Το 18 ήταν το τυχερό της νούμερο. Στις 18 ενός Μαΐου γνώρισε στις Κάννες τον άντρα της ζωής της, τον Ζιλ Ντασέν. Στις 18 του Δεκεμβρίου γιόρταζαν τα γενέθλιά του. Στις 18 κάποιου Ιουνίου γεννήθηκε ο παππούς της και «αγαπημένος δήμαρχος των Αθηναίων» Σπύρος Μερκούρης. Και στις 18 ενός Οκτώβρη, ήρθε στην ζωή και η ίδια. Σήμερα συμπληρώνονται 90+1 χρόνια από την γέννηση της μεγάλης ντίβας, που άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της στην τέχνη, την πολιτική, τον πολιτισμό και τελικά, στην ψυχή του Έλληνα.


Η Μελίνα Μερκούρη (Μαρία Αμαλία Μερκούρη) γεννήθηκε στις 18 Οκτωβρίου του 1920. Ήταν η αγαπημένη εγγονή του δημάρχου Αθηναίων Σπύρου Μερκούρη και κόρη του βουλευτή της ΕΔΑ και υπουργού Σταμάτη Μερκούρη.

Τα Χάρτινα φεγγάρια της Μελίνας



Το ταμπεραμέντο της Μαρίας Αμαλίας Μερκούρη δεν μπορούσε να κρυφτεί. Ήταν γεννημένη για να τραβήξει τα φώτα. Είτε της θεατρικής είτε της κινηματογραφικής είτε της πολιτικής σκηνής. Η λάμψη της θα κέρδιζε καθεμία από αυτές ξεχωριστά. Και η αρχή έγινε με το σανίδι, όπου από 18 χρονών άρχισε να σπουδάζει, για να παίξει σύντομα όλους τους πιθανούς ρόλους, από το αρχαιοελληνικό μέχρι το σύγχρονο δραματουργικό ρεπερτόριο.

Σπούδασε θέατρο στη Δραματική Σχολή του Εθνικού (1943-46) και έκανε το ντεμπούτο της στη σκηνή το 1944. Ως πρωταγωνίστρια καθιερώθηκε το 1949 με το ρόλο της Μπλανς από το έργο του Τένεσι Ουίλιαμς «Λεωφορείον ο Πόθος». Η πρώτη κινηματογραφική δουλειά της ήταν η ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Στέλλα» (1955). Με το ρόλο, όμως, της Ίλια στην ταινία «Ποτέ την Κυριακή» (1960), αλλά και τη θεατρική μεταφορά του έργου στη Νέα Υόρκη, η Μελίνα Μερκούρη απέκτησε πλέον διεθνή φήμη.

Η λάμψη της συνάντησε εκείνη των μεγαλύτερων ταλέντων της εποχής, όπως της Δέσπως Διαμαντίδου, του Δημήτρη Μυράτ, της καλής της φίλης Έλλης Λαμπέτη, της Ειρήνης Παππά, της Άννας Συνοδινού, του Ντίνου Ηλιόπουλου και φυσικά του Μάνου Χατζιδάκι, μαζί με τον οποίο χάρισαν στην ελληνική σκηνή το πιο θρυλικό ανέβασμα του «Λεωφορείου ο Πόθος» το 1949. Τότε ήταν που ακούστηκε το «Χάρτινο το Φεγγαράκι» από την πιο εκφραστική Ελληνίδα Μπλανς Ντιμπουά. Μπορεί λοιπόν η γαλλική σκηνή και το Broadway να «προσκύνησαν» στην συνέχεια την 13η Ελληνίδα Θεά, αλλά η αγαπημένη μας θεατρική στιγμή της είναι ελληνική και άκρως μελωδική. Ευτυχώς για τους νεότερους, η ερμηνεία της έχει διασωθεί στην «κιβωτό» του YouTube. Απολαύστε:




