Το αποτύπωμα της τοιχογραφίας που έχει μείνει στον μαρμάρινο τοίχο της βιβλιοθήκης του Αδριανού είναι το μόνο που μαρτυρά πως κάποτε εδώ υπήρχε ένα βυζαντινό εκκλησάκι.
Ο Άγιος Ασώματος «στα σκαλιά» χτίστηκε το 13 αιώνα και γκρεμίστηκε επί Όθωνα το 1843, προκειμένου να μην μολύνει το αρχαίο μνημείο. Η εθνική αφήγηση του νεοσυσταθέντος Ελληνικού κράτους χώραγε μόνο τον χρυσό αιώνα του Περικλή, άντε και τη ρωμαϊκή εποχή.
Πρίν
Μετά
Μπορεί ο Παπαρρηγόπουλος να αποκατέστησε το Βυζάντιο, τα τελευταία χρόνια όμως βλέπουμε τον ιστορικό μας ορίζοντα να περιορίζεται και πάλι στα στενά όρια του 3ου και 4ου πΧ αιώνα. Οι επιθέσεις που δέχονται αρχαιολόγοι όταν τολμούν να διατυπώσουν επιστημονικές υποθέσεις εργασίας διαφορετικές από τις «επίσημες αλήθειες» και τις εθνικές μας φαντασιώσεις, θυμίζουν εκείνες τις μαύρες εποχές που εξηγούν γιατί η Αθήνα δεν διατήρησε την αρχιτεκτονικά ιστορική πολυφωνία της Ρώμης και της Θεσσαλονίκης.
Το τελευταίο θύμα ήταν η αρχαιολόγος Όλγα Παλαγγιά που υποστήριξε ότι ο τάφος της Αμφίπολης δεν ανήκει στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά χτίστηκε από Έλληνες τον 1ο αιώνα πΧ. Τα μαχαίρια βγήκαν αμέσως, ευτυχώς όχι κυριολεκτικά παρόλο που η κ. Παλαγγιά δέχτηκε ακόμα και απειλές. Σε άρθρο με τίτλο «κάνει σπέκουλα υπέρ των Σκοπιανών η Όλγα Παλαγγιά» γινόταν αναφορά στον υποτιθέμενο «Σκοπιανό» συνεργάτη της αρχαιολόγου, ο οποίος στην πραγματικότητα είναι Αμερικανός, ρουμάνικης καταγωγής.
Το λαβράκι για τον υποτιθέμενο σκοπιανό συνεργάτη (που τελικά ήταν αμερικανορουμάνος) είχε βγει το 2008, από το Έθνος με αφορμή τον ισχυρισμό της Όλγας Παλαγγιά σε επιστημονικό συνέδριο, πως ο τάφος που βρέθηκε στη Βεργίνα δεν ήταν του Φιλλίππου Β, αλλά του γιου του Φιλίππου του Αριδαίου. Τότε μάλιστα είχε πει ότι ο Φίλιππος ο Β, ο πατέρας δηλαδή του Μ. Αλεξάνδρου είχε ταφεί στον διπλανό τάφο που είχε συληθεί.
Πέρα από τον παραλογισμό των θεωριών συνωμοσίας, δεδομένου ότι η ΠΓΔΜ δεν αμφισβητεί ότι στη Βεργίνα βρίσκεται θαμμένος ο μπαμπάς του Μέγα Αλέξανδρου, απλά διεκδικεί την εθνική του καταγωγή, είναι εντυπωσιακό πως επιστημονικές απόψεις ποινικοποιούνται σε βαθμό εθνικής προδοσίας ακόμα κι από σοβαρή εφημερίδα.
Η Όλγα Παλαγγιά αν και επιφυλακτική, δέχτηκε να μιλήσει ξεκαθαρίζοντας από την αρχή πως τα νέα στοιχεία που ήρθαν στο φως με την αποκάλυψη του νεκρού της Αμφίπολης «μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι πρόκειται για Μακεδονικό τάφο του τέλους του 4ου ή των αρχών του 3ου αι. π.Χ., ο οποίος όμως προφανώς καταστράφηκε αργότερα και στη συνέχεια υπέστη επεμβάσεις που δεν μαρτυρούνται σε γνήσιους Μακεδονικούς τάφους».
Όλγα Παλαγγιά- Αρχαιολόγος: «Η χρονολόγηση ενός μνημείου στον χώρο της Μακεδονίας σε χρόνους μετά την ρωμαϊκή κατάκτηση θεωρήθηκε ιεροσυλία και υποβάθμιση της σημασίας και της αξίας του μνημείου. Η νοοτροπία αυτή είναι ακατανόητη στους επιστήμονες, δεδομένου ότι η Μακεδονική πόλη του Δίου έχει υποστεί πλείστες ρωμαϊκές επεμβάσεις. Όσο για την χρονολόγηση του λεγομένου Τάφου του Φιλίππου κατά 20 χρόνια αργότερα και την απόδοσή του στον Φίλιππο Γ’ Αρριδαίο, γιο του Φιλίππου Β’, είναι εξίσου ακατανόητη η λάσπη που ρίχτηκε σε κουβάδες, εναντίον όποιου τόλμησε να βεβηλώσει τα «ιερά και όσια» της «επίσημης» εκδοχής. Είναι λυπηρό να βλέπουμε τέτοιες δημόσιες επεμβάσεις σε επιστημονικές θεωρίες που γίνονται χωρίς δόλο και χωρίς εθνικιστικά κριτήρια. Η ξενοφοβία και διάφορες φαντασιώσεις που δεν έχουν ερείσματα σε επιστημονικά δεδομένα διαχέονται στον δημόσιο διάλογο με πολύ δυσάρεστα αποτελέσματα».
