Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Χτες βγήκα στα μαγαζιά για να αγοράσω ένα παντελόνι. Περπατώντας στο εμπορικό κέντρο της συνοικίας που μένω είδα σ΄ενα μαγαζί κόσμο και μου έκανε εντύπωση γιατί στα διπλανά μαγαζιά
έχαβαν μύγες... Σκέφτηκα λες να έχει τίποτα σούπερ προσφορές? Και μπήκα. Οι πελάτισσες που έψαχναν καλοντυμένες και η πωλήτριες σαν μοντελάκια. Κοιτάζω μια τιμή σ΄ενα πατελόνι.... 110 ευρουδάκια...Κοιτάζω μια ζακέτα 180 ευρουδάκια... Μια κυρία ήταν ήδη στο ταμείο με ένα μάτσο ρούχα και περίμενε τη λυπητερή. Βγήκα επί τόπου και προχώρησα παρακάτω. Βρίσκω ένα άλλο μαγαζί, νέκρα,κανείς μέσα, στο ταμείο μια μισονυσταγμένη κυρία. Ρωτάω για ένα παντελόνι, μου δείχνει , πόσο τη ρωτάω, 25 ευρώ...
Το δοκίμασα, οκ λέω το παίρνω. Και καθώς περίμενα να πληρώσω της λέω, πως πάει. Αίσχος μου λέει. Σήμερα είστε η πρώτη πελάτισσα και μάλλον η μόνη χωρίς παζάρια. Αυτό το 25 ευρώ άλλες θα το παζάρευαν μια ώρα να κατέβει στα 20. Της λέω το τάδε μαγαζί πιο εκεί γίνεται χαμός κι είναι πανάκριβο. Αχ μου λέει, στα μαγαζιά όπως εκείνο ψωνίζει όχι ο λαουτζίκος, οπότε δεν άλλαξε τίποτα για τις πελάτισσές του. Λεφτά έχουν. Στα δικά μας μαγαζιά της φτήνιας οι πελάτισσες σκέφτονται και το δεκάρικο και δεν μπαίνουν πια...
Βγήκα έξω και κοίταξα λίγο γύρω μου. Οι καφετέριες ήταν γεμάτες. Καρφίτσα δεν έπεφτε. Ένα μεγάλο πολυκατάστημα καλλυντικών και αξεσουάρ γεμάτο κόσμο. Κυρίες πέρναγαν με διάφορες τσάντες στο χέρι.... Στη γνωστή αλυσίδα ηλεκτρονικών, τηλεοράσεων, κινητών κλπ είχε κόσμο που κοίταζε τα νέα γκατζετάκια και μια ουρά στα ταμεία. Ένα πλήθος κόσμου κινόταν γύρω μου σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Τα σαββατιάτικα ψώνια, το καφεδάκι με το κουτσομπολιό, το κομμωτήριο, τα σχέδια για το βράδυ... Και όχι δεν μένω στα βόρεια προάστια, ούτε στο Κολωνάκι, ούτε στη Γλυφάδα. Μιλάω για τη δυτική όχθη του ποταμού.
Ποιοι είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι σκέφτηκα. Πως έχουν τέτοια αποθέματα. Πως κινούνται με τέτοιο θράσος σαν να μην φοβούνται τίποτα? Γιατί για να κινείσαι έτσι, δεν αρκεί να έχεις σήμερα λεφτά, με κάποιο τρόπο πρέπει να έχεις μια σιγουριά πως θα έχεις και αύριο. Ότι και να συμβεί. Και ποιες κατηγορίες πληθυσμού τελικά έχουν ακόμα αυτή τη σιγουριά την ώρα που ξεσκίζεται κάθε εργατικό δικαίωμα, την ώρα που μπαίνουν χιλιάδες λουκέτα, την ώρα που έχουν βαρέσει κόκκινο στις τράπεζες εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά, την ώρα που μετράμε δυο εκατομμύρια ανέργους? Σ΄αυτή τη δημοκρατία της ολιγαρχίας τελικά ποιο είναι το προφίλ του Έλληνα που είναι εξασφαλισμένο γύρω από τους ολιγάρχες ακόμα και τώρα?
Ήταν τόσοι πολλοί εκείνοι που έφαγαν του σκασμού, ώστε ακόμα και σήμερα που όλα καταρρέουν να τους συναντάς σε κάθε βήμα. Να μη μπορεί να απαλλαχτεί κάποιος από την ηλίθια και επικίνδυνη μούρη τους ακόμα κι όταν πάει να πάρει μια φρατζόλα στο φούρνο της γειτονιάς. Συγνώμη αλλά δεν πιστεύω σε τίποτα πλέον. Δεν πιστεύω σε στατιστικές φτώχειας. Δεν έχω διάθεση να ανακαλύψω τα μυστήρια της ξεφτίλας. Αυτό το μείγμα που βλέπω γύρω μου, που αποτελείται από θρασείς απυρόβλητους, χορτασμένους ξέγνιαστους από τη μια κι εξαθλιωμένους καρπαζοεισπράκτορες υποταγμένους στη μοίρα τους από την άλλη, δεν τον αντέχω πλέον.. Δεν γίνεται κάποιος να σπαταλάει συνέχεια ενέργεια για τους πεθαμένους. Υπάρχει κι ο κόσμος των ζωντανών που πρέπει να σκεφτεί τα δικά του δικαιώματα. Δεν γίνεται να θυσιάζονται συνέχεια ζωντανοί άνθρωποι για να θρέφονται τα ζόμπι.