Η Στέλλα, ο Πειραιάς και το Όσκαρ

Η κινηματογραφική Ελλάδα στα μέσα του 20ου αιώνα κινούταν σε ρυθμούς Φίνος Φιλμ. Όχι όμως η Μελίνα Μερκούρη. Κι αυτό όχι γιατί δεν καταδεχόταν εκείνη να ενταχθεί στην «αυτοκρατορία» της εποχής, αλλά επειδή την απέρριπτε συνεχώς ο ίδιος ο Φιλοποίμην Φίνος. Ο παραγωγός πίστευε πως η Μελίνα δεν είχε την στόφα της σταρ, επειδή όπως έλεγε, είχε μεγάλο στόμα. Εκείνη όμως τον διέψευσε, ερμηνεύοντας με αυτό το στόμα και την «λεβεντιά» της μερικές από τις πιο θρυλικές κινηματογραφικές στιγμές.



Η «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη, βασισμένη στο θεατρικό του Ιάκωβου Καμπανέλλη, γραμμένη «πάνω της», την στέλνει το 1955 στις Κάννες για να διεκδικήσει το βραβείο ερμηνείας, ενώ όλη η Ελλάδα σιγοτραγουδά μαζί της «Αγάπη που ‘γινες δίκοπο μαχαίρι» (δείτε όλη την ταινία στο YouTube). Στην πρεμιέρα της «Στέλλας» στις Κάννες την πλησιάζει ο Ζιλ Ντασέν, γοητευμένος από το ταλέντο της, με μοιραίο επακόλουθο έναν γάμο το 1965 που κράτησε μέχρι τον θάνατό της. Το βραβείο τελικά το παίρνει το 1960 με την ταινία «Ποτέ την Κυριακή» (δείτε επίσης ολόκληρη την ταινία στο YouTube), αφού η κριτική επιτροπή το μοιράζει ισομερώς ανάμεσα στην Μερκούρη και στην Ζαν Μορό, ενώ στο νήμα έχασε και το Όσκαρ εκείνης της χρονιάς, που κατέληξε στην Λιζ Τέιλορ για την ερμηνεία της στο «Butterfield 8». Εν τω μεταξύ ο Φίνος χάνει άλλη μια ευκαιρία να επεκταθεί σε διεθνή «νερά», καθώς του προτάθηκε η παραγωγή της ταινίας, αλλά εκείνος αρνήθηκε πεισματικά.




«Γεννήθηκα Ελληνίδα»

Η παραπάνω φράση θα περίμενε κανείς να είναι περιττή, καθώς εκφράζει το εντελώς αυτονόητο. Τα αυτονόητα όμως δεν ίσχυαν από το 1967 και εξής, όταν η στρατιωτική χούντα επέβαλε τον πολιτισμικό της γύψο και αφού η Μελίνα αξιοποίησε την διεθνή της ακτινοβολία για να καταφερθεί εναντίον της, οι δικτάτορες της στέρησαν την ελληνική υπηκοότητα.



Η αντίδρασή της; Το παραπάνω τραγούδι, από τα «χέρια» του Μάνου Χατζιδάκι: «Ήρθαν οι καραβανάδες και μου πήραν τα χαρτιά, και μου φέραν τα μαντάτα πως δεν είμαι πια Ρωμιά». Στο μεταξύ, οι δίσκοι της έκαναν θραύση στην Γαλλία, ενώ η ίδια όταν ρωτήθηκε για την «αφελληνοποίησή» της, είπε «Εγώ γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο Παττακός γεννήθηκε φασίστας και θα πεθάνει φασίστας».

Κάπως έτσι άρχισε και η πολιτική της δραστηριοποίηση, που την έφερε στο πλευρό του Ανδρέα Παπανδρέου κατά την ίδρυση του ΠΑΣΟΚ. Διετέλεσε βουλευτής Πειραιώς και υπουργός Πολιτισμού, θέση στην οποία «άντεξε και στους 19 ανασχηματισμούς μου», όπως είχε δηλώσει ο Παπανδρέου.

