Περιβάλλον προστασίας στα μεγάλα κόμματα εξασφαλίσει ο εκλογικός νόμος που θα εφαρμοστεί στις επερχόμενες εκλογές. Την ίδια ώρα προκαλείται ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση στους ψηφοφόρους, οι οποίοι ακόμη και αν θελήσουν να «τιμωρήσουν» τα κόμματα εξουσίας, θα υποχρεωθούν από τον ισχύοντα νόμο Παυλόπουλου να τα υποστηρίξουν, προσφέροντάς τους ακόμη και μια εύκολη αυτοδυναμία.
Ο ισχύων εκλογικός νόμος ψηφίστηκε το 2004 με εισηγητή τον Κώστα Σκανδαλίδη. Το 2006 έρχεται ένα νέος ερμηνευτικός νόμος του Προκόπη Παυλόπουλου που προσθέτει σημαντικά στοιχεία στον ήδη υπάρχοντα. Η ουσία είναι ότι η πολιτική πραγματικότητα έχει αλλάξει και ότι ο υπάρχων νόμος δεν έχει προβλέψει αυτή την αλλαγή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χαρακτηρίζεται σε κάποια σημεία αντισυνταγματικός ή και ακραία δυσαναλογικός.
Το bonus των 50 εδρών
Όπως προβλέπει ο εκλογικός νόμος το κόμμα που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό λαμβάνει ως πριμ 50 έδρες με στόχο την επίτευξη κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας. Όπως δηλώνει στο www.koutipandoras.gr o συνταγματολόγος κ Χρυσόγονος «εδώ ανακύπτει για πρώτη φορά αντισυνταγματικότητα του εκλογικού συστήματος» και εξηγεί ότι, « εάν μεν υπάρχει ένα κόμμα το οποίο βρίσκεται κοντά στο όριο της αυτοδυναμίας (40%-50%) και το ‘πριμ’ το βοηθάει να την αποκτήσει, δικαιολογείται. Αν όμως το πρώτο κόμμα συγκεντρώσει 20%- 25% τότε όχι μονό δεν εξυπηρετείται ο στόχος της κυβερνητικής σταθερότητας, αλλά αντιθέτως απομακρύνεται σχηματισμός βιώσιμης κυβέρνησης».
Όπως εξηγεί ο κ Χρυσόγονος «ενδέχεται το πρώτο κόμμα να μην μπορεί ή να μην θέλει να συγκλίνει με τα αλλά κόμματα ώστε να σχηματίσει βιώσιμη κυβέρνηση, ενώ αντιθέτως τα υπόλοιπα κόμματα με την ένωση τους να μπορούν. Το γεγονός αυτό αποτελεί παραβίαση της ισοδυναμίας της ψήφου».
Για πραξικοπηματικό νόμο με σκοπό να σχηματιστεί κυβέρνηση κάνει λόγο ο κ Βερναρδάκης Χριστόφορος Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημώνκαι εξηγεί ότι «ο συγκεκριμένος νόμος μας έχει μείνει από το παρελθόν». Τότε δηλαδή που το πρώτο κόμμα συγκέντρωνε ποσοστά που πλησίαζαν την αυτοδυναμία. «Σε αυτή την πολιτική και κοινωνική κατάσταση ο εκλογικός νόμος θα έπρεπε να είναι περισσότερο αναλογικός ώστε να βοηθάει τις κυβερνήσεις συνεργασίας».
Με λίγα λόγια, όπως εξηγεί ο κ Βερναρδάκης, αν το πρώτο κόμμα λάβει το 25% των εγκύρων ψήφων και συνεργαστεί με ένα κόμμα που έχει λάβει το 12% τότε αυτομάτως αποκτά την αυτοδυναμία που αναζητά και κυβερνά την χώρα.
Ο μύθος των λευκών ψήφων
Σε ομαδικό mail που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι εάν ένα μεγάλο ποσοστό πολιτών ψηφίζει λευκό τότε ακυρώνεται η εκλογική διαδικασία. Το ενδεχόμενο αυτό δεν έχει καμιά απολύτως βάση.