Κι όσο για τη μπούρδα περί δημοκρατίας κι ελευθερίας, ας το πιστεύουν όσοι γουστάρουν τα παραμύθια. Η δημοκρατία με την ελευθερία είναι διαφορετικά πράγματα. Κι η δημοκρατία είναι καθεστώς. Κι αυτή η δημοκρατία μιας ολιγαρχίας είναι ένα καθεστώς που ευνοεί συγκεκριμένες κάστες ανθρώπων. Καμιά σχέση με την ελευθερία. Δεν υπάρχει δικαίωμα στην ελευθερία. Κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος εφόσον θα το αποφσίσει. Η ελευθερία δεν είναι μια ομαδική συνεννόση. Δεν περιμένει κανείς αν θα έχει παρέα στην ελευθερία, αν του το επιτρέπουν, αν έχει τα μέσα για να την αποκτήσει.
Η ξεφτίλα που βλέπω γύρω μου είναι ένα σύνολο από όνειρα κι εφιάλτες. Γιατί να συμμετέχω? Γιατί να νοιώθω μέρος ενός συνόλου υπνωτισμένων που περπατάνε με κλειστά τα μάτια? Νισάφι πια. Θα έρθει λένε ένα τσουνάμι καταστροφής και να τα κάνει όλα ρημαδιό. Θα μας ρημάξει όλους. Από τη μια άκρη ως την άλλη. Δεν πειράζει. Ας γίνει να φανεί η αληθινή γύμνια μας.
Ναι όντως, όποιος μετά τα σαράντα δεν μισήσει τους ανθρώπους σημαίνει πως ποτέ δεν τους αγάπησε. Συνεχίστε να ασχολείστε με τα παιχνίδια σας. Εγώ, ίσως και λίγοι άλλοι, μάλλον θα επιλέξουμε την αορατότητα. Είναι ένα προνόμιο που έχουν όλοι οι εξωγήινοι σ΄αυτό το κόσμο. Δεν τους βλέπουν οι ντόπιοι. Δεν πιστεύουν στην ύπαρξή τους. Η παρουσία τους ανάμεσα στο πλήθος είναι αστικός μύθος. Καλύτερα έτσι.
Ίσως κάποιος ρωτήσει. Μα καλά απαξιώνεις όλους αυτούς τους ανθρώπους που αγωνίζονται για κάτι καλύτερο? Όλους αυτούς που τώρα δυστυχούν και χρειάζονται να είναι ενωμένοι και δυνατοί? Όλους όσους δεν έφταιξαν και εισπράττουν τη τιμωρία? Δεν απαξιώνω κανέναν. Δεν είμαι κανένας. Δεν κρίνω. Επιλέγω. Ο καθένας ας βρει το δρόμο του. Ας ξυπνήσει από το λήθαργο αν μπορεί. Ας διεκδικήσει αυτό που νομίζει ότι έχει δικαίωμα. Ας χαράξει τη πορεία του ελεύθερα. Σιχάθηκα να περιμένουν όλοι το διπλανό αν θα κάνει το πρώτο βήμα. Σιχάθηκα τους σκυλοκαυγάδες στα διάφορα κομματικά μαγαζάκια. Ποιο κοπάδι είναι το καλύτερο. Τους ανθρώπους που ψάχνουν απελπισμένα το βοσκό τους και τα μαντρόσκυλα για να τους οδηγήσουν στη στάνη. Το μόνιμο δεκανίκι. Την έλλειψη πρωτοβουλίας στη κάθε απόφαση. Το φόβο για το εκτός μαντριού περιβάλλον. Εκεί έξω υπάρχει ένα δάσος για τα αγρίμια κι εδώ ένα μαντρί για τα πρόβατα. Ας επιλέξει ο καθένας που θέλει τελικά να ζήσει.
Και πάνω από όλα, υπάρχει κάτι που δεν μπορώ να αντιμετωπίσω ψύχραιμα πλέον. Η κλάψα. Ατέλειωτη κλάψα, μιζέρια και ζητιανιά. Οι φουκαριάρηδες...Υπάρχει ο άνθρωπος που δοκιμάζεται από τις δυσκολίες και τα βάσανα της ζωής και πολεμάει κι υπάρχει κι ο φουκαριάρης. Ας επιλέξουμε τελικά τι είμαστε πολεμιστές ή φουκαριάρηδες. Αυτό είναι ελευθερία.