Νέα έρευνα, που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Proceedings of the Royal Society B, αποκαλύπτει ότι η σκόνη που αιωρείται στο εσωτερικό των σπιτιών περιέχει κατά μέσο όρο 9.000 διαφορετικά είδη μικροβίων!

Οι ειδικοί από το Πανεπιστήμιο του Κολοράντο ανέλυσαν δείγματα σκόνης από 1.200 πόρτες σπιτιών στις Ηνωμένες Πολιτείες κι αυτό που βρήκαν είναι ότι, ούτε λίγο, ούτε πολύ, ένα μέσο σπίτι φιλοξενεί περισσότερες από 2.000 διαφορετικά είδη μυκήτων.
«Ξέρουμε εδώ και δεκαετίες ότι συμβιώνουμε με μικρόβια. Αυτό που κάναμε ήταν να αποτυπώσουμε απλώς πόσα και τι είδη μικροβίων υπάρχουν σε διάφορα είδη νοικοκυριών» δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής Δρ Noah Fierer, αναπληρωτής καθηγητής Οικολογίας και Εξελικτικής Βιολογίας.

Σύμφωνα με τα ευρήματα των ερευνητών, τα είδη των βακτηρίων και των μυκήτων, που υπάρχουν στην οικιακή σκόνη, ποικίλλουν, ανάλογα με την τοποθεσία που βρίσκεται το σπίτι, ποιοι και πόσοι μένουν εκεί και εάν υπάρχουν κατοικίδια.
«Τα σπίτια όπου κατοικούσαν μόνο γυναίκες είχαν διαφορετική χλωρίδα από αυτά όπου κατοικούσαν μόνο άνδρες, διότι υπάρχουν ορισμένα είδη βακτηρίων που απαντώνται συχνότερα στο γυναικείο σώμα και άλλα συχνότερα στο ανδρικό» εξήγησε ο επικεφαλής της μελέτης. «Η επίπτωση αυτής της διαφοράς ήταν εμφανής στην σκόνη των σπιτιών. Επιπλέον τα κατοικίδια «αποτυπώνονται» στη βακτηριακή χλωρίδα των σπιτιών. Μάλιστα η επίδρασή τους είναι ισχυρότερη από κάθε άλλο παράγοντα (όπως η τοποθεσία του σπιτιού ή η αρχιτεκτονική του)».

Όσον αφορά στα διάφορα είδη μυκήτων, που εντοπίστηκαν στα δείγματα, οι ερευνητές αναφέρουν ότι τα περισσότερα από αυτά μεταφέρονται στα σπίτια από έξω, είτε από ανοιχτά παράθυρα είτε από τα ρούχα μας. Από τα διαφορετικά είδη βακτηρίων που εντοπίστηκαν, μερικά σχετίζονται παραδοσιακά με το ανθρώπινο δέρμα και άλλα με τα κόπρανα.

Ο Δρ Fierer εκτίμησε, μιλώντας στο BBC, πως τα ευρήματα θα είναι πιθανότατα παρόμοια και σε άλλα μέρη του κόσμου.

Το επόμενο βήμα των ερευνητών θα είναι να εξετάσουν κατά πόσο η «συνύπαρξη» με τα μικρόβια μπορεί να επηρεάσει την υγεία μας.

Πηγή: neadiatrofis.gr/via:medicalnews.gr
 
Top