Φρίκη προκαλεί η ομολογία του 22χρονου σατανιστή της Γλυφάδας, ο οποίος το βράδυ της Ανάστασης σκότωσε μια 41χρονη άστεγη στην πλατεία κοντά στον Ιερό Ναό Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης...



«Είσαι δικός μας. Σκότωσε για εμάς», υποστήριξε σύμφωνα με την "Espresso", ο νεαρός ότι του έλεγαν οι φωνές μέσα στο κεφάλι του και οι μαύρες οπτασίες που έβλεπε μπροστά του, σπρώχνοντάς τον έτσι να κάνει ανθρωποθυσία για χάρη του Σατανά.



Όπως είπε ο ίδιος στον ανακριτή εδώ και πάρα πολλά χρόνια έδινε σκληρή μάχη με τον ίδιο του τον εαυτό για να νικήσει τους δαίμονες που έμπαιναν μέσα στο μυαλό του.

«Άκουγα φωνές και έβλεπα μαύρες οπτασίες που πίστευα ότι είναι δαίμονες ή ο ίδιος ο διάβολος. Από την ηλικία των 18 ετών αυτές οι φωνές μέσα στο κεφάλι μου έλεγαν να σκοτώσω. Οι ίδιες οπτασίες έρχονταν σαν εφιάλτες στον ύπνο μου και με έπιαναν από τον λαιμό. Όσο πλησίαζε το Πάσχα, οι φωνές αυτές δυνάμωναν. Το Μεγάλο Σάββατο μάλωσα με την οικογένειά μου και άκουσα πάλι τις φωνές. Όταν είδα την άτυχη γυναίκα το θεώρησα σημάδι. Πίστεψα ότι εκείνοι μου την υπέδειξαν», φέρεται να υποστήριξε στην απολογία του ο δράστης.



Ο 22χρονος ισχυρίστηκε ότι η χρόνια χρήση ναρκωτικών του δημιουργούσε παραισθήσεις και τον έκανε αρκετά βίαιο.

Χαρακτηριστικό είναι ότι οι καυγάδες με τους γονείς του ήταν συχνοί και αρκετές φορές είχε επιτεθεί στους γονείς του και τους είχε απειλήσει ότι θα τους σκοτώσει.

«Πίστευα ότι ήμουν φάντασμα, νεκρός, ο ίδιος ο χάρος. Μάλωνα συχνά με τους γονείς μου και πίστευα ότι ο αδελφός μου με μισεί. Άλλες φορές γινόμουν αυτοκαταστροφικός και έσβηνα τσιγάρα στα χέρια μου. Δεν ήθελα να βρίσκομαι με κόσμο και πίστευα ότι ήθελαν να μου κάνουν κακό. Μια μέρα πριν από δύο χρόνια έσπρωξα τον πατέρα μου, με αποτέλεσμα να περάσει μέσα από το χοντρό κρύσταλλο της μπαλκονόπορτας. Τότε εκείνος μου ζήτησε βοήθεια, αλλά αντί να φωνάξω ασθενοφόρο, άρχισα να τον κλοτσάω. Ο πατέρας μου φώναξε την Αστυνομία και με κράτησαν μέχρι να περάσει η επήρεια των ναρκωτικών. Όταν συνήλθα ούτε καν θυμόμουν αυτό που συνέβη. Λίγο καιρό μετά τον ξαναχτύπησα, αλλά ούτε και τότε θυμόμουν το περιστατικό», είπε.

Δεν έκρυψε μάλιστα ότι μέσα στον παραλογισμό του από την χρήση ναρκωτικών έφτασε στο σημείο να απειλήσει και την μητέρα του.



«Όταν άρχισα να κάνω σκληρά ναρκωτικά, το πρόβλημα επιδεινώθηκε. Μια μέρα που μάλωσα με τον αδελφό μου, πήρα ένα σπασμένο μπουκάλι και το έβαλα στον λαιμό της μητέρας μου, απαιτώντας να φύγει από το σπίτι ο αδελφός μου. Τελικά μπήκε στη μέση ο πατέρας μας και με ηρέμησε», αποκάλυψε.

Όπως παραδέχθηκε στον ανακριτή, η οικογένειά του έκανε πάρα πολλές προσπάθειες για να τον βοηθήσει, είτε φέρνοντας ψυχολόγο στο σπίτι, είτε προσπαθώντας να τον βάλει σε κάποιο ψυχιατρικό ίδρυμα. Εκείνος όμως πάντα αρνιόταν τη βοήθειά τους και βυθιζόταν όλο και περισσότερο στον σκοτεινό κόσμο των παραισθήσεων.

 
Top