Όλα τα ημερολογιακά συστήματα είναι επινοήσεις. Αυτό όμως που τα συνδέει είναι η ύπαρξη κάποιου σημείου αναφοράς, όπως στο χριστιανικό ημερολόγιο, στο οποίο κεντρικό σημείο είναι η γέννηση του Ιησού.



Συνδέονται, βεβαίως, με αστρονομικά φαινόμενα, και ειδικά τον ήλιο και τη σελήνη ή τον συνδυασμό των κινήσεών τους (αστρονομικό έτος), αλλά η Πρωτοχρονιάείναι μια επαναλαμβανόμενη «εφεύρεση», μέχρι να επιβληθεί η 1η Ιανουαρίου.



Η ημερολογιακή αρχή της χρονιάς ήταν διαφορετική πολλές φορές σε διάφορες εποχές.



Διέφερε ακόμη και μέσα σε ίδιες εποχές από διάφορες εθνικές ή άλλες ομάδες. Ο κυρίαρχος σήμερα τρόπος μέτρησης του πολιτικού και εκκλησιαστικού χρόνου, που εισηγήθηκε ο μοναχός Διονύσιος ο Μικρός (6ος αιώνας), ήταν η ωριμότερη έως τότε σκέψη.



Η αφετηρία



Η ιστορία δεν είχε πια απλώς ένα σημείο εκκίνησης, αλλά ένα κέντρο. Όλα τα συμβάντα μπορούσαν να τοποθετηθούν ΠΡΙΝ ή ΜΕΤΑ από την εμφάνιση του Ιησού. Μέχρι τότε στα περισσότερο γνωστά συστήματα οι χρονολογήσεις τοποθετούσαν τα γεγονότα μετά από μια αφετηρία: Την άλωση της Τροίας, την πρώτη Ολυμπιάδα, την κτίση της Ρώμης, την άνοδο του Διοκλητιανού στην εξουσία, τη δημιουργία του κόσμου κλπ.



Είναι φανερό ότι ο καθορισμός ενός γεγονότος-σημείου αναφοράς είναι πολύπλοκος, αλλά πάντα προϋποθέτει τη βούληση μιας εξουσίας (πολιτική, θρησκευτική κλπ.) για να επιβληθεί. Χωρίς να σημαίνει πάντα ότι αυτή η βούληση αρκεί για την καθιέρωση, αφού η αποδοχή ή η απόρριψή του επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες (πολιτιστικοί, χρηστικοί κ.ά.).



Ετσι, για παράδειγμα, η χρονολόγηση με τα πρόσημα π.Χ. ή μ.Χ., προϋποθέτει την εγκαθίδρυση του χριστιανισμού στη Δύση. Το Ιουλιανό ημερολόγιο την επιβολή της θέλησης του Ιούλιου Καίσαρα, το βυζαντινό τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό, το Γρηγοριανό τον Πάπα Γρηγόριο.



Τα χρονολόγια και τα ημερολόγια μοιάζουν ουδέτερα, α-πολιτικά, αλλά σε τελευταία ανάλυση δεν είναι τέτοια. Ο δεσμός ανάμεσα στον χρόνο και την όποια εξουσία είναι τόσο παλιός όσο και τα συστήματα μέτρησης του χρόνου από τα συστήματα εξουσίας. «Έλαβε το ημερολόγιο…», έλεγαν οι αρχαίοι Κινέζοι, όταν ήθελαν να πουν ότι κατέκτησαν μια περιοχή.



Οι… ρίζες



Η καθιέρωση και η γενίκευση της 1ης Ιανουαρίου είναι σχετικά πρόσφατη. Ευρύτερα αποδεκτή έγινε μόλις τον προηγούμενο αιώνα και αμφισβητήθηκε αρκετές φορές στη διάρκειά του. Το παράδοξο είναι ότι δεν αντιστοιχεί ακριβώς σε κάποιο αστρονομικό φαινόμενο. Οπως, λόγου χάρη, στη χειμερινή ισημερία (22 Δεκεμβρίου), όταν η μέρα αρχίζει να μεγαλώνει και η νύχτα να υποχωρεί. Ούτε, φυσικά, στα Χριστούγεννα (25 Δεκεμβρίου), ημερομηνία από την οποία ξεκινά η χρονολόγηση και, φυσιολογικά, τότε ακριβώς έπρεπε ν αρχίζει να μετρά η νέα χρονιά. Παρ όλα αυτά, ως αρχή του πολιτικού έτους ίσχυε πριν από την καθιέρωση του παλιού Ιουλιανού ημερολογίου (μέσα 1ου π.Χ. αιώνα), συνεχίστηκε μ αυτό και διατηρήθηκε στο ισχύον Γρηγοριανό.