Διαβάστε τι αναφέρει ακριβώς ο εκλογικός νόμος για τα λευκά:
Ο αποκλεισμός των λευκών από τις έγκυρες ψηφους έγινε με μεταγενέστερο ερμηνευτικό νόμο, τον ν. 3434/2006, παρ’όλο που το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο με την 12/2005 απόφασή του είχε κρίνει κατά πλειοψηφία (6 προς 5) ότι η αντίστοιχη ρύθμιση του προηγούμενου νόμου ήταν αντισυνταγματική. Το δικαστήριο είχε κρίνει ότι η λευκή ψήφος διακρίνεται από την άκυρη και αποτελεί ενάσκηση του εκλογικού δικαιώματος, γι’ αυτό και θα πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν. Οι διατάξεις που ορίζουν ότι το εκλογικό μέτρο ευρίσκεται χωρίς να συμπεριληφθούν οι λευκές ψήφοι «θίγουν τον πυρήνα της λαϊκής κυριαρχίας και την ισότητα της ψήφου και είναι αντίθετες προς τις [...] συνταγματικές διατάξεις».
Η απόφαση αυτή πάντως ανέτρεπε προηγούμενες αποφάσεις τόσο του ίδιου του ΑΕΔ όσο και του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες η μη προσμέτρηση των λευκών κατά την εξεύρεση του εκλογικού μέτρου είχε κριθεί σύμφωνη με το Σύνταγμα. Με λίγα λόγια σε καμία περίπτωση το μεγάλο ποσοστό λευκών δεν ακυρώνει την εκλογική διαδικασία, αντιθέτως αυτά υπολογίζονται ως άκυρα οπότε δεν αποτελεί ενάσκηση του εκλογικού δικαιώματος.
Ετσι ούτε η λευκή ψήφος θα αποτελέσει μέσο αντίδρασης των ψηφοφόρων απέναντι στα μεγάλα κόμματα καθώς χαρακτηρίζεται ως χαμένη ψήφος. Όπως εξηγεί ο κ. Χρυσόγονος, «το εκλογικό αποτέλεσμα διεξάγεται με βάση τις έγκυρες ψήφους. Το λευκό και το άκυρο κατ’ αποτέλεσμα εξομοιώνεται στην αποχή, οπότε όσο μεγάλο και αν είναι το ποσοστό τους δεν παίζει κανένα ρόλο στο εκλογικό αποτέλεσμα».
Η «χαμένη» ψήφος
Η τάση των τελευταίων μηνών, με αφορμή την πολιτική και οικονομική κατάσταση της χώρας, να δοθεί ψήφος εμπιστοσύνης, αλλά και διαμαρτυρίας μαζικά στα μικρά κόμματα, αλλά και στα πρωτοεμφανιζόμενα κόμματα, είναι, όπως αποδεικνύεται, παγίδα. Σε αυτή την περίπτωση ο συνταγματολόγος κ Χρυσόγoνος αναφέρει ότι «το κάθε κόμμα παίρνει τόσες έδρες όσες αντιστοιχούν στο ποσοστό του, επί του συνόλου των εγκύρων ψήφων που έλαβαν τα κόμματα που υπερέβησαν το 3%» και εξηγεί «όσο μεγαλύτερη είναι η αναντιπροσώπευτη ψήφος τόσο περισσότερο ευνοούνται τα κόμματα που υπερέβησαν αυτό ποσοστό του 3%».
Με αυτή την λογική η ψήφος που πηγαίνει σε κόμματα που δεν προβλέπεται να λάβουν το 3% (τη βάση για την είσοδο στη Βουλή) χαρακτηρίζεται από τον συνταγματολόγο «χαμένη ψήφος». Με λίγα λόγια, αν το 5% των πολιτών αποφασίσουν να ψηφίσουν κόμματα που είτε δεν προβλέπεται να «πιάσουν» 3%, είτε προβλέπεται αλλά τελικά δεν θα τα καταφέρουν, τότε το πρώτο κόμμα θα είναι αυτοδύναμο αν έχει μόνο 38%. Σε περίπτωση που το 20% των πολιτών ψηφίσουν κόμματα που δεν θα φτάσουν το 3% τότε οι 250 έδρες μοιράζονται στο υπόλοιπο 80%, οπότε το πρώτο κόμμα θα έχει αυτοδυναμία με ακόμα μικρότερο ποσοστό σχεδόν στο 30% με 32% και λαμβάνοντας και το πριμ των 50 εδρών θα συγκεντρώσει τις 150 έδρες και θα μπορεί να κυβερνήσει.
Να σημειωθεί ότι αυτός ο εκλογικός νόμος μπορεί να αλλάξει και να ισχύσει ακόμα και στις επερχόμενες εκλογές με την προϋπόθεση ότι θα τον ψηφίσουν τουλάχιστον 200 βουλευτές. Σε περίπτωση που τον νόμο τον στήριζαν λιγότεροι από 200 τότε θα ίσχυε στις επόμενες εκλογές.