Η Μελίνα Μερκούρη πάλεψε σκληρά για την ανατροπή της χούντας από το εξωτερικό όπου βρισκόταν. Μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας γύρισε στην Ελλάδα και πολιτεύτηκε. Εκλέχθηκε με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 1981 και ανέλαβε καθήκοντα υπουργού Πολιτισμού, αξίωμα που διατήρησε ως το τέλος της πρώτης οκταετίας των κυβερνήσεων Παπανδρέου.

Κατά τη διάρκεια της επταετίας (1967-1974) πολέμησε σφοδρά τη Χούντα, χρησιμοποιώντας τη φήμη και τη λάμψη που είχε αποκτήσει, με συνέπεια να της αφαιρεθεί η ελληνική υπηκοότητα. Έδωσε αρκετές συναυλίες και διοργάνωσε αρκετά μεγάλο αριθμό πορειών αντιδικτατορικού χαρακτήρα. Επεδίωξε και συναντήθηκε με πολιτικούς αλλά και με πνευματικές προσωπικότητες παγκοσμίου κύρους, με σκοπό να τους ευαισθητοποίησει ενάντια στη χούντα. Κατά την διάρκεια των αγώνων της έγιναν εναντίον της απόπειρες δολοφονίας, μία από τις οποίες παραλίγο να της στερήσει τη ζωή.
Με την πτώση της χούντας επιστρέφει στην Ελλάδα όπου και εγκαθίστανται μόνιμα πλέον και συνεργαζόμενη με στελέχη της αντιστασιακής οργάνωσης Π.Α.Κ. και τον Ανδρέα Παπανδρέου ιδρύουν το Πανελλήνιον Σοσιαλιστικόν Κίνημα αργότερα [Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα].

Κατεβαίνει υποψήφια στη Β` Πειραιά το 1974 αλλά δεν καταφέρνει να εκλεγεί βουλευτής, πράγμα το οποίο επιτυγχάνει το 1977. Διετέλεσε υπουργός Πολιτισμού κατά τα χρονικά διαστήματα 1981-1989 και 1993-1994, θέση η οποία της έδωσε το έναυσμα για να ξεκινήσει εκστρατεία για την επιστροφή των κλεμμένων μαρμάρων της Ακρόπολης από τον Λόρδο Έλγιν, τα οποία βρίσκονται στις προθήκες του Βρετανικού Μουσείου, να δημιουργήσει το θεσμό των δημοτικών περιφερειακών θεάτρων (γνωστά ως ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.) με σκοπό την πολιτιστική ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας αλλά και τον θεσμό των πολιτιστικών πρωτευουσών της Ευρώπης, με πρώτη την Αθήνα το 1985. Το 1990 διεκδίκησε την δημαρχία της Αθήνας, χωρίς όμως επιτυχία.

Στη δεύτερη θητεία της στο υπουργείο πολιτισμού δίνει μεγάλη σημασία στην εισαγωγή του πολιτισμού και της θεατρικής αγωγής στα σχολεία, αλλά καταβεβλημένη από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο άφησε την τελευταία της πνοή στο νοσοκομείο Memorial της Νέας Υόρκης, την Κυριακή 6 Μαρτίου του 1994.

Όραμά της ήταν μέχρι το θάνατό της η επιστροφή των μαρμάρων του Παρθενώνα από το Βρετανικό Μουσείο. Δημιούργησε τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα για να έρθει το θέατρο στην επαρχία, ενώ δική της έμπνευση ήταν και η δημιουργία του θεσμού της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης».

Η σορός της έφτασε στην Ελλάδα στις 8 Μαρτίου του 1994 και τέθηκε σε διήμερο λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών, ενώ ταυτόχρονα κηρύχθηκε τριήμερο εθνικό πένθος. Την Πέμπτη 10 Μαρτίου του 1994 ψάλλεται η νεκρώσιμος ακολουθία στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και αμέσως μετά εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι τη συνοδεύουν ως το Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που κηδεύτηκε με τιμές αρχηγού κράτους. Ενταφιάστηκε σε οικογενειακό τάφο.