Αν και το μόνο αστρονομικό γεγονός είναι ότι απλώς τότε η Γη βρίσκεται στο περιήλιο της τροχιάς της (το πλησιέστερο σημείο στον ήλιο). Το δεδομένο, όμως, αυτό δεν φαίνεται να έχει παίξει ρόλο στην εξίσωση Πρωτοχρονιά=1 Ιανουαρίου. Οι ρίζες της καθιέρωσης βρίσκονται μάλλον στην αρχαία Ρώμη και ειδικά στο ημερολόγιο του Νουμά -διαδόχου του Ρωμύλου. Σε αυτόν αποδίδεται η προσθήκη του Ιανουαρίου στο δεκάμηνο τότε ρωμαϊκό ημερολόγιο. Ως 11ος μήνας αφιερώθηκε στον Ιανό, ο οποίος, εκτός των άλλων, θεωρούνταν και θεός κάθε αρχής. Με τη διάσταση αυτή ήταν ζήτημα χρόνου ο τελευταίος μήνας να γίνει πρώτος και η πρώτη μέρα του Πρωτοχρονιά.



Γύρω στο 150 π.Χ. η έναρξη του ρωμαϊκού πολιτικού έτους θα τοποθετηθεί επισήμως κατά τον Ιανουάριο. Φαίνεται ένας από τους λόγους ήταν πως στις καλένδες του (αρχές του μήνα) ορκίζονταν οι άρχοντες (ετήσιοι ύπατοι, πραίτορες). Στις τελετές που ακολουθούσαν και συνεχίστηκαν από τους μετέπειτα αυτοκράτορες, πολλοί ειδικοί εκτιμούν ότι έχουν τις ρίζες τους τα σύγχρονα κάλαντα, αλλά και τα «δώρα» των Χριστουγέννων…



Παρά τις βαθιές ρίζες της η 1η Ιανουαρίου μόλις μετά τον 10ο αιώνα, βαθμιαία και αργόσυρτα, θα αρχίσει να καθιερώνεται στην Ευρώπη ως η αρχή του πολιτικού έτους.



Το μπέρδεμα με το έτος γέννησης του Χριστού



Η χρονιά της γέννησης



Σύμφωνα με το σημερινό γενικευμένο σύστημα χρονολόγησης ο Χριστός δεν γεννήθηκε το 1 μ.Χ. ή το έτος 0 (μηδέν). Οι υπολογισμοί, εφόσον ισχύουν όσα παραδίδουν οι Ευαγγελιστές, τοποθετούν τη γέννηση μεταξύ του 4 και 6 μ.Χ.



Το σκεπτικό



Το εκκλησιαστικό σκεπτικό για τον καθορισμό του πρώτου χριστιανικού έτους ήταν το εξής: Η σύλληψη-ενσάρκωση του Ιησού έγινε την 25η Μαρτίου και άρα η επομένη 1η Ιανουαρίου ισούται με την πρώτη μέρα του 2 μ.Χ.



Το υπολογιστικό λάθος



Το λάθος του μοναχού Διονυσίου ήταν ότι δεν «μέτρησε» κατά τους υπολογισμούς του για τον καθορισμό της γέννησης του Χριστού το έτος μηδέν. Τον καιρό του και αργότερα ο λάθος υπολογισμός του δεν είχε κάποια πρακτική σημασία.







Ταξίδι στον… χρόνο κατά τον Μεσαίωνα



Δεν είναι και τόσο μακρινή η εποχή, με αστρονομικά μέτρα, που ταξιδεύοντας στην Ευρώπη, μπορούσες να ξεκινήσεις μια χρονιά από ένα μέρος και, ύστερα από πολλές μέρες, να φτάσεις σ’ ένα άλλο την προηγούμενη χρονιά! Ετσι, για παράδειγμα, ένας έμπορος που αναχωρούσε την 1η Μαρτίου του 1250 από τη Βενετία, φθάνοντας στη Φλωρεντία βρισκόταν το 1249. Συνεχίζοντας, μάλιστα, την πορεία του προς την Πίζα βρισκόταν στο 1251! Το ταξίδι στο… παρελθόν ή το μέλλον, κατά το Μεσαίωνα, δεν οφειλόταν, φυσικά, σε κάποια «μηχανή του χρόνου». Αλλά στα ανόμοια ημερολόγια που ίσχυαν την ίδια εποχή σε διαφορετικές περιοχές. Αλλού στην ιταλική χερσόνησο η χρονιά άρχιζε την 1η Ιανουαρίου, αλλού την 1η ή και την 25η Μαρτίου.



Το ίδιο συνέβαινε σε πανευρωπαϊκή και πολύ περισσότερο σε παγκόσμια κλίματα. Στην Ισπανία και τη Γερμανία του Μεσαίωνα το έτος άρχιζε τα Χριστούγεννα, ενώ στη Γαλλία για ένα διάστημα την 1η Απριλίου Αλλά και στη βυζαντινή Κωνσταντινούπολη, που ενδιαφέρει περισσότερο στα «καθ ημάς», η Πρωτοχρονιά οριζόταν διαφορετικά. Τοποθετούνταν την 1η Σεπτεμβρίου, αν και την πρωτομηνιά (καλένδες, νουμηνίες – νεομηνίες) του Ιανουαρίου γίνονταν παραδοσιακά λαϊκά πανηγύρια. Συνεχίζονταν, έτσι, οι αντίστοιχες ρωμαϊκές εκδηλώσεις, που αντανακλούσαν παλιότερες θρησκευτικές πεποιθήσεις, οι οποίες σχετίζονταν με το χειμερινό ηλιοστάσιο (22 Δεκεμβρίου).



