Μιχάλης Κονιόρδος*
Κατά πως φαίνεται, κατά πως οδηγούν τα πράγματα, αργά ή γρήγορα θα προκύψει η ανάγκη μιας συνόδου κορυφής για το τελικό δια ταύτα : την «απαγκίστρωση» της Ευρωζώνης από την Ελλάδα (ή αν ειδωθεί αντίστροφα την «απαγκίστρωση» της Ελλάδας από την Ευρωζώνη) και την δημιουργία μιας νέας διεθνούς κατάστασης πραγμάτων ή την συμπόρευση και των δύο με ενιαίο (ευρώ) ή με διπλό νόμισμα (ευρώ/«greuro»).
Εκ των πραγμάτων αυτά είναι τα σενάρια˙ δεν υπάρχει άλλο.
Μετά θα χυθούν τόνοι μελανιού για να περιγράψουν ό,τι φανερό από την αρχή διαμείφθηκε και ό,τι αρχικά απόκρυφο αλλά με τον καιρό δημοσιοποιημένο και αυτό, καθόρισε τις εξελίξεις.
Σε πολλές περιπτώσεις, το τι πραγματικά ειπώθηκε σε μια διεθνή διαπραγμάτευση το μαθαίνουμε ύστερα από χρόνια. Ορισμένες φορές δεν το μαθαίνουμε ποτέ ή μαθαίνουμε αποσπάσματα της ιστορίας : για παράδειγμα στις 13/12/2002 στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κοπεγχάγης, μέχρι την τελευταία στιγμή, μέχρι τα ξημερώματα της δεύτερης μέρας εκείνης της συνόδου κορυφής, το σχέδιο συμπερασμάτων περιείχε δύο αναφορές για την Κύπρο: η μία για την περίπτωση λύσεως και η άλλη για την περίπτωση αδιεξόδου.
Συμβιβασμοί της τελευταίας στιγμής, διεθνείς σκοπιμότητες αποσιωπούν καθοριστικές κινήσεις που έγιναν και οδήγησαν στην εξέλιξη των πραγμάτων. Καθοριστικές κινήσεις που δεν θα πετύχαιναν τον στόχο τους, αν δεν περιείχαν το στοιχείο του ρίσκου εναρμονισμένο με το πολιτικό αισθητήριο της σωστής επιλογής την κατάλληλη στιγμή.
Αφού λοιπόν, ολοκληρώθηκαν με επιτυχία οι διαβουλεύσεις και ετοιμάστηκε να εκδοθεί το κείμενο των συμπερασμάτων, διέρρευσε η πληροφορία ότι δύο αξιωματούχοι - σε ρόλους κλειδιά - της Ευρωπαϊκής Ένωσης ταξίδευαν προς την ανατολική πλευρά του Αιγαίου για να καθησυχάσουν τους γείτονες, πως αυτά που συμφωνήθηκαν θα μείνουν στα χαρτιά.
Μπροστά σε αυτή την εξέλιξη, χρειάστηκε το στοιχείο του ρίσκου εναρμονισμένο με το πολιτικό αισθητήριο της σωστής επιλογής την κατάλληλη στιγμή, ώστε να μετατραπεί το ταξίδι των δύο αξιωματούχων από πολιτικό σε τουριστικό : η ακύρωση των συμφωνηθέντων συμπερασμάτων για τις δέκα νεοεισερχόμενες τότε χώρες, επικρεμόταν μέχρις ότου αποσαφηνισθεί ότι το περιεχόμενο του (γραπτού) μηνύματος που θα επιδιδόταν, δεν θα επιδοθεί ποτέ. Αυτό ακριβώς το ρίσκο της απειλής απέδωσε τους επιθυμητούς καρπούς.
Ο έλληνας πρωθυπουργός θα έχει την ευκαιρία να «απολογηθεί», να «αμυνθεί», να «επιτεθεί» ή εν πάσει περιπτώσει να εξηγήσει τι τέλος πάντων ζητάει αυτός «ο άνθρωπος που έγινε βασιλιάς» και που μακάρι να εξακολουθεί να κατεβάζει τα σκουπίδια μόνος του.
Ίσως μάλιστα πριν την έκδοση της ετυμηγορίας, τον ρωτήσουν «Μα τι θέλεις τέλος πάντων, τι ζητάς και τι εύχεσαι ; τι θα ‘θελες να ευχηθείς;»
Παραθέτω την ευχή :
Σ’ ένα χωριό όπου ζούσαν Chassidim ( ευσεβείς ) κάθονταν ένα απόβραδο του Σαββάτου σε κάποιο φτωχικό πανδοχείο οι Εβραίοι. Όλοι τους ήταν ντόπιοι, εκτός από έναν, που κανένας δεν εγνώριζε˙ ένας πάμφτωχος, κουρελιασμένος, που κούρνιαζε σταυροπόδι στη σκιά της σόμπας. Οι συζητήσεις δίναν και παίρναν. Πετιέται κάποιος και ρωτά τι θα επιθυμούσε ο καθένας , εάν ήταν να πραγματοποιηθεί μια ευχή του. Ο ένας ήθελε χρήματα, ο άλλος έναν γαμπρό, ο τρίτος ένα νέο πάγκο για το ξυλουργείο, και ούτω καθεξής.
Αφού όλοι πήραν τον λόγο, έμεινε τελευταίος ο ζητιάνος στη γωνιά της σόμπας. Απρόθυμα και διστακτικά υποχώρησε στις ερωτήσεις : «Θα ήθελα να ‘μουν ένας παντοδύναμος βασιλιάς, και να ‘μουν κύριος σε μια μεγάλη χώρα, και τη νύχτα να ‘πεφτα για ύπνο στο παλάτι μου, κι απ’ τα σύνορα να μπούκαρε ο εχθρός, και πριν να ξημερώσει να ‘φταναν οι καβαλάρηδες μέχρι το κάστρο μου, κι αντίσταση καμιά να μην υπήρχε, και να ξύπναγα με τρόμο, και να μην είχα χρόνο ούτε να ντυθώ, και φορώντας μονάχα ένα πουκάμισο να ‘πρεπε να ξεφύγω, και μέσα από βουνά, πεδιάδες, δάση και λόφους, και δίχως σταματημό κυνηγημένος μέσα στη νύχτα, να ‘φτανα στα καλά μου σε αυτόν εδώ τον πάγκο, στη γωνιά σας. Αυτό θα ‘θελα».
Δίχως να καταλάβουν, κοιτάχτηκαν οι άλλοι μεταξύ τους. «Και τι θα κέρδιζες απ’ όλα αυτά;», ρώτησε ένας.
«Ένα πουκάμισο», ήταν η απάντηση.
*Καθηγητής ΤΕΙ Πειραιά