εισόδημα δηλώνουν στην εφορία 236.627, ενώ έως 5.000 ευρώ δηλώνουν περίπου 365.000. Ενας αγρότης στην Ελλάδα δηλώνει ετήσιο εισόδημα από 1 εκατ. έως 2 εκατ. ευρώ.
Αυξάνονται τα χρέη
«Φουσκώνει» επικίνδυνα μήνα με τον μήνα η τεράστια δεξαμενή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία, με τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Μετά την έκρηξη που σημείωσαν τον Δεκέμβριο οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία τον Ιανουάριο πριν ακόμη εκπνεύσει ο μήνας τα «φέσια» που έχουν αφήσει οι φορολογούμενοι έφθασαν στα 800 εκατ. ευρώ. Ποσό το οποίο προβλέπεται να είναι αυξημένο καθώς τις δυο τελευταίες ημέρες του μήνα, οπότε και λήγουν προθεσμίες για την πληρωμή φόρων, προστίμων, αλλά και δόσεων από τους φορολογούμενους που έχουν ενταχθεί σε κάποια ρύθμιση. Η πορεία των ληξιπροθέσμων τον τρέχοντα μήνα έχει ως αποτέλεσμα το σύνολο των χρεών προς τις ΔΟΥ να αγγίζει τα 86 δισ. ευρώ. Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών είναι αποκαλυπτικά της κατάστασης που επικρατεί στην αγορά, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου υποστηρίζει ότι μετά τα capital controls το Δημόσιο δεν μπορούσε να λάβει τα προβλεπόμενα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, δηλαδή κατασχέσεις, πλειστηριασμούς, προσωποκρατήσεις.