Στην Αγγλία η Πρωτοχρονιά ακολουθούσε άλλους ρυθμούς. Μέχρι τον 14ο αιώνα τοποθετούνταν την 25η Δεκεμβρίου. Μετά και μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα μετατέθηκε την 25η Μαρτίου. Η τελευταία, όπως και η 1η Μαρτίου, οριζόταν για μεγάλα διαστήματα και από πολλούς Ευρωπαίους ως Πρωτοχρονιά. Ο ορισμός αυτός είχε κάποια λογική, αφού ο Μάρτιος είναι ο μήνας της εαρινής ισημερίας (21 Μαρτίου εξίσωση της ημέρας με τη νύχτα). Είχε, επίσης, τη λογική της και η θέσπιση της Πρωτοχρονιάς την 1η Σεπτεμβρίου. Η ημερομηνία ήταν ταυτισμένη με το άνοιγμα και την αναθεώρηση των φορολογικών καταλόγων και από την εποχή ακόμη του Μ. Κωνσταντίνου άρχιζε να μετρά τότε το πολιτικό έτος των Βυζαντινών.



Αυτή η «αρχή της Ινδίκτου» (δεκαπενταετές σύστημα μέτρησης του χρόνου) θα υιοθετηθεί από την Εκκλησία και θα αποτελέσει την αφετηρία του εκκλησιαστικού έτους. Η έναρξη της νέας χρονιάς, λοιπόν, είτε για το πολιτικό είτε για το εκκλησιαστικό ημερολόγιο στο χριστιανικό κόσμο, δεν οριζόταν πάντα με τον ίδιο τρόπο από τους ίδιους λαούς την ίδια εποχή.



Πολύ περισσότερο δεν συνέβαινε αυτό σε όλους τους λαούς σε όλες τις ιστορικές περιόδους.



Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, μουσουλμάνοι, εβραίοι και άλλες πολλές ομάδες έχουν τη δική τους Πρωτοχρονιά.



Κοινός, όμως, παρανομαστής, ανεξαρτήτως συγκεκριμένης ημερομηνίας, είναι ο εορτασμός της νέα χρονιάς παντού και σε απροσδιόριστο βάθος χρόνου. Η προσδοκία για καλύτερες μέρες.



Αρχαία Ελλάδα και Ρώμη







* Αρχαϊκή και κλασική Ελλάδα: Τα διάφορα ελληνικά ημερολόγια έχουν διαφορετικές πρωτοχρονιές, σύμφωνα με αντίστοιχες φυσικο-θρησκευτικές γιορτές (θερινό ή χειμερινό ηλιοστάσιο, εαρινή ή φθινοπωρινή ισημερία).



* Μέσα 2ου π.Χ.: Καθιερώνεται η 1η Ιανουαρίου ως έναρξη του πολιτικού ρωμαϊκού έτους, που συμπίπτει με τις γιορτές για το χειμερινό ηλιοστάσιο και τα Σατουρνάλια. * Μέσα 1ου π.Χ.: Το Ιουλιανό ημερολόγιο διατηρεί την Πρωτοχρονιά κατά την 1η Ιανουαρίου. Χριστιανική εποχή



* 4ος αιώνας: Από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου το έτος στην αυτοκρατορία ξεκινά την 1η Σεπτεμβρίου. Διατηρούνται τα προϋπάρχοντα λαϊκά πανηγύρια και οι γιορτές κατά τις καλένδες-νεομηνίες του Ιανουαρίου.



* Πρώτοι μεταχριστιανικοί αιώνες: Η χριστιανική εκκλησία θεωρεί αρχή του έτους τον Ευαγγελισμό (25 Μαρτίου). Αργότερα καταδικάζει ως ειδωλολατρική την Πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου. Το εκκλησιαστικό έτος αρχίζει από την 1η Σεπτεμβρίου.



* Τέλη 16ου αιώνα: Μαζί με την εισαγωγή του νέου (Γρηγοριανού) ημερολογίου ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ καλεί τους χριστιανούς να υιοθετήσουν ως Πρωτοχρονιά την 1η Ιανουαρίου.



* 17ος -19ος αιώνας: Η Ευρώπη γιορτάζει πολλές και διαφορετικές πρωτοχρονιές, ενώ ο κόσμος ακόμη περισσότερες.



* Οι διάφορες παραδόσεις δύσκολα εγκαταλείπονται.



* Αρχές 20ού αιώνα: Γενίκευση του γιορτασμού της Πρωτοχρονιάς την 1η Ιανουαρίου, με παράλληλη διατήρηση δύο δεκάδων άλλων βασικών ημερολογίων. (εφ. ελευθεροτυπία)







Πηγή: www.24grammata.com

 
Top