Ο θάνατός της προκάλεσε εκδηλώσεις συγκίνησης σε όλο τον κόσμο. Πολλοί πολιτικοί ηγέτες στέλνουν συλλυπητήρια μηνύματα στην οικογένειά της και στην Ελλάδα. Την ώρα της κηδείας της τα θέατρα και τα μαγαζιά στο Μπρόντγουεϊ παραμένουν κλειστά.

Επίσης έχει ιδρυθεί, σύμφωνα με επιθυμία της, από το σύζυγό της Ζιλ Ντασέν και με τη συμμετοχή προσωπικοτήτων παγκόσμιας ακτινοβολίας, όπως ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, ο Γάλλος πολιτικός Ζακ Λανγκ κ.ά. το Πολιτιστικό Ίδρυμα Μελίνα Μερκούρη, το οποίο έχει ως στόχο την επιστροφή των κλαπέντων μαρμάρων της Ακρόπολης.


Φιλμογραφία

1955 "Στέλλα"

1956 - Συνεργάζεται με το μεγάλο έρωτα της ζωής της τοv Ζιλ Ντασέν και γυρίζουν την ταινία "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται" (Celui qui doit mourir) βασισμένη στο μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη
1957 Γίνεται μαυρομάλλα για το ρόλο της "Ο βαρώνος και η τσιγγάνα" (The Gypsy and the Gentleman)
1958 Συμμετέχει στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Ρότζερ Βάιλαντ, "Ο νόμος", που προβλήθηκε στην Ελλάδα με τίτλο "Θυλικός δαίμων" (La legge).
1958-1960 Γυρίζει το "Ποτέ την Κυριακή" (Never On Sunday) που την κάνει διάσημη σε όλη την υφήλιο, ταινία η οποία βραβεύτηκε με Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού (ήταν υποψήφια για άλλα τέσσερα Όσκαρ). Η ταινία της χάρισε αρκετές σημαντικές διακρίσεις και παγκόσμια αναγνώριση, όπως το βραβείο πρώτου γυναικείου ρόλου στις Κάννες, η υποψηφιότητα για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου κλπ
1960 Το "Ζήτω ο έρωτας" (Vive Henri IV... vive l'amour!)
1961 "Η ώρα της μεγάλης κρίσεως" (Il giudizio universale), και "Η Φαίδρα" (Phaedra) με τον Άντονι Πέρκινς και μουσική του Μίκη Θεοδωράκη
1963 "Οι Νικητές" (The Victors)
1964 "Τοπ Καπί" (Topkapi) με τον Πίτερ Ουστίνοφ
1965 "Μηχανικά Πιάνα" (Los pianos mecánicos)
1966 "Ραντεβού στη Λισσαβόνα" (A Man Could Get Killed), "10:30 Ένα Καλοκαιρινό Βράδυ" (10:30 P.M. Summer) με τη Ρόμι Σνάιντερ
1969 "Η βασίλισσα του Σικάγο" (Gaily, Gaily)
1970 "Υπόσχεση την Αυγή" (Promise at Dawn),
1973 "Η Δοκιμή" (The Rehearsal) ντοκιμαντέρ για το Πολυτεχνείο και τα βασανιστήρια της Χούντας με Σερ Λόρενς Ολίβιε, Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννη Μαρκόπουλο κ.ά.
1974 "Μία φορά δε φτάνει" (Once Is Not Enough)
1976 "Πονηρές κομπίνες" (Nasty Habits) και
1978 "Κραυγή Γυναικών", με την Έλεν Μπέρστιν.


Πηγές:
in2life.gr, sansimera.gr, el.wikipedia.org


Πηγή: himaira.blogspot.com Himaira: Μελίνα Μερκούρη: Femme fatale και… Ρωμιά
http://himaira.blogspot.com/ 
 
Top