Το 2009 η αρχαιολόγος Μεταξία Τσιποπούλου, τότε διευθύντρια του Εθνικού Αρχείου Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού, είχε ξεστομίσει σε παρουσίαση βιβλίου στο επιμελητήριο Ηρακλείου, ότι οι Μινωίτες ήταν σημιτικά φύλα. Φυσικά έγινε χαμός. Το ότι ακροδεξιές εφημερίδες θεώρησαν ότι η κ. Τσιποπούλου είπε τους Κρητικούς Εβραίους ήταν αναμενόμενο. Εντυπωσιακό όμως ήταν πως ο τέως βουλευτής Δημήτρης Σαρρής έκανε έγγραφη αναφορά μιλώντας για βάναυση διαστρέβλωση της ιστορίας που παραπέμπει σε σιωνιστική προπαγάνδα, ξεκαθαρίζοντας ότι δεν είναι αρχαιολόγος, αλλά όλοι ξέρουν... Η «είδηση» δημοσιεύτηκε και πάλι από μεγάλη κεντρώα εφημερίδα, με τον συντάκτη να χαρακτηρίζει με αυτοπεποίθηση «ατεκμηρίωτες» τις εκτιμήσεις της αρχαιολόγου.
Το καλοκαίρι ομάδα αρχαιολόγων έκανε μια παρουσίαση στην Αργολίδα για τις έρευνες που γίνονταν στην θαλάσσια περιοχή γύρω από το Σπήλαιο Φράγχθι, μία από τις σημαντικότερες θέσεις της παλαιολιθικής εποχής.
«Ψάχναμε τον οικισμό της νεολιθικής περιόδου που ξέραμε ότι επεκτεινόταν και έξω από το σπήλαιο», λέει η αρχαιολόγος Δέσποινα Κουτσούμπα. «Στο σπήλαιο είχε βρεθεί ψιανός από τη Μήλο, ο οψιανός είναι ένα μαύρο ηφαιστειακό πέτρωμα που τον χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή εργαλείων. Στην Αργολίδα δηλαδή έφτασε μέσω θαλάσσης».
Η ομάδα των αρχαιολόγων έκανε μια παρουσίαση των πρώτων αποτελεσμάτων της έρευνας στην τοπική κοινωνία της Αργολίδας. Λίγες μέρες μετά στάλθηκε στην υπηρεσία της Δέσποινας ένα ηλεκτρονικό μήνυμα από που εξέφραζε τη «λύπη» κατοίκου της περιοχής γιατί η επιστημονική ομάδα έδειξε «ενδιαφέρον για τα ευρήματα του 18.000 π. Χ. και όχι για άλλα 4ου και 5ου αιώνα πΧ».
Δέσποινα Κουτσούμπα: «Το email κατέληγε ρωτώντας άραγε τί αρχαιολόγους παράγουμε όταν εμπλέκονται σε οικονομικά και πολιτικά παιχνίδια; Με τη σειρά μου θα ρωτήσω: άραγε τι κοινό παράγουμε για την αρχαιολογία, όταν την μπλέκουμε σε πολιτικά και οικονομικά παιχνίδια;»
Οι αρχαιολόγοι, στο κείμενο 140 υπογραφών που δημοσίευσαν με αφορμή τις επιθέσεις στην Όλγα Παλαγγιά, κάνουν έκκληση στα ΜΜΕ για αυτοσυγκράτηση και δηλώνουν το αυτονόητο: η επιστημονική μελέτη δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε ένα άτεγκτο και απαράβατο καθεστώς αλήθειας.
Για κλείσιμο, ας κάνουμε άλλο ένα ταξίδι στο χρόνο. Το 1841, ο Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός, ο πρώτος πρόεδρος της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρίας αναφέρει σε λόγο του στην Ακρόπολη για τον Φίλιππο πως όχι μόνο υποδούλωσε τους Έλληνες αλλά έπραξεν άλλο της νίκης εκείνης ολεθριώτερον, εγέννησε τον Αλέξανδρον*. Τον Μέγα Αλέξανδρο τον αποκατέστησε στην ελληνική ιστορία ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος.
(*) Από το βιβλίο του Γιάννη Χαμηλάκη «Το έθνος και τα ερείπια του. Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα». Ο Γιάννης Χαμηλάκης είναι καθηγητής αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. Το βιβλίο του τιμήθηκε με το βραβείο Edmund Keeley

 
Top